Χάρη απένειμε ο Ντόναλντ Τραμπ σε δύο αξιωματικούς του αμερικανικού στρατού που κατηγορούνταν πως διέπραξαν εγκλήματα πολέμου στο Ιράκ, ενώ αποκατέστησε στον βαθμό του έναν τρίτο, διοικητή διμοιρίας μιας από τις διακλαδικές μονάδες των ειδικών δυνάμεων που τυπικά υπάγονται στο ναυτικό — των SEALs — που κατηγορείτο για εγκλήματα πολέμου στο Ιράκ, κίνηση που επικριτές του θεωρούν πως υπονομεύει την αμερικανική στρατιωτική δικαιοσύνη και στέλνει το μήνυμα πως οι ωμότητες σε πεδία μαχών είναι αποδεκτές.
Η απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ ανακοινώθηκε παρά το ότι φέρονται να πρόβαλαν ενστάσεις τόσο ο επικεφαλής του Πενταγώνου, όσο και αξιωματικοί των αμερικανικών ένοπλων δυνάμεων. Υπέρ της απόφασης αντίθετα τάσσονταν πολλοί συντηρητικοί, ιδίως κοινοβουλευτικοί που υποστηρίζουν σθεναρά τον Ρεπουμπλικάνο ένοικο του Λευκού Οίκου.
Οι τρεις υποθέσεις, του ανθυπολοχαγού Κλιντ Λόρενς, του ταγματάρχη Μάθιου Γκόλσταϊν και του Έντουαρντ Γκάλαγκερ, δεν σχετίζονται. Οι δύο εκτυλίχθηκαν στο Αφγανιστάν (2013, 2010), η τρίτη στο Ιράκ (2017). Ο Τραμπ είχε ήδη εκφράσει την υποστήριξή του προς τους στρατιωτικούς, μέσω Twitter κι όχι μόνο.
Ο Γκάλαγκερ απαλλάχθηκε από την κατηγορία της δολοφονίας αμάχου νωρίτερα φέτος, αλλά κρίθηκε ένοχος για λιγότερο σημαντικές κατηγορίες και του επιβλήθηκε στέρηση βαθμού. Ο Τραμπ τον αποκατέστησε.
Ο Γκόλσταϊν ανέμενε να δικαστεί για φόνο, ενώ ο Λόρενς εξέτιε ποινή κάθειρξης 19 ετών για δύο δολοφονίες. Και στους δυο απονεμήθηκε πλήρης προεδρική χάρη.
Η εφημερίδα The New York Times έγραψε ότι κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης του Τραμπ, ανάμεσά τους ο υπουργός Άμυνας Μαρκ Έσπερ, εναντιώνονταν στην απονομή χάριτος, επιχειρηματολογώντας ότι θα υπονόμευε τη στρατιωτική δικαιοσύνη και θα αποτελούσε λαθεμένο παράδειγμα.
Νωρίτερα φέτος ο Τραμπ απένειμε χάρη σε αξιωματικό του στρατού που εξέτισε ποινή φυλάκισης για φόνο στο Ιράκ και είχε απελευθερωθεί υπό περιοριστικούς όρους.