Ο πρόεδρος της Βραζιλίας Ζαΐχ Μπολσονάρου ακύρωσε χθες Πέμπτη τη συνδρομή όλων των υπηρεσιών του δημοσίου στην εφημερίδα Folha de S.Paulo, μια από τις μεγαλύτερες της χώρας, κι απείλησε με όχι και πολύ συγκαλυμμένο τρόπο όσους κάνουν διαφημιστικές καταχωρίσεις σ’ αυτή, αποδυόμενος σε νέα σύγκρουση με τα ΜΜΕ, κατ’ εικόνα του ινδάλματός του, του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
«Σήμερα [χθες Πέμπτη] αποφάσισα να ακυρώσω τη συνδρομή της κυβέρνησης στη Φόλια. Όποιος θέλει να διαβάζει τη Φόλια, να πηγαίνει να την αγοράζει», είπε ο αρχηγός του Κράτους σε βίντεο που μεταδόθηκε απευθείας μέσω Facebook στους Βραζιλιάνους, όπως κάνει κάθε εβδομάδα.
«Δεν πρόκειται πλέον να πετάμε λεφτά σε μια εφημερίδα όπως αυτοί. Και όσοι αγοράζουν διαφημιστικό χώρο στη Φόλια να προσέχουν», πρόσθεσε, σύμφωνα με το ΑΜΠΕ.
Το μέτρο είναι πανομοιότυπο με αυτό που ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος την περασμένη εβδομάδα σε βάρος των εφημερίδων The New York Times και The Washington Post, τις οποίες ο Ντόναλντ Τραμπ κατηγορεί ότι διασπείρουν ψευδείς ειδήσεις και παραπληροφόρηση.
Ο Μπολσονάρου ήδη από την προεκλογική εκστρατεία του που οδήγησε στην εκλογική του νίκη τον Οκτώβριο του 2018 βρίσκεται σε ανοικτή σύγκρουση με τα μεγαλύτερα μέσα της Βραζιλίας, όπως το τηλεοπτικό δίκτυο Globo και το περιοδικό Veja.
Η Φόλια κατήγγειλε σε ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα τη «διάκριση σε βάρος της» από πλευράς προεδρίας, ενώ δεσμεύθηκε ότι θα συνεχίσει να κάνει «κριτική και αμερόληπτη δημοσιογραφία» έναντι της κυβέρνησής του.
Το βράδυ της Τρίτης προς Τετάρτη, από τη Σαουδική Αραβία όπου βρισκόταν σε επίσημη επίσκεψη, ο ακροδεξιός πρόεδρος ανέβασε στο Twitter ένα βίντεο στο οποίο καταφερόταν με σφοδρότητα εναντίον του τηλεοπτικού δικτύου Globo, με βαρύτατους χαρακτηρισμούς και ύβρεις. Την οργή του Μπολσονάρου προκάλεσε η σύνδεση του ονόματός του με τη δολοφονία της δημοτικής συμβούλου και ακτιβίστριας Μαριέλε Φράνκου τον Μάρτιο του 2018.
Η εισαγγελία στο Ρίο ντε Ζανέιρο κατόπιν χαρακτήρισε ψευδή τη μαρτυρία που επικαλέστηκε το ρεπορτάζ του τηλεοπτικού δικτύου, που έκανε λόγο περί σύνδεσης ενοίκων του περίφρακτου, κλειστού κτιριακού συγκροτήματος όπου ζούσε ο Μπολσονάρου και του φόνου της αφροβραζιλιάνας ομοφυλόφιλης δημοτικής συμβούλου, οι δράστες του οποίου δεν έχουν ταυτοποιηθεί μέχρι σήμερα.