«H αύξηση των αμυντικών δαπανών στη Γαλλία, που αναμένεται να φτάσει το 3,5% του ΑΕΠ, αναζωογονεί την οικονομική δραστηριότητα, αλλά ενδέχεται να προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις» επισημαίνει οικονομική ανάλυση, την οποία δημοσιεύει η γαλλική εφημερίδα «Le Monde».

Η ανάλυση υπενθυμίζει ότι ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έθεσε ως στόχο την αύξηση του αμυντικού προϋπολογισμού στα 67 δισ. ευρώ έως το 2030, ενώ υπάρχει και σενάριο για διάθεση του 5% του ΑΕΠ.

Στη μελέτη επισημαίνεται ότι η J.P. Morgan Private Bank εκτιμά ότι η Ευρώπη μπαίνει σε μια «νέα εποχή» επενδύσεων στην άμυνα και ότι σύμφωνα με την επικεφαλής της Ευρωπαϊκή Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ, οι αμυντικές επενδύσεις μπορεί να ενισχύσουν την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό, ενώ οι οικονομολόγοι της Natixis εκτιμούν ότι η συμβολή τους στο ΑΕΠ μπορεί να φτάσει το 1% μεσοπρόθεσμα.

Η Γαλλία, ως δεύτερος παγκόσμιος εξαγωγέας όπλων, θα επωφεληθεί από την αύξηση των αμυντικών προμηθειών, ενώ η ανάκαμψη της γερμανικής οικονομίας μέσω μεγάλων επενδύσεων μπορεί να ενισχύσει την ανάπτυξη και στη Γαλλία, αναφέρει η γαλλική εφημερίδα.

Όπως υπογραμμίζει, ο γάλλος πρόεδρος διαβεβαίωσε ότι «η άνοδος των δαπανών δεν θα οδηγήσει σε φορολογικές αυξήσεις», με πιθανές λύσεις τη χρηματοδότηση μέσω δανεισμού ή την αξιοποίηση της ιδιωτικής αποταμίευσης.

«Οι αμυντικές επενδύσεις να ενισχύσουν τις γαλλικές επιχειρήσεις και όχι τις εισαγωγές»

Ωστόσο, το στοίχημα είναι, σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι αμυντικές επενδύσεις να ενισχύσουν τις γαλλικές επιχειρήσεις και όχι τις εισαγωγές. Η έλλειψη πρώτων υλών, όπως οι ημιαγωγοί, και το πρόβλημα εύρεσης εξειδικευμένου προσωπικού αποτελούν προκλήσεις, αναφέρει η εφημερίδα, σημειώνοντας επιπλέον ότι η αύξηση των στρατιωτικών παραγγελιών σε παγκόσμιο επίπεδο μπορεί να επιδεινώσει τις ελλείψεις στην εφοδιαστική αλυσίδα και να προκαλέσει νέες πληθωριστικές πιέσεις.

Άλλο δημοσίευμα στην ίδια εφημερίδα επισημαίνει ότι η Ουκρανία έχει γίνει ο μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων στον κόσμο μεταξύ 2020 και 2024, ενώ, από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ παραμένουν ο κύριος εξαγωγέας (43% του συνόλου), ακολουθούμενες από τη Γαλλία (9,6%) και τη Ρωσία (7,8%), οι πωλήσεις της οποίας έχουν μειωθεί κατά 64%, ως αποτέλεσμα των κυρώσεων και του πολέμου στην Ουκρανία.

Σημειώνεται ότι η ρωσική εισβολή του 2022 ώθησε την Ευρώπη να επανεξοπλιστεί μαζικά, αυξάνοντας τις εισαγωγές της κατά 155% σε πέντε χρόνια, αλλά και ότι η εξάρτηση από τα αμερικανικά όπλα έχει αυξηθεί, ιδίως με την αύξηση των πωλήσεων των αεροσκαφών F-35 και των αμυντικών συστημάτων, όπως το Patriot.

Η κατάσταση αυτή αναδεικνύει τη δυσκολία των Ευρωπαίων να επιτύχουν «στρατηγική αυτονομία», αν και η Ιταλία, η Γερμανία και η Γαλλία παραμένουν ανταγωνιστικές σε άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα, αναφέρει η εφημερίδα, σημειώνοντας ότι η Γαλλία εδραιώνει τη θέση της ως δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας χάρη στις πωλήσεις των Rafale και του εξοπλισμού που προμηθεύτηκε στην Ουκρανία.

Τέλος, επισημαίνεται ότι η Ινδία, η οποία μειώνει τις αγορές της από τη Ρωσία, γίνεται βασικός πελάτης για τη γαλλική αμυντική βιομηχανία.

Πηγή: ΑΠΕ