Δημοκρατικοί βουλευτές και γερουσιαστές κατέθεσαν νομοσχέδιο χθες Παρασκευή στο Κογκρέσο για να αποτρέψουν τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να διοργανώσει την επόμενη σύνοδο της G7 σε ένα από τα γκολφ κλαμπ ιδιοκτησίας μεγιστάνα στη Φλόριντα.
Η πράξη νομοθετικού περιεχομένου με τίτλο «Η Ληστεία του Τραμπ υπονομεύει την G7» (Trump’s Heist Undermines the G-7 (THUG) Act), κατατέθηκε ταυτόχρονα στην Βουλή των Αντιπροσώπων και στην Γερουσία. Στόχος της είναι να εμποδίσει κάθε χρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για την κίνηση να συγκεντρωθούν οι ηγέτες των επτά μεγαλύτερων οικονομιών στον κόσμο τον επόμενο Ιούνιο στο Trump National Doral Club στο Μαϊάμι.
«Οι προηγούμενες σύνοδοι της G7 στοίχισαν μέχρι και 40 εκατομμύρια δολάρια», τόνισαν οι βουλευτές.
Το προτεινόμενο νομοσχέδιο επίσης απαιτεί από τον Λευκό Οίκο να παραδώσει όλα τα σχετικά έγγραφα που δείχνουν πως κυβερνητικοί αξιωματούχοι επέλεξαν το συγκεκριμένο κλαμπ του Ρεπουμπλικανού δισεκατομμυριούχου.
Το νομοσχέδιο μπορεί να εγκριθεί από την ελεγχόμενη από τους Δημοκρατικούς Βουλή των Αντιπροσώπων ως μια επίπληξη στον Τραμπ, αλλά συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες να ψηφιστεί από την Γερουσία που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικανούς.
Την Πέμπτη ο προσωπάρχης του Λευκού Οίκου Μικ Μαλβάνεϊ ανακοίνωσε πως η επόμενη σύνοδος της G7, η οποία προβλέπεται να διεξαχθεί από τις 10 έως τις 12 Ιουνίου 2020 στις ΗΠΑ, θα πραγματοποιηθεί στο Trump National Doral Club. Ο Μαλβάνεϊ επισήμανε ότι ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος δεν θα έχει κανένα κέρδος από τη χρήση της ιδιοκτησίας του.
Η ανακοίνωση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στην Ουάσινγκτον.
Ο Ντόναλντ Τραμπ καταχράται «το προεδρικό του αξίωμα και παραβιάζει το νόμο μεταφέροντας εκατομμύρια δολάρια Αμερικανών και χρήματα από το εξωτερικό στις οικογενειακές του επιχειρήσεις», δήλωσε η Δημοκρατική βουλευτής Λόις Φράνκελ, από τους εισηγητές του νομοσχεδίου.
«Δεν θα κερδίσω καθόλου χρήματα», είχε υποστηρίξει ο Τραμπ όταν είχε συζητήσει ο ίδιος την ιδέα το καλοκαίρι.
Ο Ρεπουμπλικανός δισεκατομμυριούχος τακτικά υπερηφανεύεται ότι αποδέχθηκε να χάνει χρήματα εισερχόμενος στον Λευκό Οίκο.