Έπειτα από 80 ολόκληρα χρόνια, μία σημαντική πηγή για τη μνήμη του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου έγινε γνωστό πως δεν χάθηκε. Πρόκειται για το φωτογραφικό αρχείο της Ουγγαρέζας φωτογράφου, Κάτι Χόρνα (Βουδαπέστη 1912-Πόλη του Μεξικού 2000), το οποίο βρήκε μία ερευνήτρια από την ιβηρική χώρα σε 48 ξύλινα κιβώτια, που περιείχαν τα αρχεία της Εθνικής Συνομοσπονδίας Εργατών(CNT).
Το αναρχικό σωματείο είχε απομακρύνει τις φωτογραφίες της Χόρνα από τη Βαρκελώνη το 1939 και έπειτα από ένα μακρύ ταξίδι -με ενδιάμεσους σταθμούς το Παρίσι και στη συνέχεια το Χάροουγκεϊτ και την Οξφόρδη- κατέληξαν το 1947 στον τελικό προορισμό τους, το Διεθνές Ινστιτούτο Κοινωνικής Ιστορίας (IΙΗS), στο Άμστερνταμ.
Στις κούτες βρίσκονται 500 αρνητικά, που ελήφθησαν το 1937 και το 1938 από τη φωτογράφο, η οποία έφθασε στην Ισπανία μέσα στον Εμφύλιο για να υπηρετήσει στην υπηρεσία εξωτερικής προπαγάνδας των αναρχικών και αναρχοσυνδικαλιστών της CNT και της Αναρχικής Ομοσπονδίας της Ιβηρικής (FAI). Πρόκειται για μία εκπληκτική ανακάλυψη, που συμπληρώνει το σύνολο της ιστορίας, που διηγούνται τα 250 αρνητικά που η ίδια η Χόρνα πώλησε έναντι δύο εκατ. πεσέτες στο ισπανικό κράτος το 1983 και τα οποία φυλάσσονται στο Κέντρο Καταγραφής της Ιστορικής Μνήμης στη Σαλαμάνκα.
Το μικρό αυτό τμήμα του αρχείου είχε διασωθεί από τη φωτογράφο μέσα σε ένα τσίγκινο κουτί, που πήρε μαζί με τον σύντροφό της, Χοσέ Χόρνα, κατά την περίοδο της εξορίας. Στη συνέχεια εκείνος συνελήφθη και κρατήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γαλλία. Μόλις απελευθερώθηκε, οι δύο τους διέφυγαν της ναζιστικής κατοχής, καταφεύγοντας στο Μεξικό, όπου η Κάτι ξεκίνησε μία λαμπρή καριέρα ως φωτογράφος και υπερρεαλίστρια καλλιτέχνης. Το υπόλοιπο τμήμα του αρχείου της θεωρήθηκε χαμένο. Έως σήμερα…
Καλλιτέχνης που προτιμούσε την ποιότητα του αυθεντικού
Όσον αφορά την περιπέτεια της ανακάλυψης του υπόλοιπου αρχείου, ο διευθυντής του IIHS, Χενκ Βαλς, διηγείται πως το υλικό του δεν εστάλη άμεσα στο ίδρυμα, που δημιουργήθηκε το 1936 για να διασώσει τα αρχεία που κινδύνευαν στην Ευρώπη από τα φασιστικά καθεστώτα, διότι υπήρχαν φόβοι ότι θα κατέληγε στην Ολλανδία, η οποία είχε διακηρύξει την ουδετερότητά της έως το 1940, ενώ το 1940 βρισκόταν στα πρόθυρα της ναζιστικής εισβολής.
«Το καταστροφικό τέλος της ισπανικής δημοκρατίας ήταν ακριβώς εκείνου του είδους η κατάσταση που είχαν στο μυαλό τους οι δημιουργοί του», εξηγεί ο Βαλς.
Τα ξύλινα κιβώτια παρέμειναν στο ΙΙΗS για πάνω από τρεις δεκαετίες, μέχρι ο θάνατος του δικτάτορα Φρανθίσκο Φράνκο τερμάτισε την παρανομία της CNT. Τότε επανήλθε και οργανώθηκε όλο το αρχείο του, εκτός από το υλικό των Γραφείων Εξωτερικής Προπαγάνδας των CNT/FAI, που παρέμεινε στην άκρη αναμένοντας την αρχειοθέτησή του.
Και έτσι παρέμειναν έως το 2016, οπότε η ιστορικός Τέχνης, Αλμουδένα Ρούβιο, ερευνήτρια του ολλανδικού Κέντρου, ξεκίνησε την εργασία της πρώτα με τα αντίτυπα και κατόπιν με τα αρνητικά.
«Τα νέα αρνητικά που ταυτοποιήθηκαν συμπληρώνουν τη συλλογή της Σαλαμάνκα, δεν την επαναλαμβάνουν», σημείωσε η Ρούβιο. «Ίσαμε εκείνη την εποχή, η Χόρνα εργαζόταν ως φωτογράφος και καλλιτέχνης και την στρατολόγησαν οι αναρχικοί το 1937. Ποτέ δεν εργάσθηκε για τους Ρεπουμπλικάνους. Το έκανε για την CNT/FAI και οι φωτογραφίες της δεν μπορούν να ερμηνευθούν εάν δεν ληφθεί υπ’ όψη η πολιτική της αυτή στράτευση», προσέθεσε.
Η αρχειοθέτηση του φωτογραφικού υλικού που υπάρχουν στο ίδρυμα σχετικά με τον Εμφύλιο: πάνω από 6.000 αρνητικά σελιλόιντ και πάνω από 200 κρυστάλλινες πλάκες σε καλή κατάσταση. Η σύγκρισή του με τα άλλα αρχεία του είδους μπορεί να αποκαλύψει τη σημασία της ανακάλυψης. Το Αρχείο της Επιτροπής Προπαγάνδας της Μαδρίτης, που ανήκει στο υπουργείο Πολιτισμού αριθμεί 3.051 φωτογραφίες, ενώ η διάσημη «μεξικάνικη βαλίτσα» του εμβληματικού φωτογράφου Ρόμπερτ Κάπα και των Γκέρντα Τάρο, Ντέιβιντ Τσιμ Σίμουρ, που ανακαλύφθηκε το 2007, περιέχει 4.500 αρνητικά.
Στα νέα ευρήματα αποκαλύπτεται η δραματική φλέβα της μοναδικής αφήγησης της Χόρνα, που δεν χαρακτηρίζονται από την αμεσότητα των φωτογραφιών του πολέμου. Απέναντι στα ενσταντανέ των Κάπα, Τάρο και Σίμουρ, που δρούσαν στην πρώτη γραμμή του μετώπου, η Χόρνα καταγράφει την παράλληλη ζωή στα χαρακώματα, όπου ο θάνατος δεν παρουσιάζεται σε πρώτο πρόσωπο. Η Ουγγαρέζα καλλιτέχνης προτίμησε την ποιότητα του αυθεντικού (π.χ. μαχητές να ξυρίζονται) αντί να αναζητεί την είδηση. Επεδίωκε μία άλλη σχέση με το αναπαριστώμενο υποκείμενο, προτιμούσε να εμπλακεί προσωπικά.
Στις νέες αυτές φωτογραφίες επίσης δεν εντοπίζεται, λόγω φύλου της φωτογράφου, κάποια ιδιαίτερη μέριμνα για γυναικεία θέματα. «Απαθανατίζει διαρκώς χωρικούς και χωρικές, αγοράκια και κοριτσάκια. Κατά τη γνώμη μου, η Χόρνα πήγαινε ακόμη παραπέρα αναζητώντας την έκφραση, την αφήγηση», τόνισε η Ρούβιο, η οποία συμπλήρωσε: «Τα αρνητικά του Άμστερνταμ δεν μας αποκαλύπτουν μία νέα Χόρνα, μολονότι ανακαλύπτουμε εκεί άγνωστες έως σήμερα σειρές, όπως τα αρνητικά από τις κηδείες των αναρχικών Μπαρμπιέρι και Μπερνέρι».
«Η δουλειά της είχε τεθεί στην υπηρεσία μίας ιδεολογίας και εκτελούσε μία προπαγανδιστική επιχείρηση ανάλογα με την εξέλιξη του πολέμου. Δούλευε νυχθημερόν». Επίσης, οι φωτογραφίες της χρησίμευαν ως απάντηση στην δυσφημιστική προπαγάνδα του Φράνκο κατά των αντιφασιστικών δυνάμεων. «Είναι μία στρατευμένη φωτογράφος, όχι μία καλλιτέχνης», ανέφερε καταληκτικά η Ισπανίδα ερευνήτρια.