Είναι γνωστό ότι ο ήλιος δεν έδυε ποτέ στη Βρετανική Αυτοκρατορία, τη μεγαλύτερη αυτοκρατορία που γνώρισε ποτέ ο κόσμος.
Στην ακμή τους, τα εδάφη των Βρετανών συγκροτούσαν τη μεγαλύτερη σε έκταση αυτοκρατορία όλων των εποχών, ενώ για δύο αιώνες αποτέλεσε την αδιαμφισβήτητη υπερδύναμη του πλανήτη.
Το 1922, για παράδειγμα, οι Βρετανοί κυβερνούσαν περισσότερους από 458 εκατομμύρια ανθρώπους, με τα εδάφη της επιρροής τους να ανέρχονται στο 1/4 της χερσαίας έκτασης της Γης.
Και βέβαια, παρά τα όποια επιτεύγματα είχαν να επιδείξουν, οι Βρετανοί της εποχής έσπειραν τους σπόρους για μια σειρά από τις χειρότερες καταστροφές που θα έπλητταν ποτέ την ανθρωπότητα.
Δεν θα μιλήσουμε μόνο για γεγονότα που είχαν ευθέως την ευθύνη οι Βρετανοί, αλλά και για την παρέμβασή τους στα προβλήματα άλλων, που τις περισσότερες φορές αποδείχτηκε εξίσου καταστροφική.
Ας δούμε λοιπόν τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα…
Απαρτχάιντ
Το Απαρτχάιντ ήταν το διαβόητο σύστημα του φυλετικού διαχωρισμού, θεσμοθετημένο μάλιστα με νόμο, που επέβαλαν οι κυβερνήσεις του Εθνικού Κόμματος, του αποικιοκρατικού κυβερνώντος κόμματος της Νότιας Αφρικής, από το 1948-1994. Τα δικαιώματα της έγχρωμης πλειοψηφίας καταπιέστηκαν μαζικά για να απολαύσει η λευκή ανωτερότητα και υπεροχή βασιλική ζωή. Κι ενώ οι Βρετανοί εισήγαγαν κάποιες μεταρρυθμίσεις προς τη σωστή κατεύθυνση όταν κατέλαβαν το Κέιπ Τάουν από τους Ολλανδούς, όπως να αποτινάξουν τους πλέον προσβλητικούς και ρατσιστικούς νόμους των Ολλανδών, έπειτα από 100 χρόνια πολέμου ωστόσο στην περιοχή -και αφού απέκτησαν τον πλήρη πολιτικό έλεγχο- οι Βρετανοί θα έπαιρναν μια απόφαση που θα καταδίκαζε τους Νοτιοαφρικανούς: έδωσαν σε όλες τις ολλανδικές αποικίες της περιοχής το πράσινο φως να στερήσουν τα πολιτικά δικαιώματα στους μη λευκούς. Το σύστημα του Απαρτχάιντ παγιώθηκε ακόμα και στο Σύνταγμα, με τη βρετανική κυβέρνηση να το προσυπογράφει. Και βέβαια το 1913 έκαναν και κάτι ακόμα: με νομοθετική ρύθμιση, πήραν τη Γη που κατείχαν ή νοίκιαζαν οι έγχρωμοι, τους οποίους ανάγκασαν να μεταναστεύσουν εσωτερικά σε παραγκουπόλεις στις παρυφές των πόλεων. Το Απαρτχάιντ δεν θα έπαιρνε τέλος αν δεν υπήρχαν αγωνιστές όπως ο Νέλσον Μαντέλα, που πίεσαν και πέτυχαν τελικά τις πρώτες δημοκρατικές (πολυ-φυλετικές) εκλογές του 1994…
Ιρλανδικός Λιμός
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 1845, μια «μάστιγα με ασυνήθιστο χαρακτήρα» έπληξε τις πατατοκαλλιέργειες της Ιρλανδίας, το βασικό διατροφικό αγαθό της χώρας. Στα επόμενα 5 χρόνια, περίπου 1,5 εκατομμύριο Ιρλανδοί έχασαν τη ζωή τους από τον λιμό που ξέσπασε, με περισσότερα από 2 εκατομμύρια να εξαναγκάζονται σε μετανάστευση (κυρίως στις ΗΠΑ και τον Καναδά), με τον πληθυσμό της χώρας να συρρικνώνεται κατά 25%. Τι έκαναν οι Βρετανοί για να ανακουφίσουν τα υπό βρετανική κατοχή εδάφη; Τίποτα προς τη σωστή κατεύθυνση! Η ανεπάρκεια των μέτρων ήταν χαρακτηριστική, με την πεποίθηση της βρετανικής κυβέρνησης ότι αν αφηνόταν η ελεύθερη αγορά να λειτουργήσει ανενόχλητα τότε ο λιμός θα έπαιρνε τέλος να αποδεικνύεται τραγικά λάθος. Οι τακτικισμοί των Βρετανών θα έκαναν σαφώς χειρότερη τη μάστιγα του λιμού, με το μέτρο των πτωχοκομείων που εμπνεύστηκαν για να αντιπαρατεθούν με την κατάσταση να αποδεικνύεται λίγο σε σχέση με τη σφοδρότητα του λιμού. Περίπου 2,5 εκατομμύρια Ιρλανδοί αφέθηκαν στα χέρια των ιδρυμάτων, με περισσότερους από 200.000 να πεθαίνουν στις εγκαταστάσεις τους. Κι όταν άλλα έθνη αποφάσισαν να στείλουν ανθρωπιστική βοήθεια, ήταν το αίσθημα ανωτερότητας των Βρετανών που θα εμπόδιζε τα καράβια με τα τρόφιμα και τους σπόρους να φτάσουν στην Ιρλανδία…
Υιοθέτηση του πολυβόλου
Το 1879, το πολυβόλο Gardner έκανε την πρώτη του επίδειξη: μπορούσε να εξαπολύσει 10.000 σφαίρες μέσα σε 27 λεπτά, με την ακρίβειά του να είναι καλύτερη απ’ ό,τι είχε κυκλοφορήσει μέχρι τότε. Οι αξιωματούχοι του βρετανικού στρατού θαμπώθηκαν φυσικά από το εργαλείο και την επόμενη χρονιά το πολυβόλο εντάχθηκε στην πολεμική μηχανή των Βρετανών. Το 1881, ο αμερικανός εφευρέτης Hiram Maxim επισκέφτηκε την έκθεση του Παρισιού, όπου και συνειδητοποίησε το προφανές: «αν θες να βγάλεις πακτωλό χρημάτων, πρέπει τότε να εφεύρεις κάτι που θα επιτρέψει στους Ευρωπαίους να κόβουν τους λαιμούς τους με μεγαλύτερη ευχέρεια»! Ο Maxim μετακόμισε στο Λονδίνο και ξεκίνησε να δουλεύει στη δική του εκδοχή του πολυβόλου, ενώ το 1885 ήταν πλέον έτοιμος να το παρουσιάσει στον βρετανικό στρατό: ήταν το πρώτο φορητό πυροβόλο του κόσμου! Το πολυβόλο Maxim μπορούσε να ρίχνει 500 σφαίρες το λεπτό, γεγονός που μεταφραζόταν σε δύναμη πυρός 100 τουφεκιών. Ο βρετανικός στρατός υιοθέτησε το πολυβόλο του Maxim το 1889, ενώ την επόμενη χρονιά Αυστρία, Γερμανία, Ιταλία και Ρωσία αγόρασαν επίσης το πολυβόλο, προκαλώντας έναν εξοπλιστικό «πυρετό» στην Ευρώπη. Οι Βρετανοί χρησιμοποίησαν το πολυβόλο στις πολυάριθμες πολεμικές τους ανάγκες στα πέρατα του κόσμου, εξοντώνοντας πράγματι περισσότερους ανθρώπους σε σαφώς λιγότερο χρόνο…
Δουλεμπόριο στον Ατλαντικό
Οι Βρετανοί δεν εγκαινίασαν βέβαια την αποτρόπαιη πρακτική του δουλεμπορίου ούτε και εισήγαγαν τους περισσότερους σκλάβους (και οι δύο αυτές αμφιβόλου ηθικής τιμές ανήκουν στους Πορτογάλους). Στην αρχή, οι βρετανοί δουλέμποροι προμήθευαν απλώς δούλους στις ισπανικές και πορτογαλικές αποικίες, ενώ προοδευτικά θα ξεκινήσουν να μεταφέρουν μαζικά σκλάβους στις νέες βρετανικές αποικίες της Βόρειας Αμερικής. Η πρώτη καταγεγραμμένη μεταφορά Αφρικανών στον βρετανικό Νέο Κόσμο συνέβη το 1619, στην αποικία της Βιρτζίνια. Μέχρι το 1660, ο αριθμός των ανθρώπων που μεταφέρονταν από την Αφρική με βρετανικά πλοία κυμαινόταν κατά μέσο όρο στους 6.700 τον χρόνο. Εκατό χρόνια αργότερα, το 1760, η Βρετανία κατείχε πλέον το θλιβερό ρεκόρ στο δουλεμπόριο, αφήνοντας τις άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις πολύ πίσω: περισσότερο από το 50% των Αφρικανών που μεταφέρονταν σκλάβοι στην Αμερική ήταν βρετανική υπόθεση. Η εμπλοκή των Βρετανών στο δουλεμπόριο κράτησε από το 1562 μέχρι και την κατάργηση της δουλείας στις ΗΠΑ, στις αρχές του 19ου αιώνα, μια περίοδο 245 χρόνων δηλαδή, με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για περισσότερους από 3,4 εκατομμύρια Αφρικανούς που μεταφέρθηκαν πάνω σε βρετανικά πλοία. Και βέβαια η εμπλοκή των Βρετανών στο δουλεμπόριο δεν εξαντλείται εδώ, καθώς υποστήριξαν σθεναρά τις πολιτείες που ήθελαν τους σκλάβους στον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο. Ως ιστορική ειρωνεία άλλωστε, ενώ η Μεγάλη Βρετανία ήταν από τα πρώτα έθνη που κατάργησαν τη δουλεία, αντιστάθμισαν τις απώλειες σε ανθρώπινη εργασία υφαρπάζοντας τον ορυκτό πλούτο και τις πηγές της Αφρικής…
Πόλεμοι του Οπίου
Βλέποντας ότι δεν είχε να κερδίσει και πολλά από το εμπόριο με τις ευρωπαϊκές χώρες, ο κινέζος αυτοκράτορας απαγόρευσε τις συναλλαγές με τους Ευρωπαίους, επιτρέποντας να λαμβάνουν χώρα μόνο σε ένα κινεζικό λιμάνι και μέσω εμπόρων με ειδική άδεια. Για χρόνια, οι έμποροι του κόσμου αποδέχονταν τους όρους της Κίνας, μέχρι το 1839 βέβαια, όταν οι Βρετανοί -η κυρίαρχη εμπορική δύναμη της εποχής- αποφάσισαν να δείξουν τη δύναμή τους. Είχαν «ανακαλύψει» ένα ναρκωτικό που οι Κινέζοι θα αγόραζαν αναμφίβολα: το όπιο. Παραγόμενο παρανόμως στη βρετανική Ινδία, το όπιο περνούσε λαθραία στην Κίνα, με τη χρήση και την πώλησή του να απαγορεύονται βέβαια σύντομα εξαιτίας των καταστρεπτικών συνεπειών του στον κινεζικό πληθυσμό. Με την κυριαρχία τους στη θάλασσα, οι Βρετανοί απέκλεισαν εύκολα λιμάνια-κλειδιά της Κίνας, αναγκάζοντας τους Κινέζους να διαπραγματευτούν, σηματοδοτώντας την αρχή αυτού που θα έμενε γνωστό στην Κίνα ως «τα 100 χρόνια της ταπείνωσης». Αποκαρδιωμένοι από την έκβαση των διαπραγματεύσεων, οι Βρετανοί θα έστελναν δεύτερη και ακόμα μεγαλύτερη δύναμη για να καταλάβει τις παράκτιες πόλεις, περιλαμβανομένης πλέον και της Σαγκάης. Ο επακόλουθος Πόλεμος του Οπίου (1839-1842) θα κατέληγε σε μια σειρά δεινών για την Κίνα, όπως καθορισμένες από τους Βρετανούς ταρίφες στα αγαθά, δυσβάσταχτες πολεμικές αποζημιώσεις για τα έξοδα των Βρετανών και βέβαια την παραχώρηση του Χονγκ-Κονγκ στη Μεγάλη Βρετανία. Παρά ταύτα, η συνθήκη δεν ικανοποίησε τους Βρετανούς, οι οποίοι με τους Γάλλους αυτή τη φορά στο πλευρό τους θα ανανέωναν τις εχθροπραξίες σε αυτό που θα έμενε γνωστό ως δεύτερος Πόλεμος του Οπίου (1856-1860): 17.000 βρετανοί και γάλλοι στρατιώτες κατέλαβαν το Πεκίνο και έκαψαν το Αυτοκρατορικό Παλάτι, την ίδια στιγμή που η συνθήκη ειρήνης που υπογράφηκε θα έδινε ακόμα περισσότερα προνόμια στους Βρετανούς, φέρνοντας τον οικονομικό όλεθρο στην Κίνα…
Η τύχη της Αφρικής
Μετά τη Συνθήκη του Βερολίνου (1878), το 1884-1885 ξεκινά η μεγάλη μοιρασιά της Αφρικής, χωρίς φυσικά πρόβλεψη για τις τοπικές κουλτούρες και τις διαφορές ανάμεσα στις πολυάριθμες φυλές της Μαύρης Ηπείρου: τα τεχνητά και επιβεβλημένα από τους Ευρωπαίους νέα σύνορα της Αφρικής χώριζαν πολλές φορές τη φυλή στα δυο. Η Βρετανία ενδιαφερόταν κυρίως να διατηρήσει τις γραμμές επικοινωνίας με την Ινδία, ως εκ τούτου ήθελε την Αίγυπτο και τη Νότια Αφρική. Μόλις εξασφάλισε τις περιοχές αυτές, ο επεκτατισμός επικράτησε και νέα αφρικανικά εδάφη έγιναν πλέον στόχος, με σκοπό να εγκαθιδρυθεί σιδηρόδρομος από το Κέιν Τάουν ως το Κάιρο αλλά και να εκμεταλλευτεί το πλούσιο υπέδαφος της ηπείρου. Ως αποτέλεσμα, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 20 χρόνων του 19ου αιώνα η Μεγάλη Βρετανία κατέλαβε ή προσάρτησε εδάφη που αντιστοιχούσαν στο 30% του πληθυσμού της Αφρικής, κάνοντας τους Βρετανούς τα αδιαφιλονίκητα αφεντικά της ηπείρου. Μέχρι το 1965 βέβαια οι Βρετανοί θα έχαναν τα περισσότερα ερείσματά τους στην Αφρική, με τις επιπτώσεις του επεκτατισμού να είναι ορατές: αποικιακά κράτη όπως η Κένυα, Ροδεσία και Νότια Αφρική έζησαν στιγμές βίας και αιματοκυλίσματος, με την απόσυρση των αποικιακών κυβερνήσεων να αφήνει τις χώρες ρημαγμένες και να δίνει τη δυνατότητα σε εθνικιστές δικτάτορες να εγκαθιδρύουν τη δική τους πλέον ηγεμονία. Η πολιτική διαφθορά που επικράτησε και η οικονομική εξάρτηση φυσικά από τη Δύση θα υπονόμευαν καθοριστικά οποιαδήποτε απόπειρα ευημερίας της Αφρικής. Τα αποτελέσματα της δράσης των αποικιοκρατών, και κυρίως των Βρετανών, είναι ορατά ακόμα και σήμερα στη Μαύρη Ήπειρο, που παραμένει η λιγότερο ανεπτυγμένη ήπειρος του κόσμου. Ο «εκπολιτισμός» της Αφρικής που ευαγγελίζονταν οι αποικιοκράτες ήταν απλώς άλλος ένας τρόπος να δικαιολογήσουν την κατάφωρη εκμετάλλευση εδαφών, υπεδάφους και ανθρώπων…
Πολιτική του «κατευνασμού»
Τον Μάρτιο του 1935, ο Χίτλερ διακήρυξε ότι οι «άνισες» ρήτρες αφοπλισμού της Συνθήκης των Βερσαλιών δεν είχαν πλέον έρεισμα, με κάποιους ευρωπαίους ηγέτες να διαβλέπουν τον κίνδυνο και να τον προειδοποιούν ανοιχτά για ενδεχόμενες επιθετικές βλέψεις. Το ενωμένο μέτωπο κατά της ναζιστικής απειλής σύντομα βέβαια θα κατέρρεε, με τη Βρετανία να υιοθετεί την περίφημη πολιτική του «κατευνασμού», παραχωρώντας στον Χίτλερ ό,τι ήθελε για να αποφύγει το ενδεχόμενο πολέμου. Η τελευταία ευκαιρία να αναχαιτιστούν οι Ναζί χωρίς παγκόσμιο πόλεμο ήρθε τον Μάρτιο του 1936, όταν ο Χίτλερ εισέβαλε ξαφνικά στην αποστρατικοποιημένη Ρηνανία, παραβιάζοντας με θράσος τόσο τη Συνθήκη των Βερσαλιών όσο και την αντίστοιχη του Λοκάρνο. Η Γαλλία δεν θα έκανε καμία κίνηση χωρίς τη βρετανική υποστήριξη, οι Βρετανοί αρνήθηκαν ωστόσο να δράσουν. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η ναζιστική Γερμανία ισχυροποιήθηκε κι άλλο, με το 1936 να υπογράφει την περίφημη συμφωνία με την Ιταλία και την Ιαπωνία και τις επεκτατικές της βλέψεις να εκτινάσσονται. Μετά ακολούθησε η παράδοση της Αυστρίας, με τον Χίτλερ να βάζει κατόπιν στο στόχαστρό του την Τσεχοσλοβακία. Τον Σεπτέμβριο μάλιστα του 1938, ο βρετανός πρωθυπουργός Τσάμπερλεϊν πήγε στη Γερμανία για να διαπραγματευτεί με τους Ναζί την τύχη της Τσεχοσλοβακίας. Τι αποφάνθηκαν οι διαπραγματεύσεις; Γάλλοι και Βρετανοί συμφώνησαν ότι η Τσεχοσλοβακία έπρεπε να παραδοθεί επιτόπου στους Ναζί! Κι όταν ο «ζωτικός χώρος» των Ναζί έκανε τον Χίτλερ να εισβάλει στην Πολωνία, την 1η Σεπτεμβρίου 1939, Βρετανοί και Γάλλοι δεν είχαν πλέον άλλη επιλογή παρά να κηρύξουν τον πόλεμο στη χιτλερική Γερμανία, εγκαινιάζοντας τις εχθροπραξίες που θα έμεναν γνωστές ως Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και θα έσπερναν τον όλεθρο και την καταστροφή στην Ευρώπη αλλά και τον κόσμο…
Βιομηχανική Επανάσταση
Μια από τις μεγαλύτερες τομές που σφυρηλάτησαν τον σύγχρονο δυτικό κόσμο εγκαινιάστηκε στη Βρετανία κατά τη δεκαετία του 1780, επανάσταση που θα επηρέαζε άμεσα την ηπειρωτική Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο μετά το 1815: τα πρότυπα και τα μέσα εργασίας άλλαξαν δραστικά, η κοινωνικο-ταξική διάρθρωση μεταμορφώθηκε, δίνοντας ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στον ευρωπαϊκό επεκτατισμό. Παρά το γεγονός ότι θα οδηγούσε προοδευτικά σε καλύτερο βιοτικό επίπεδο, η ραγδαία εκβιομηχάνιση θα είχε τραγικές επιπτώσεις και για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες αλλά και τον υπόλοιπο πλανήτη. Οι εργοστασιάρχες έγιναν ζάμπλουτοι, την ώρα που οι εργάτες μαστίζονταν από φτώχεια και αναγκάζονταν να δουλεύουν σε βάρδιες που διαρκούσαν μεταξύ 12-16 ωρών, ο πληθυσμός μετακινήθηκε μαζικά και άναρχα στις πόλεις χωρίς μέλημα για σχεδιασμό και υποδομές, με τις πρώτες ευρωπαϊκές παραγκουπόλεις να στήνονται άρον-άρον στη Βρετανία για να στεγάσουν τις ορδές των εξαθλιωμένων βιομηχανικών εργατών. Γυναίκες και παιδιά επιστρατεύτηκαν στις φάμπρικες, καθώς πληρώνονταν λιγότερα (αν και δούλευαν εξίσου πολύ), με τη Βιομηχανική Επανάσταση να χρωστά την ύπαρξή της στον εξαντλητικό μόχθο και τα δεινά του λαού της Ευρώπης…
Διχοτόμηση της Ινδίας
Έπειτα από δύο αποικιοκρατικούς αιώνες καταλήστευσης της Ινδίας, η βρετανική κυβέρνηση συμφώνησε άρον-άρον το 1945 στην ανεξαρτησία της χώρας. Οι φονικές συγκρούσεις μεταξύ ινδουιστών και μουσουλμάνων εθνικιστών ωστόσο το 1946 θα καλούσαν σε μια άλλη λύση: έγινε σαφές ότι οι μουσουλμάνοι δεν θα δέχονταν τίποτα λιγότερο από ένα ανεξάρτητο Πακιστάν. Ο τελευταίος βρετανός αντιβασιλέας λοιπόν της Ινδίας, λόρδος Louis Mountbatten, πρότεινε την περίφημη διχοτόμηση: και οι δύο πλευρές τη δέχτηκαν και μέσα κυριολεκτικά σε μια μέρα, 14 Αυγούστου 1947, το ένα πέμπτο της ανθρωπότητας αποκτούσε πολιτική υπόσταση και ανεξαρτησία. Η ανεξαρτησία μέσω της διχοτόμησης θα κατέληγε βέβαια σε τραγωδία: στις βδομάδες που ακολούθησαν, η σύγκρουση των δύο κοινοτήτων γενικεύτηκε σε ένα όργιο σφαγών και βίαιων εκτοπισμών πληθυσμού, με εκατοντάδες χιλιάδες ινδουιστές και μουσουλμάνους να σφαγιάζονται και περίπου 5 εκατομμύρια ανθρώπους να γίνονται πρόσφυγες. «Για ποιον ακριβώς λόγο να γιορτάσουμε;» θα διαμαρτυρηθεί ο Γκάντι για τον τρόπο που επιτεύχθηκε η πολυπόθητη ανεξαρτησία, «δεν βλέπω τίποτα παρά ποτάμια αίματος». Τον Ιανουάριο του 1948 ο Γκάντι θα δολοφονούταν από οπλισμένο χέρι φανατικού ινδουιστή, που πίστευε ότι ο πεφωτισμένος ηγέτης παραήταν επιεικής με τους μουσουλμάνους. Ο βρετανικός τακτικισμός της διχοτομημένης Ινδίας εξακολουθεί να ρίχνει τη σκιά του στις τεταμένες μέχρι και σήμερα σχέσεις Ινδίας και Πακιστάν, με πολυάριθμους πολέμους να έχουν συμβεί ανάμεσα στις δύο χώρες (1965-1966, 1971, 1999) και το Κασμίρ να συνεχίζει να αποτελεί μήλο της έριδος…