Η τέταρτη έκθεση για τη φτώχεια και τον πλούτο, που δόθηκε την περασμένη εβδομάδα στη δημοσιότητα στη Γερμανία, από την υπουργό κοινωνικών υποθέσεων, Ούρσουλα φον ντερ Λέγεν, δείχνει ότι η χώρα πηγαίνει σχετικά καλά. Ο υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Ρέσλερ, όμως, επέμεινε να αφαιρεθεί οποιαδήποτε αναφορά στην ανάγκη να καταπολεμηθούν οι ανισότητες με μια μεγαλύτερη ανακατανομή του πλούτου. Η αντιπολίτευση μίλησε για σκάνδαλο. Και θεωρεί ότι η κρίση στην κοινωνική δικαιοσύνη καθιστά επιτακτική την αλλαγή κυβέρνησης τον Σεπτέμβριο.

«Gerechtigkeit» σημαίνει στα γερμανικά «δικαιοσύνη», που συχνά συγχέεται με την ισότητα. Και είναι ένα θέμα που συζητείται πολύ σε αυτή την προεκλογική εκστρατεία. Οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι τονίζουν με κάθε ευκαιρία ότι η «κοινωνική ψαλίδα» ανοίγει συνεχώς.

Στο μυαλό των ψηφοφόρων, η κοινωνική δικαιοσύνη συνδέεται με πολλά πράγματα.

Η Ανω Βουλή, που ελέγχεται από την Αριστερά, έχει αρχίσει μια εκστρατεία για την καθιέρωση κατώτατου μισθού.

Το δημοψήφισμα που έγινε στην Ελβετία και αποφάσισε τη μείωση των αποδοχών των υψηλών στελεχών προκάλεσε ενθουσιασμό στη Γερμανία, που θέλει να κάνει κάτι παρόμοιο.

Οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που αποφασίστηκαν πριν από ένα χρόνο από την κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών-Πρασίνων έχουν μάλλον αποκηρυχθεί. Η Αριστερά θέλει σήμερα να αυξήσει τους φόρους εισοδήματος και κληρονομιάς.

Αυτή η έμφαση στις ανισότητες βάζει σε δύσκολη θέση τον κυβερνητικό συνασπισμό, όπως δείχνει και η διαφωνία ανάμεσα στον Ρέσλερ και τη φον ντερ Λέγεν.

Το Χριστιανοδημοκρατικό και το Χριστιανοκοινωνικό κόμμα είναι μεν συντηρητικά, αλλά υποστηρίζουν καθολικές και λουθηρανικές απόψεις για την κοινωνική αλληλεγγύη.

Μόνο οι Φιλελεύθεροι υποστηρίζουν την ελεύθερη αγορά, αλλά αναγκάζονται να βάλουν κι αυτοί «νερό στο κρασί» τους, βλέποντας την κατρακύλα στις δημοσκοπήσεις.

Οι Χριστιανοδημοκράτες έχουν δώσει ενδείξεις ότι θα μπορούσαν να δεχθούν την καθιέρωση κατώτατου μισθού, ενώ μιλούν και για την επιβολή ορίων στις αποδοχές των στελεχών.

Η Μέρκελ ελπίζει να αφαιρέσει αρκετές ψήφους από την Αριστερά για να εμποδίσει οποιοδήποτε κόμμα να συγκροτήσει κυβέρνηση χωρίς αυτήν.

Έτσι, αν οι Φιλελεύθεροι δεν μπουν στη Βουλή, θα μπορεί να κυβερνήσει είτε μαζί με τους Σοσιαλδημοκράτες είτε μαζί με τους Πράσινους.

Η εικόνα της κοινωνικής δικαιοσύνης στη Γερμανία παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Το οικονομικό ίδρυμα DIW επισημαίνει ότι οι ανισότητες μεγάλωσαν σημαντικά μετά την ενοποίηση, άρχισαν όμως να μειώνονται μετά το 2005.

Δυστυχώς για την Αριστερά, η χρονιά εκείνη είναι που είδε τη Μέρκελ να ανεβαίνει στην εξουσία, πρώτα μαζί με τους Σοσιαλδημοκράτες κι ύστερα μαζί με τους Φιλελεύθερους.

Η κοινή γνώμη δεν συμφωνεί με αυτή την εικόνα. Σύμφωνα με μια μελέτη του ινστιτούτου Allensbach, το 69% των Γερμανών πιστεύουν ότι ο πλούτος και το εισόδημα κατανέμονται με άδικο τρόπο και ότι οι ανισότητες έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Αυτά είναι καλά νέα για την Αριστερά.

Από την άλλη πλευρά, η ίδια μελέτη δείχνει ότι οι Γερμανοί δεν θεωρούν την κοινωνική δικαιοσύνη συνώνυμη με την ισότητα, όπως θα ήθελε η Αριστερά.

Η Πρωτοβουλία για μια Νέα Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς, ένα ίδρυμα που χρηματοδοτείται από τις βιομηχανίες μετάλλου και ηλεκτρονικών, παρήγγειλε μια μελέτη που συγκρίνει τη Γερμανία με 27 μέλη του ΟΟΣΑ. Τα ερωτήματα όπου αναζητήθηκε απάντηση ήταν η στήριξη των αδυνάτων, η ανταμοιβή του ταλέντου και της προσπάθειας και η ισότητα των ευκαιριών.

Τα καλά νέα για τη Γερμανία είναι ότι στη συνολική κατάταξη έρχεται έβδομη, υστερώντας μόνο από τις σκανδιναβικές χώρες, τη Νέα Ζηλανδία, την Αυστρία και την Ολλανδία. Βρίσκεται δηλαδή σε καλύτερη θέση από την Αμερική και τη Βρετανία. Σε ό,τι αφορά τις ίσες ευκαιρίες, όμως, καταλαμβάνει τη 14η θέση.

Η Γερμανία έχει τη μικρότερη ανεργία των νέων στην Ευρώπη, μόλις 8%. Οι γυναίκες δυσκολεύονται όμως εδώ να βρουν δουλειές πλήρους απασχόλησης.

Η χώρα ξεχωρίζει για την κοινωνική και οικονομική της επιτυχία. Χρειάζεται όμως δουλειά σε ό,τι αφορά τις ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση.