Τα τελευταία είκοσι χρόνια, ο μέσος όρος θανάτων ετησίως μεταξύ των ορειβατών στο Έβερεστ ήταν περίπου έξι. Τη φετινή άνοιξη, ωστόσο, όπως γράφει το BBC, τουλάχιστον δέκα άνθρωποι έχουν ήδη χάσει τη ζωή τους ή αναφερθεί ως αγνοούμενοι στην υψηλότερη κορυφή του κόσμου. Τελευταίος ήταν ένας 61χρονος Αμερικανός, ο οποίος πάτησε στην κορυφή αλλά πέθανε κατεβαίνοντας.
Τη σεζόν αυτή, όπως σημειώνει το βρετανικό δίκτυο, δόθηκε και αριθμός-ρεκόρ για αναβάσεις, συνολικά 381, από την κυβέρνηση του Νεπάλ. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι περίπου 600 άνθρωποι προετοιμάζονταν για την ανάβαση, συνοδεία του προσωπικού υποστήριξης.
Ο αριθμός των φετινών θανάτων αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στον… συνωστισμό στο βουνό- είναι πολύ χαρακτηριστικές οι εικόνες του Euronews με τους ορειβάτες… στην αναμονή. Ωστόσο υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες.
The death toll on Mount Everest has risen to 11 this climbing season, with severe overcrowding at the peak.
Nepal officials have said that some climbers were getting caught in the crowds on the mountain and this was leading to exhaustion and dehydration. pic.twitter.com/IIqLbXkjdl
— euronews (@euronews) 28 May 2019
Οι ορειβάτες έχασαν το «παράθυρο» του καλού καιρού
Πολλοί από τους ορειβάτες άρχισαν να συγκεντρώνονται στην κατασκηνωτική βάση στις αρχές Μαΐου. Την ίδια ώρα, οι αρχές ανησυχούσαν για τις επιπτώσεις του κυκλώνα Fani, που είχε ήδη πλήξει την Ινδία και το Μπαγκλαντές.
Ο καιρός επιδεινώθηκε στα Ιμαλάια, από την πλευρά του Νεπάλ, λίγες ημέρες μετά, αναγκάζοντας την κυβέρνηση να αναστείλει όλες τις ορειβατικές δραστηριότητες για τουλάχιστον δύο ημέρες. Τουλάχιστον είκοσι σκηνές παρασύρθηκαν από τους ισχυρούς ανέμους και μετά την προειδοποίηση πολλοί ορειβάτες που βρίσκονταν ήδη καθ΄οδόν επέστρεψαν στη βάση. Η παρατεταμένη κακοκαιρία σημαίνει καθυστερήσεις και στην τοποθέτηση των σχοινιών για τους ορειβάτες που επιχειρούσαν να φτάσουν στην κορυφή. Εντωμεταξύ όμως, το πλήθος στην κατασκήνωση στη βάση του βουνού συνέχισε να συγκεντρώνεται.
Όταν ολοκληρώθηκε η τοποθέτηση των σχοινιών, στα μέσα Μαΐου, το πρώτο παράθυρο καλοκαιρίας ήταν στις 19 και 20 του μήνα. Όμως μόνο λίγες ομάδες αποφάσισαν να ανέβουν και η πλειονότητα περίμενε το δεύτερο παράθυρο, από τις 22 έως τις 24 Μαΐου.
Κακή διαχείριση του πλήθους
Ειδικοί της ορειβασίας λένε πως τότε έγινε κακή διαχείριση του πλήθους. Στις 23 Μαΐου ανέβηκε ο μέγιστος αριθμός ορειβατών μέσα σε μία ημέρα, πάνω από 250. Οι ορειβάτες έπρεπε να περιμένουν για ώρες κάτω από την κορυφή, τόσο ανεβαίνοντας όσο και κατεβαίνοντας. Πολλοί εξαντλούνταν και ξέμεναν από οξυγόνο. Η νομοθεσία του Νεπάλ απαιτεί οι αποστολές να έχουν «συνδέσμους» στα βουνά. Αυτή τη φορά, 59 είχαν οριστεί για να συνορεύουν τις ομάδες, αλλά μόνο πέντε έμεινα μέχρι το τελικό μέρος της ανάβασης. Κάποιοι, σύμφωνα με το BBC, δεν εμφανίστηκαν ποτέ, ενώ οι περισσότεροι από εκείνους που εμφανίστηκαν επέστρεψαν σπίτι έπειτα από λίγες ημέρες παραμονής στην κατασκηνωτική βάση. Συχνά, πρόκειται για κυβερνητικούς αξιωματούχους που δεν έχουν ορειβατική εμπειρία, οπότε δυσκολεύονται να διαχειριστούν το μεγάλο υψόμετρο. Πληρώνονται από τις ορειβατικές ομάδες και πολλοί προτιμούν να μένουν στο σπίτι τους. Εάν οι «σύνδεσμοι» είχαν παραμείνει στο βουνό, η διαχείριση του πλήθους θα ήταν πολύ πιο εύκολη.
«Θα είχαμε μοιράσει τις ομάδες ώστε περισσότεροι να ανέβουν στο πρώτο “παράθυρο καλοκαιρίας” κι έτσι η πίεση θα ήταν μικρότερη στη διάρκεια του δεύτερου» είπε στο βρετανικό δίκτυο κυβερνητικός αξιωματούχος. «Από τη στιγμή που δεν υπήρχε σχεδόν κανείς από τους “συνδέσμους”, έγινε πολύ δύσκολη η διαχείριση των ορειβατών».
Οι άπειροι ορειβάτες
Ειδικοί της ορειβασίας λένε πως υπάρχει αύξηση και στους άπειρους ορειβάτες, οι οποίοι επιχειρούν να ανέβουν στο Έβερεστ. Τέτοια εποχή, πολλοί έχουν μόνο ένα οδηγό σέρπα στην ομάδα τους, λένε αξιωματούχοι στην κατασκηνωτική βάση. «Όταν έχεις μία τέτοια επικίνδυνη κατάσταση, ο ένας σέρπα δεν μπορεί να σε βοηθήσει πολύ επειδή πρέπει να βοηθήσει και τον εαυτό του» εξηγούν.
Ορισμένοι από τους ορειβάτες που επέστρεψαν έχοντας κατακτήσει την κορυφή λένε πως είδαν ορειβάτες να δυσκολεύονται επειδή ξέμεναν από οξυγόνο, καθώς έπρεπε να περιμένουν περισσότερο από το αναμενόμενο.
«Αυτή ή νέα γενιά ορειβατών θέλει διακαώς να φτάσει στην κορυφή και να περηφανεύεται γι’ αυτό πίσω στο σπίτι και δεν ξέρει αρκετά για να καταλάβει τη διαφορά ανάμεσα στο να ανεβαίνει κανείς στο Έβερεστ ή στο Μακάλου, την 5η υψηλότερη κορυφή νοτιοανατολικά του Έβερεστ» δηλώνει στο βρετανικό δίκτυο η έμπειρη ορειβάτης Alan Arnette. Βετεράνοι της ορειβασίας ζητούν εδώ και καιρό από την κυβέρνηση του Νεπάλ να υιοθετήσει κριτήρια για να χορηγεί τις άδειες ανάβασης στο Έβερεστ, όπως την υποχρεωτική εμπειρία σε αναβάσεις άνω των 6.000 μέτρων.
Ανταγωνισμός μεταξύ των διοργανωτών των αποστολών
Η προσπάθεια προσέλκυσης ορειβατών διατεθειμένων να πληρώσουν για να ανέβουν στην υψηλότερη κορυφή του κόσμου έχει οδηγήσει σε μεγάλο ανταγωνισμό μεταξύ των εταιρειών που διοργανώνουν τις αποστολές. Με την είσοδο νέων γραφείων, που πρόσφεραν χαμηλότερες τιμές, ορισμένα κι από τις πιο καταξιωμένες εταιρείες έριξαν τα κόστη τους. «Το αποτέλεσμα είναι πως προσλαμβάνουν άπειρους ανθρώπους για οδηγούς, οι οποίοι δεν ξέρουν να δώσουν τις σωστές οδηγίες στους πελάτες τους σε μία τέτοια δύσκολη κατάσταση» δηλώνει ο Tshering Pande Bhote, αντιπρόεδρος του συνδέσμου Nepal National Mountain Guides Association. «Δυστυχώς ο ανταγωνισμός αφορά την ποσότητα και όχι την ποιότητα».