Τα αποτελέσματα των ιταλικών εκλογών, που φέρνουν ξανά στο επίκεντρο της προσοχής το θέμα των προγραμμάτων λιτότητας που προωθείται στην ΕΕ, έχουν δημιουργήσει μία σοβαρή αμηχανία στις Βρυξέλλες, οι οποίες αφ’ ενός δηλώνουν πως αφουγκράζονται με προσοχή «το μήνυμα ανησυχίας» των Ιταλών, αλλά επιμένουν στην ανάγκη να συνεχισθούν οι πολιτικές δημοσιονομικής προσαρμογής.
Τόσο στις Βρυξέλλες, όσο και στις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, οι υπεύθυνοι προσπάθησαν να διαλύσουν τις ανησυχίες που προκαλεί η πιθανότητα του πολιτικού αδιεξόδου στην Ιταλία, με τον εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ολιβιέ Μπαγί να υπογραμμίζει πως στην ΕΕ «έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στη δυνατότητα της Ιταλίας να σχηματίσει σύντομα κυβέρνηση και να τηρήσει τις δεσμεύσεις της προς την Ευρώπη».
Το Βερολίνο από την πλευρά του έκρινε πως είναι «αναγκαίο» να υπάρξει στη Ρώμη «μία σταθερή και λειτουργική κυβέρνηση».
Εάν παραταθεί, αυτή «η αστάθεια δεν θα ήταν καλή για την ΕΕ», εξηγεί ο Πασκάλ Ντελβίτ του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκών Σπουδών στις Βρυξέλλες, ενώ για τον επικεφαλής των Φιλελεύθερων Ευρωβουλευτών Γκι Φέρχοφσταντ υπάρχει κίνδυνος για μία επιστροφή «στους πιο ζοφερούς καιρούς της κρίσης στην ευρωζώνη».
Απογοητευμένος από το αποτέλεσμα ήταν και ο Ισπανός ΥΠΕΞ Χοσέ Μανουέλ Γκαρθία-Μαργάλιο, ο οποίος δήλωσε πως είναι «εξαιρετικά ανήσυχος», διότι «τα ιταλικά αποτελέσματα αποτελούν ένα άλμα στο κενό, το οποίο δεν προμηνύει καλές συνέπειες για κανέναν–ούτε για την Ιταλία, αλλά ούτε και για την υπόλοιπη Ευρώπη».
Μεταξύ των πρώτων που αντέδρασαν στο αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών ήταν ο Γερμανός σοσιαλδημοκράτης πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος επέμεινε στην ανάγκη να ληφθεί υπόψη «η ευρεία ψήφος διαμαρτυρίας» των Ιταλών ψηφοφόρων, οι οποίοι «δεν είναι ικανοποιημένοι» από τα αυστηρά μέτρα λιτότητας, και πρόσθεσε πως ένα από τα διδάγματα αυτών των εκλογών είναι πως «ο κόσμος είναι έτοιμος να κάνει θυσίες, αλλά όχι μ’ οποιοδήποτε κόστος».
Μετά τις εκλογές στην Ελλάδα, η ψήφος στην Ιταλία αποτελεί «άλλο ένα καμπανάκι κινδύνου» που οι ηγέτες «οφείλουν να αφουγκρασθούν», υποστηρίζει από την πλευρά της η Μπερναντέτ Σεγκόλ, ΓΓ της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων (CES), καθώς τα αποτελέσματα υποδεικνύουν πως «πολλοί άνθρωποι δεν κατανοούν πως η Ευρώπη ναι μεν βρίσκει τα χρήματα για να σώσει τις τράπεζες, αλλά όχι για να επανεκκινήσει την ανάπτυξη».
Η αδυναμία να κατανοηθεί αυτή η προοπτική εξηγεί εν μέρει την παταγώδη εκλογική αποτυχία του εκλεκτού των Βρυξελλών–και ιδίως της Γερμανίας που προώθησε την τοποθέτησή του στο πηδάλιο της χώρας–εντολοδόχου πρωθυπουργού της Ιταλίας Μάριο Μόντι, κύριου αρχιτέκτονα της πολιτικής των περικοπών και της λιτότητας.
Σύμφωνα με τη μεγαλύτερη σε κυκλοφορία εφημερίδα της Ιταλίας Κοριέρε ντέλα Σέρα, η μόνη λύση που απομένει είναι είτε νέες εκλογές, ή ο σχηματισμός μίας διευρυμένης κυβερνητικής συμμαχίας, αλλά και τούτο μόνον μετά την ανάδειξη του νέου προέδρου της δημοκρατίας, καθώς η θητεία του νυν προέδρου Τζόρτζο Ναπολιτάνο λήγει τον Μάιο.