Καθώς έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για την ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας στην Ιταλία, οι αναλυτές εκφράζουν έντονες ανησυχίες για το ενδεχόμενο η δυσαρέσκεια για την λιτότητα να οδηγήσει σε ισχυρή ψήφο διαμαρτυρίας, κάτι που ίσως δώσει συσχετισμούς που δεν θα επιτρέπουν την δημιουργία ισχυρών πλειοψηφιών στη Βουλή, και κυρίως στη Γερουσία.
Η αγωνία διακατέχει τα κομματικά επιτελεία, αλλά και τα κέντρα εξουσίας στην Ε.Ε.: θα έχει η Ιταλία μια σταθερή κυβέρνηση με ισχυρή πλειοψηφία; ποιές θα είναι οι πιθανότητες του Μάριο Μόντι, εγγυητή της σοβαρότητας και της σταθερότητας, να συμμετάσχει στην κυβέρνηση, αν κερδίσει η κεντροαριστερά;
Ο ιταλικός Τύπος, ελλείψει σημαντικών δηλώσεων από τους υποψηφίους, επισημαίνει τη μεγάλη αποχή από τις κάλπες την χθεσινή, πρώτη μέρα της εκλογικής διαδικασίας. Η συμμετοχή έφτασε μόλις το 55,2%, ενώ το 2008 ήταν τουλάχιστον επτά ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερη.
«Απαραίτητη η υπευθυνότητα», είναι ο τίτλος της εφημερίδας Il Corriere della Sera, εν αναμονή των αποτελεσμάτων για το ποιός θα κυβερνήσει την Ιταλία.
Η εφημερίδα του Μιλάνου περιγράφει μια «αποπροσανατολισμένη χώρα».
«Η Ιταλία γυρίζει την πλάτη στην πολιτική, εγκαταλείπει τις κάλπες θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να διαμαρτυρηθεί», επισημαίνει η εφημερίδα της αριστεράς Il Fatto Quotidiano.
Τέσσερις μεγάλοι συνασπισμοί αναμετρώνται: αυτός των κεντρώων με επικεφαλής τον απερχόμενο πρωθυπουργό Μάριο Μόντι, ο κεντροδεξιός του προκατόχου του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, η συμμαχία της κεντροαριστεράς υπό τον Πιερ Λουίτζι Μπερσάνι και τέλος, το αντισυστημικό μπλοκ του ηθοποιού Μπέπε Γκρίλο.
Σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες δημοσκοπήσεις, το Δημοκρατικό Κόμμα του Μπερσάνι είναι φαβορί με περίπου το 34% της πρόθεσης ψήφου. Αλλά δεν είναι σίγουρο ότι θα μπορέσει να εγγυηθεί την πολιτική σταθερότητα της χώρας: ίσως κερδίσει τη Βουλή των Αντιπροσώπων, αλλά μπορεί να μην έχει την πλειοψηφία της Γερουσίας, στην οποία ισχύουν διαφορετικοί εκλογικοί κανόνες, αλλά έχει το ίδιο πολιτικό βάρος.
Ο Μπέπε Γκρίλο είναι ο μόνος από τους υποψήφιους που όργωσε όλη την Ιταλία σε μια «περιοδεία-τσουνάμι». Εκμεταλλευόμενος τα άγχη και τις αγωνίες που δημιούργησε η οικονομική κρίση κυρίως στους ανέργους και τους ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων, καταφέρθηκε εναντίον των παραδοσιακών κομμάτων και παρουσίασε ένα πρόγραμμα, το οποίο οι αντίπαλοί του χαρακτηρίζουν «λαϊκίστικο»: κατώτατος μισθός στα χίλια ευρώ, μείωση των μισθών των πολιτικών και έξοδος από την ευρωζώνη.
Ένας άλλος άγνωστος παράγοντας είναι το ποσοστό που θα συγκεντρώσει ο Μπερλουσκόνι, ο οποίος άφησε τη χώρα το 2011 στα πρόθυρα οικονομικής ασφυξίας, αλλά πραγματοποίησε μια θεαματική επάνοδο, βασίζοντας την προεκλογική του εκστρατεία στη μείωση των φόρων.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τον Μάριο Μόντι που είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στις αγοές γιατί αποκατέστησε την αξιοπιστία της Ιταλίας, κινδυνεύει να πληρώσει τις συνέπειες της πολιτικής λιτότητας που εφάρμοσε.