Πριν από τρεις εβδομάδες, ο πρωθυπουργός της Ινδίας διόρισε τον Σιέντ Ασίφ Ιμπραήμ ως τον νέο διευθυντή της ινδικής αντικατασκοπείας. Ο Ιμπραήμ είναι μουσουλμάνος.
Η Ινδία είναι μια χώρα όπου κυριαρχούν οι Ινδουιστές, αλλά ταυτόχρονα είναι και η τρίτη σε μέγεθος μουσουλμανική χώρα στον κόσμο. Η μεγαλύτερη απειλή για την ασφάλειά της προέρχεται από τους βίαιους μουσουλμάνους εξτρεμιστές. Το να διοριστεί λοιπόν ένας μουσουλμάνος ως επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών είναι μεγάλη υπόθεση. Δείχνει όμως και την εξέλιξη που έχουν οι μειονότητες στη χώρα αυτή.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, μια ανάλογη εξέλιξη στην Αίγυπτο θα ήταν ο διορισμός ενός Κόπτη Χριστιανού ως αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων. Παράλογο; Ίσως. Αν όμως συνεχίσει να είναι παράλογο σε μία ή δύο δεκαετίες, γράφει ο Τόμας Φρίντμαν στους Νιου Γιορκ Τάιμς, θα ξέρουμε ότι η δημοκρατία στην Αίγυπτο απέτυχε. Θα ξέρουμε ότι η Αίγυπτος πήρε τον δρόμο του Πακιστάν και όχι της Ινδίας. Ότι δηλαδή ο στρατός και η Μουσουλμανική Αδελφότητα αλληλοτροφοδοτούνται για να παραμείνουν επ’ άπειρον στην εξουσία, με τον λαό να εξακολουθεί να είναι θεατής.
Το κατά πόσον όμως η Αίγυπτος θα πάρει τον δρόμο του Πακιστάν ή της Ινδίας θα καθορίσει το μέλλον της δημοκρατίας σε όλο τον αραβικό κόσμο.
Είναι αλήθεια ότι η Ινδία εξακολουθεί να έχει προβλήματα διακυβέρνησης και οι Μουσουλμάνοι είναι θύματα διακρίσεων. Είναι επίσης αλήθεια, όμως, ότι τις έξι τελευταίες δεκαετίες η δημοκρατία έσπασε πολλά ταμπού, όπως η φυλή και η θρησκεία, και επέτρεψε σε διάφορους τομείς της κοινωνίας να ανέλθουν με βάση την αξία τους – όπως έγινε με τον Ιμπραήμ.
Από την άλλη πλευρά, έξι δεκαετίες τυραννίας στην Αίγυπτο οδήγησαν σε μια βαθύτατα διχασμένη χώρα, όπου ευρέα κοινωνικά στρώματα δεν γνωρίζουν ούτε εμπιστεύονται το ένα το άλλο και οι θεωρίες συνωμοσίας κυριαρχούν. Αυτό που πρέπει να αναρωτηθεί λοιπόν η Αίγυπτος είναι πώς τα κατάφερε η Ινδία, μια άλλη πρώην βρετανική αποικία.
Η μία απάντηση είναι ο χρόνος. Η Ινδία έχει πίσω της δεκαετίες λειτουργικής δημοκρατίας, ενώ αγωνιζόταν για τη δημοκρατία και πριν από την ανεξαρτησία της. Η Αίγυπτος έχει λιγότερα από δύο χρόνια δημοκρατίας.
Επιπλέον, όπως λέει ο αμερικανός καθηγητής και συγγραφέας Λάρι Ντάιαμοντ, το κυρίαρχο πολιτικό κόμμα στην Ινδία όταν ανέτρεψε την αποικιοκρατία «ήταν πιθανότατα το πιο πολυεθνικό και δημοκρατικό πολιτικό κόμμα που αγωνίστηκε για την ανεξαρτησία σε οποιαδήποτε αποικία του 20ού αιώνα: το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο». Το κυρίαρχο κόμμα στην Αίγυπτο όταν ανατράπηκε ο Μουμπάρακ, αντίθετα, ήταν η Μουσουλμανική Αδελφότητα, ένα κόμμα με αυταρχικές ρίζες, που μόνο πρόσφατα εξελίχθηκε σε κάτι πιο ανοιχτό και πλουραλιστικό.
Αποκαλυπτική είναι επίσης η σύγκριση ανάμεσα στους πολιτικούς κληρονόμους του Μαχάτμα Γκάντι και του Σαγίντ Κουτμπ, πατέρα του ριζοσπαστικού ισλαμισμού.
Ο Νεχρού μπορεί να μην ήταν άγιος, επιδίωξε όμως να προωθήσει ένα πνεύμα ανοχής, σεβασμού και συναίνεσης. Οι σκληροπυρηνικοί ηγέτες της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, αντίθετα, εκτόπισαν τους μετριοπαθείς από τους κόλπους τους, ανέλαβαν έκτακτες εξουσίες και ξυλοκόπησαν τους αντιπάλους τους στους δρόμους.
Ύστερα είναι ο στρατός. Αντίθετα με το Πακιστάν, οι ηγέτες που ανέλαβαν την εξουσία στην Ινδία μετά την ανεξαρτησία διαχώρισαν τον στρατό από την πολιτική.
Ο Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ, πάλι, έφερε μετά το 1952 τον στρατό μέσα στην πολιτική, όπου τον διατήρησαν οι διάδοχοί του. Όταν έπεσε ο Μουμπάρακ, και οι νέοι ηγέτες της Αδελφότητας οδήγησαν τον στρατό στους στρατώνες, οι στρατηγοί αισθάνθηκαν ότι έπρεπε να φτάσουν σ’ ένα συμβιβασμό για να προστατεύσουν τα τεράστια οικονομικά τους συμφέροντα. Το αποτέλεσμα, σημειώνει ο Ντάιαμοντ, είναι ότι η επιρροή τους σήμερα είναι περιορισμένη.
Ναι, η δημοκρατία μετράει. Αλλά η Μουσουλμανική Αδελφότητα πρέπει να κατανοήσει ότι δημοκρατία είναι πολύ περισσότερα πράγματα από τη νίκη στις εκλογές. Η Αίγυπτος πρέπει να ενθαρρύνει την κουλτούρα του διαλόγου. Γιατί εκλογές χωρίς αυτή την κουλτούρα είναι σαν έναν υπολογιστή χωρίς λογισμικό: απλώς δεν λειτουργεί.