Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας για τις συνθήκες διαβίωσης των Γερμανών, όπου ένας στους 20 δεν μπορεί να πληρώσει εγκαίρως τους λογαριασμούς του ή παραλείπει γεύματα επειδή δεν έχει αρκετά χρήματα για φαγητό.
Σχεδόν το 5,3% του πληθυσμού ζει σε συνθήκες στέρησης δηλαδή δεν μπορεί να πληρώνει εγκαίρως το ενοίκιο, να τρώει κρέας τουλάχιστον κάθε δεύτερη μέρα ή να μπορεί να αγοράσει αυτοκίνητο, πλυντήριο ή έγχρωμη τηλεόραση.
Το ποσοστό εκείνων που κινδυνεύουν πολύ από τη φτώχεια ανέρχεται σε 15,8% -δηλαδή 12,8 εκατομμύρια Γερμανοί- σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν πριν από μια εβδομάδα στη δημοσιότητα, παρά την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Οι γερμανοί στατιστικολόγοι πραγματοποίησαν έρευνα σε τυχαίο δείγμα 13.500 νοικοκυριών τον περασμένο χρόνο για να διαπιστώσουν τις οικονομικές τους δυνατότητες και υπέβαλαν σε όσους συμμετείχαν το ερώτημα αν το εισόδημά τους από τη δουλειά, το επίδομα της κοινωνικής πρόνοιας ή τη σύνταξη, είναι αρκετό.
Ως φτώχεια ορίστηκε το να ικανοποιεί κάποιος τουλάχιστον τέσσερα από τα εννέα κριτήρια.
Παρότι η Γερμανία έχει μέχρι στιγμής πληγεί λιγότερο από την ύφεση που καταγράφεται στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης, οι πιο φτωχοί από τους πολίτες δεν έχουν ωφεληθεί σχεδόν καθόλου από την οικονομική ανάπτυξη.
Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ την περασμένη εβδομάδα εξέφρασε την ανησυχία της για το γεγονός ότι οι φτωχοί στερούνται ενός επαρκούς συνταξιοδοτικού προγράμματος για τις μεγάλες ηλικίες.
Ο ορισμός που αποδίδει στην έννοια της φτώχειας η Γερμανία είναι αρκετά υψηλότερος από εκείνον της Παγκόσμιας Τράπεζας και των Ηνωμένων Εθνών, δηλαδή το να πρέπει κάποιος να ζήσει με λιγότερο από 1,25 δολάριο την ημέρα.
Την περασμένη εβδομάδα, η καθολική ανθρωπιστική οργάνωση Caritas ανακοίνωσε ότι η φτώχεια αυξάνεται και στην Ιταλία και πλήττει και νέα κοινωνικά στρώματα, κυρίως συνταξιούχους και γυναίκες.