Έντονες επικρίσεις δέχεται ο ιρανός πρόεδρος Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ από ιρανικά μέσα ενημέρωσης για τα «φιλοαμερικανικά» σχόλια που έκανε κατά διάρκεια του ταξιδιού του στη Νέα Υόρκη την περασμένη εβδομάδα.
Σε συνεντεύξεις που παραχώρησε προς ΜΜΕ στις ΗΠΑ όπου μετέβη για να συμμετάσχει στη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ο Αχμαντινετζάντ έθεσε θέμα επανάληψης των διπλωματικών σχέσεων με την αμερικάνικη κυβέρνηση.
«Εάν η κυβέρνηση των ΗΠΑ κάνει ένα βήμα για να υπάρξει κατανόηση ανάμεσα στα δύο κράτη, η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν είναι έτοιμη να επανεξετάσει την αρνητική στάση της σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ και να συμβάλει να βελτιωθούν οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες γρηγορότερα», είπε ο Αχμαντινετζάντ στο περιθώριο των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης.
Ο ιρανός πρόεδρος πρόσθεσε ότι θα προτιμούσε να γίνουν διαπραγματεύσεις σχετικά με το αμφιλεγόμενο πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας του μόνον με τις ΗΠΑ, παρά να συνεχιστούν αυτές που διεξάγονται ήδη και στις οποίες συμμετέχουν επίσης η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ρωσία και η Κίνα.
Όμως το Σύνταγμα του Ιράν ορίζει πως για κρατικά θέματα στρατηγικής σημασίας τις αποφάσεις λαμβάνει αποκλειστικά ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, ο Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.
«Οποιαδήποτε απόφαση για την επανάληψη των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες εναπόκειται αποκλειστικά στην δικαιοδοσία του ανώτατου ηγέτη», είπε ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής επιτροπής για την εξωτερική πολιτική Αλαεντίν Μπορουτζερντί.
Ο σύμβουλος του Χαμενεΐ για θέματα εξωτερικής πολιτικής Αλί Ακμπάρ Βελαγιατί είπε ότι δεν έχει υπάρξει καμιά αλλαγή σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και πρόσθεσε πως ακόμα κι αν είχε υπάρξει, αυτό θα ανακοινωνόταν από τον ανώτατο ηγέτη, όχι τον πρόεδρο.
Η εφημερίδα Καϊχάν, η οποία θεωρείται ότι ασκεί σημαντική επιρροή στη χώρα, σχολίασε σε κύριο άρθρο της ότι ο Αχμαντινετζάντ ντροπιάστηκε και εξέθεσε το Ιράν προσφέροντας την αποκατάσταση των διμερών σχέσεων χωρίς να έχει πάρει κάτι σε αντάλλαγμα από τις ΗΠΑ.
Το Ιράν και οι ΗΠΑ δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις εδώ και πάνω από τρεις δεκαετίες.