Περισσότερο από το ένα πέμπτο των τεστ που έγιναν το 2017 από την Υπηρεσία Διατροφικών Κανόνων (FSA) επί δειγμάτων κρέατος που πωλήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο έδειξαν ίχνη DNA ζώου που δεν περιλαμβανόταν στην ετικέτα, σύμφωνα με δημοσίευμα του BBC.
Τα 145 δείγματα από τα 665 τεστ που έγιναν σε εστιατόρια και καταστήματα στην Αγγλία, την Ουαλία και τη Βόρεια Ιρλανδία, δηλαδή το 21,8%, περιείχαν τουλάχιστον κατά ένα μέρος, από άνω του 1% έως ολοκληρωτικά απροσδιόριστου είδους κρέατος.
Σύμφωνα με την FSA, η ύπαρξη του ποσοστού απροσδιόριστου είδους κρέατος αντιστοιχεί σε σκόπιμη ανάμειξη προϊόντων. Τα αποτελέσματα των τεστ ωστόσο «δεν είναι αντιπροσωπευτικά» της πρακτικής της βιομηχανίας ειδών διατροφής, σύμφωνα με την FSA.
Τα δείγματα ελήφθησαν από 73 καταστήματα, 50 εστιατόρια και 22 βιομηχανίες παρασκευής ή επεξεργασίας ειδών διατροφής. Ορισμένα δεν περιείχαν κανένα ίχνος του κρέατος που ανήγγελλε η ετικέτα, ενώ άλλα περιείχαν τέσσερα διαφορετικά είδη κρεάτων, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το προϊόν με τα περισσότερα «λάθη ετικέτας» είναι ο κιμάς και ακολουθούν τα λουκάνικα και τα σουβλάκια. Έτοιμα γεύματα όπως πίτσα ή σπαγγέτι μπολονέζ κρίθηκαν επίσης ένοχα.
Τα στοιχεία αυτά περιήλθαν στο BBC κατόπιν αιτήματος που βασίσθηκε στον νόμο που εφαρμόσθηκε το 2000 για την ελευθερία στην πληροφόρηση (Freedom of Information Act) και δημοσιεύονται πέντε χρόνια μετά το σκάνδαλο του κρέατος αλόγου που βρέθηκε σε προϊόντα βοδινού κρέατος και αφορούσε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ανάμεσά τους και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, από την οποία θα αποχωρήσει τον Μάρτιο το Ηνωμένο Βασίλειο, έχει ενισχύσει τη νομοθεσία της ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη του σκανδάλου αυτού.