Ακρόαση στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας θα έχει ο Αμερικανός υπουργός των Εξωτερικών Μάικ Πομπέο την επόμενη εβδομάδα, σύμφωνα με το «Politico».
Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της ακρόασης θα βρεθούν δύο συναντήσεις με ξένους ηγέτες, που είχε το πρόσφατο χρονικό διάστημα ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.
Η ακρόαση του Πομπέο, που θα πραγματοποιηθεί το απόγευμα της 25ης Ιουλίου, θα είναι δημόσια, ενώ ο ίδιος θα κληθεί ν’ απαντήσει σε ερωτήσεις για τις συναντήσεις του Τραμπ με τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά και τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ουν.
Οι Δημοκρατικοί έχουν ήδη ζητήσει από την αμερικανική κυβέρνηση να λάβουν ενημέρωση σχετικά με τις εξελίξεις στο πρόβλημα με τη Βόρεια Κορέα.
Παράλληλα, έχουν απαιτήσει από τους Ρεπουμπλικάνους να καλέσουν τον Πομπέο, προκειμένου να συζητήσουν και την κατάσταση που διαμορφώνεται με τη Ρωσία. Η εξέλιξη αυτή καταγράφεται μετά την κοινή συνέντευξη Τύπου του προέδρου Τραμπ με τον Ρώσο πρόεδρο, η οποία και προκάλεσε σοβαρές αντιδράσεις στις ΗΠΑ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, στη συνέντευξη αυτή, υποστήριξε την άποψη Πούτιν σχετικά με τη μη εμπλοκή της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016, αφήνοντας εκτεθειμένες τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες.
Ωστόσο, μετά τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν από τη συνέντευξη, αλλά και τη γενικότερη στάση του, ο Αμερικανός πρόεδρος παραδέχτηκε την ανάμειξη της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016, χωρίς όμως, κατά την άποψή του, η ανάμειξη αυτή να έχει επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας Μπομπ Κόρκερ άσκησε προσωπικές πιέσεις στην αμερικανική κυβέρνηση, προκειμένου ο Πομπέο να εμφανιστεί ενώπιον της επιτροπής, σύμφωνα με πηγή που έχει λάβει γνώση για τις συνομιλίες που προηγήθηκαν της εξέλιξης αυτής.
Ο ηγέτης της μειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ κάλεσε χθες επίσης τον πρεσβευτή των ΗΠΑ στη Ρωσία Τζον Χάντσμαν, αλλά και τον Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ Νταν Κοτς, να καταθέσουν ενώπιον της επιτροπής για τη συνάντηση που είχε προχθές ο πρόεδρος Τραμπ με τον Πούτιν.
Πριν ακόμη από το έντονο κλίμα πολιτικής πόλωσης μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών που προκάλεσε η συνάντηση των δύο προέδρων, ο Γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ, που είναι ηγετικό στέλεχος των Δημοκρατικών στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, είχε εκφράσει την ελπίδα ότι ο Πομπέο θα συμφωνούσε να καταθέσει ενώπιον των γερουσιαστών την επόμενη εβδομάδα.
Εν τω μεταξύ τη διεξαγωγή μιας προηγούμενης ενημέρωσης της Γερουσίας σχετικά με τη συνάντηση Τραμπ-Κιμ που έγινε στην Σιγκαπούρη στις 12 Ιουνίου, ακύρωσε η αμερικανική κυβέρνηση. Ο επαναπρογραμματισμός της ενημέρωσης αυτής φαίνονταν απροσδιόριστος, πριν από τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών στο Ελσίνκι.
Πέρα από τους Δημοκρατικούς και οι Ρεπουμπλικάνοι υιοθετούν μία επιθετική στάση έναντι της Ρωσίας μετά τη συνάντηση Τραμπ-Πούτιν, ενώ προς την κατεύθυνση αυτή είναι χαρακτηριστική η τοποθέτηση του ηγέτη της πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων στην Γερουσία Μιτς Μακόνελ.
Ο ίδιος εξέφρασε την άποψη ότι η Γερουσία θα πρέπει να προχωρήσει στην επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Ρωσίας μετά τη συνάντηση μεταξύ των δύο προέδρων.
Ο Μακόνελ αναφέρθηκε σε ένα δικομματικό νομοσχέδιο των Γερουσιαστών Μάρκο Ρούμπιο (Ρεπουμπλικανικό Κόμμα) και Κρις Βαν Χόλεν (Δημοκρατικό Κόμμα) το οποίο προέβλεπε την επιβολή νέων κυρώσεων στη Μόσχα, στην περίπτωση που οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες εντοπίσουν εμπλοκή της Ρωσίας στη διεξαγωγή μελλοντικών αμερικανικών εκλογών.
Από την άλλη μεριά, ο ηγέτης της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας δεν προχώρησε περισσότερο και δεν έλαβε κάποιες πρακτικές δεσμεύσεις για την ψήφιση του νομοσχεδίου από την ολομέλεια της Γερουσίας ή για την κατάθεση άλλων νομοσχεδίων, που προβλέπουν την ενίσχυση των αμερικανικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας.
Ωστόσο όπως δήλωσε ο Μακόνελ στους δημοσιογράφους: «Υπάρχει πιθανότητα να περάσουμε νομοσχέδιο σχετικά με αυτό».
Η δήλωση αυτή του Μακόνελ προς τους δημοσιογράφους έγινε μόλις μία ημέρα μετά τη συνάντηση Τραμπ-Πούτιν στο Ελσίνκι και είναι ενδεικτική του κλίματος έντασης που επικρατεί στους Ρεπουμπλικάνους, αλλά και της κλιμάκωσης της πόλωσης μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών.
Η όξυνση της πολιτικής έντασης επηρεάζει και τη ροή των νομοσχεδίων που κατατίθενται προς ψήφιση στην ολομέλεια σώματος, όπου καταγράφονται αλλαγές.
Τόσο ο Μακόνελ, όσο και τα υπόλοιπα στελέχη της ηγεσίας των Ρεπουμπλικάνων χρησιμοποίησαν την εβδομαδιαία συνέντευξη Τύπου και τις δηλώσεις τους προς τους δημοσιογράφους, προκειμένου να δώσουν έμφαση στη σύμφωνη γνώμη τους με το συμπέρασμα της κοινότητας των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών για την υπόθεση εμπλοκής της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016.
Παράλληλα, τα ηγετικά στελέχη των Ρεπουμπλικάνων δεν έχασαν την ευκαιρία προκειμένου να διαβεβαιώσουν την Ευρώπη για την τήρηση των δεσμεύσεων ασφάλειας που έχουν αναλάβει οι ΗΠΑ, απέναντι στους Ευρωπαίους συμμάχους τους.
Ο Σούμερ με δηλώσεις του στους δημοσιογράφους άσκησε κριτική στον πρόεδρο Τραμπ, ενώ και ο ίδιος υποστηρίζει το δικομματικό νομοσχέδιο των Ρούμπιο-Βαν Χόλεν. Ωστόσο, οι Δημοκρατικοί τάσσονται υπέρ της υιοθέτησης και άλλων μέτρων, ενώ ζητούν να καταθέσουν οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ σχετικά με τις λεπτομέρειες της προσωπικής συζήτησης των δύο προέδρων.
Το νομοσχέδιο Ρούμπιο-Βαν Χόλεν «είναι καλό» υποστήριξε ο Σούμερ. «Είναι απαραίτητο, αλλά δεν είναι αρκετό», τόνισε ο ίδιος.
Ο Ρούμπιο από την πλευρά του δήλωσε ότι θα «υπερδιπλασιάσει» τις προσπάθειές του για να ψηφιστεί το αναφερόμενο νομοσχέδιο, ενώ σχολίασε θετικά το ενδιαφέρον της ηγεσίας των Ρεπουμπλικάνων, που ενδεχόμενα να απενεργοποιήσει πολιτικά μία προσπάθεια άσκησης βέτο. Ωστόσο, ο ίδιος εμφανίστηκε επιφυλακτικός για το πόσο γρήγορα θα μπορούσε να ψηφιστεί το αναφερόμενο νομοσχέδιο. «Θα βρει τον δρόμο του στην ολομέλεια. Από την στιγμή που θα αρχίσει η διαδικασία για τον διορισμό στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, θα είναι δύσκολο», τόνισε ο Ρούμπιο.
Ο γερουσιαστής αναφέρθηκε στη χρονική πίεση που υπάρχει για την επικύρωση του διορισμού του δικαστή Κάβανο υπό το πρίσμα διεξαγωγής του προεκλογικού αγώνα για τις ενδιάμεσες εκλογές που θα πραγματοποιηθούν στις αρχές Νοεμβρίου.
Ο Ρεπουμπλικάνος Γερουσιαστής Τζον Θουν από τη Νότια Ντακότα που βρίσκεται στην 3η θέση της ηγεσίας του κόμματος εμφανίστηκε επιφυλακτικός για την πραγματική πολιτική δυναμική που έχει το νομοσχέδιο Ρούμπιο-Βαν Χόλεν κατά την περίοδο αυτή.
Ο ίδιος το περιέγραψε ως «μία πρόταση, μία επιλογή» που είναι διαθέσιμη. Η Γερουσία που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους συζητάει «διαφορετικές ιδέες για το πως θα προσεγγίσει αυτό το θέμα. Αλλά είναι σίγουρο ότι τα άσκοπα παιχνίδια με τους Ρώσους στις εκλογές του 2018 θα…, προκαλέσουν κάποια αντίδραση», παρατήρησε ο Θουν.