Μπορεί η κυβέρνηση της Ιρλανδίας να γιόρταζε χθες τη νίκη της στο δημοψήφισμα για το Δημοσιονομικό Σύμφωνο της ΕΕ, ωστόσο ήταν γενική η παραδοχή ότι πολλοί από όσους ψήφισαν «ναι» το έκαναν με μεγάλη επιφύλαξη.
Το «ναι» συγκέντρωσε το 60,3% των ψήφων, ενώ εναντίον του συμφώνου δημοσιονομικής σταθερότητας ψήφισε το 39,7%.
«Υπήρξαν πολλοί που ήταν δυστυχείς που ψήφισαν ‘ναι’ και ακόμα περισσότερο δυστυχείς που ψήφισαν ‘όχι’», παραδέχθηκε χθες η υπουργός Κοινωνικής Προστασίας Τζόαν Μπέρτον, η οποία έκανε εκστρατεία υπέρ του «ναι» με το μείζων κόμμα του κυβερνητικού συνασπισμού με τους Εργατικούς, το Fine Gael.
«Το μήνυμα προς εμάς ως κυβέρνηση είναι ότι χρειάζεται να ξαναρχίσουμε τον διάλογο με την Ευρώπη», πρόσθεσε. «Τόσοι πολλοί υπέστησαν τεράστια δεινά τα τελευταία λίγα χρόνια. Θα αρχίσουμε να εργαζόμαστε ξανά αύριο για τους ανθρώπους που είναι άνεργοι, για τις οικογένειες τα εισοδήματα των οποίων επλήγησαν».
Η Μέρι Λου Μακντόναλντ, αντιπρόεδρος του Sinn Fein, που ηγήθηκε της εκστρατείας υπέρ του «όχι», εναντίον του «Συμφώνου Λιτότητας», όπως αποκαλεί το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, επισήμανε ότι ο φόβος ήταν ο βασικός παράγοντας που ώθησε πολλούς να ψηφίσουν «ναι».
«Πολλοί άνθρωποι πήγαν στα εκλογικά τμήματα νοιώθοντας ότι δεν είχαν επιλογή. Ο κόσμος ήταν πολύ φοβισμένος. Γνωρίζω ότι ο παράγοντας του φόβου ήταν εκεί, ειδικά αφού ο υπουργός Οικονομικών Μάικλ Νούναν απείλησε ότι οι προϋπολογισμοί θα ήταν ακόμα πιο σκληροί εάν κέρδιζε το ‘όχι’», ανέφερε η Μακντόναλντ.
Ο υπουργός Οικονομικών κατηγορήθηκε ότι προσπάθησε να εκφοβίσει τους πολίτες όταν προειδοποίησε πως εάν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν αρνητικό, «ο προϋπολογισμός που θα καταρτίσω αργότερα φέτος θα είναι δραματικά πιο δύσκολος».
Τόσο ο Νούναν όσο και η υπουργός αρμόδια για Ευρωπαϊκά Θέματα Λουσίντα Κράιτον προειδοποίησαν επανειλημμένα ότι η Ιρλανδία θα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα χρηματοδότησης εάν οι πολίτες ψήφιζαν «όχι», αφού αυτόματα θα αποκλειόταν από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ), το μόνιμο ταμείο διάσωσης της ΕΕ.