Σάββατο βράδυ. Έπειτα από μια εβδομάδα γεμάτη κούραση και ένταση στη δουλειά, αποφασίζω να αράξω σπίτι, να βάλω το ουισκάκι μου και να δω μια ταινία. Λατινοαμερικάνικη είναι, οπότε λογικά θα είναι καλή. Οι σκηνοθέτες από χώρες όπως η Αργεντινή έχουν το «χάρισμα» να μεταδίδουν στον θεατή όλα τα συναισθήματα που θέλουν να βγάλουν μέσα σε μια ταινία.
Ο τίτλος της ταινίας είναι «η Φαμίλια». Τα φώτα κλείνουν και εκείνη την ώρα έρχεται μήνυμα στο κινητό, μέχρι να δω ποιος είναι χάνω την εισαγωγή. Σημαντικό. Αφήνω το κινητό και αφιερώνομαι στην ταινία. Η πλοκή είναι μοναδική και η ατμόσφαιρα εξαίσια. Όταν φτάνει στο τέλος, ο σκηνοθέτης επιλέγει να δείξει τι απέγιναν οι πρωταγωνιστές! «Για κάτσε… Τι σημαίνει αυτό; Τα γεγονότα ήταν αληθινά; Δεν μπορεί…». Κοιτώντας το κινητό και όχι την οθόνη της τηλεόρασης είχα χάσει αυτό το κλασικό «βασισμένη σε αληθινή ιστορία» και όλη αυτή την ώρα είχα την αίσθηση πως όλα αυτά τα φοβερά και τρομερά πράγματα που έβλεπα υπήρχαν μόνο στο κεφάλι του σεναριογράφου.
Ε, δεν θέλει και πολύ. Η έρευνα και η αναζήτηση για την πραγματική ιστορία αυτής της οικογένειας ξεκινά. Πράγματι, δηλαδή, υπήρχε μια οικογένεια που έκανε απαγωγές, κρατούσε τα θύματα στο υπόγειο του σπιτιού της, τα δολοφονούσε και την Κυριακή πήγαιναν όλοι μαζί στην εκκλησία; Κι όμως… Υπήρχε!
Η σκληρή και απάνθρωπη χούντα που βίωσε η Αργεντινή
Από το 1976 έως και το 1983 η Αργεντινή βίωσε μια από τις χειρότερες και πιο σκληρές δικτατορίες που έχει υπάρξει ποτέ. Οι στρατηγοί που είχαν αναλάβει τα ηνία της χώρας δεν είχαν την παραμικρή αναστολή να σκοτώνουν μαζικά όσους αντιδρούσαν και να δημιουργούν στρατόπεδα συγκέντρωσης που θα ζήλευε ακόμα και το Γ΄Ράιχ.
Μια από τις πιο γνωστές ιστορίες για την χούντα της Αργεντινής ήταν οι εξαφανίσεις πολιτών. Ακόμα και σήμερα οι μανάδες της Plaza de Mayo συγκεντρώνονται για να ζητήσουν να βρεθούν τα χαμένα παιδιά τους που έπεσαν θύματα του «βρώμικου πολέμου».
Ο ακριβής αριθμός των ανθρώπων που χάθηκαν, δεν οριστικοποιήθηκε ποτέ. Σύμφωνα με τους πλέον μετριοπαθείς υπολογισμούς, που έχει κάνει η εθνική επιτροπή των εξαφανισθέντων ατόμων, εικάζεται ότι είναι περίπου 13.000 άτομα!
Όλοι τους άνθρωποι που αντιδρούσαν στην χούντα. Από αναρχικούς και αριστερούς έως και Περονιστές! Οι πράκτορες της Αργεντίνικης Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών είχαν μπόλικη δουλειά…
Ένας από αυτούς έφερε ένα ελληνοπρεπέστατο όνομα! Ο Αρχιμήδης Πούτσιο. Νοικοκύρης. Με γυναίκα και πέντε παιδιά. Ζούσε σε ένα από τα πλέον ακριβά προάστια του Μπουένος Άιρες, το Σαν Ισιντόρο. Ήταν φίλος με όλους τους γείτονες οι οποίοι μιλούσαν για εκείνον με τα καλύτερα λόγια.
Ο Αρχιμήδης, λοιπόν, κάποια στιγμή διαισθάνθηκε (ή είδε, αφού ήταν μέσα στα πράγματα) πως οι μέρες της χούντας είναι μετρημένες. Και έτσι κάπου εκεί στο 1982 αποφάσισε να αυτονομηθεί και να κάνει για βιοπορισμό πλέον αυτό που επί χρόνια έκανε ως… καθήκον στην υπηρεσία του. Να απαγάγει και να σκοτώνει ανθρώπους. Η μόνη διαφορά, πλέον είναι πως στην αιματοβαμμένη αυτή εξίσωση μπαίνει και το χρήμα. Τα λύτρα.
Η οικογένεια Πούτσιο και οι απαγωγές
Ο Αρχιμήδης εμφανιζόταν ως λογιστής. Η γυναίκα του, η Επιφάνια, ήταν δασκάλα σε ένα από τα καλύτερα σχολεία της ακριβής περιοχής που έμεναν. Μαζί είχαν αποκτήσει τρία αγόρια (τον Αλεσάντρο, τον Ντανιέλ και τον Γκιγιέρμο) και δυο κορίτσια (τη Σίλβια και την Αντριάνα).
Τα καμάρια της οικογένειας ήταν η Σίλβια, που ακολουθώντας τα χνάρια της μητέρας της ήταν και αυτή δασκάλα, και ο Αλεσάντρο ο οποίος ήταν αστέρι του ραγκμπι. Μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του ’80 η οικογένεια έχει μια (όσο είναι δυνατόν) φυσιολογική ζωή.
Κάθε Κυριακή όλοι μαζί πηγαίνουν στην εκκλησία και το μεσημέρι πάνε στο γήπεδο για να απολαύσουν το Αλεσάντρο να «μαγεύει» στα γήπεδα. Όσο όμως η χούντα χάνει τη δυναμική της και όλα δείχνουν πως δεν θα μακροημερεύσει, ο Αρχιμήδης ψάχνει να βρει μια λύση. Τελικά, αποφασίζει πως το «μάθε τέχνη κι ασ’ τηνε κι άμα πεινάσεις πιάσ’ τηνε» θα μπορούσε να έχει εφαρμογή και στη δική του περίπτωση.
Έτσι βάζει σε εφαρμογή το σχέδιο του. Πρώτο θύμα, στις 22 Ιουλίου του 1982, ο 23χρονος Ρικάρντο Μανουκιάν. Συμπαίκτης και φίλος του Αλεσάντρο, γόνος μιας εύπορης οικογένειας της περιοχής. Η απαγωγή γίνεται με το οικογενειακό αυτόκινητο των Πούτσιο και το θύμα κρατείται στο υπόγειο του σπιτιού τους.
Οι απαγωγείς απαιτούν 250.000 δολάρια (και όχι πέσος που ήταν σε διαρκή υποτίμηση). Τα παίρνουν αλλά μερικές ημέρες αργότερα τον εκτελούν με τρεις σφαίρες στο κεφάλι. Δεύτερο θύμα (με τον ίδιο ακριβώς τρόπο δράσης) ο μηχανικός Εντουάρντο Αουλετ που απήχθη στις 5 Μαΐου του 1983. Η οικογένειά του, καταβάλει στους απαγωγείς 150.000 λύτρα. Οι Πουτσιο παίρνουν τα χρήματα και τον εκτελούν! Το σώμα του βρέθηκε τέσσερα χρόνια αργότερα.
Τον Ιούνιο του 1984 επιχειρούν να απαγάγουν τον επιχειρηματία Αιμίλιο Ναούμ. Το θύμα, ωστόσο, αντιστέκεται. Ακολουθεί μια μίνι συμπλοκή στη διάρκεια της οποίας ο Αιμίλιο εκτελείται. Οι δολοφόνοι φοβούμενοι πως μπορεί να τους ανακαλύψουν εγκαταλείπουν το πτώμα στον δρόμο και φεύγουν.
Τελευταίο θύμα της οικογένειας η Νελίδα Μπολίνη ντε Πράδο η οποία απήχθη τον Ιούλιο του 1985. Οι διαπραγματεύσεις με την οικογένεια της κράτησαν ένα μήνα και τελικά η επιχειρηματίας ήταν τυχερή γιατί σώθηκε από τους αστυνομικούς που εισέβαλαν στο σπίτι των Πούτσιο και την ανακάλυψαν στο υπόγειο.
Στον επάνω όροφο, την ώρα της εισβολής τα μέλη της οικογένειας έτρωγαν, έπαιζαν επιτραπέζια παιχνίδια ή έβλεπαν τηλεόραση. Σαν κάθε φυσιολογική οικογένεια δηλαδή…
Το τέλος της οικογενειακής συμμορίας και οι ποινές που τους επιβλήθηκαν
Η Αργεντινή που ακόμα προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της από την επταετή σκληρή χούντα, περνάει ένα μεγάλο σοκ όταν ανακαλύπτεται η δράση της οικογένεια Πούτσιο.
Από την έρευνα των αστυνομικών αρχών προκύπτει πως εγκέφαλος είναι ο Αρχιμήδης, ενεργό και βασικό ρόλο έχει ο γιος του Αλεσάντρο, ενώ μικρότερη συμμετοχή έχει ο Ντάνιελ. Επιπλέον συνελήφθησαν και τρεις ποινικοί που ήταν οι συνεργοί τους. Ο μικρότερος γιος λέγεται πως δεν άντεξε τις φωνές απόγνωσης του τελευταίου θύματος της συμμορίας και εγκατέλειψε την οικογένεια του και την Αργεντινή. Άγνωστό το που πήγε. Κανείς από τότε δεν έμαθε το παραμικρό νέο για εκείνον.
Με βάση το παραπάνω είναι μάλλον δύσκολο να αντιληφθεί κάποιος πως οι δικαστικές αρχές της χώρας δεν καταδίκασαν πότε την γυναίκα του Αρχιμήδη και την μεγαλύτερη κόρη του, την Σίλβια. Θεωρήθηκε πως εκείνες (όπως βέβαια και η μικρότερη κόρη της οικογένειας) δεν ήξεραν το παραμικρό για ότι συνέβαινε στο υπόγειο του σπιτιού τους.
Ο Αρχιμήδης καταδικάστηκε σε ισόβια και μέχρι που πέθανε το 2013 υποστήριζε πως όλο αυτό ήταν μια πλεκτάνη και πως ο ίδιος ήταν αθώος.
Ο Αλεσάντρο προσπάθησε πολλές φορές να αυτοκτονήσει με σημαντικότερη από τις απόπειρες η βουτιά στο κενό που έκανε από τον πέμπτο όροφο του δικαστικού μεγάρου όπου δικαζόταν πρωτόδικα. Όλες αυτές οι απόπειρες του άφησαν πολλά προβλήματα υγείας με αποτέλεσμα να αποφυλακιστεί με περιοριστικούς όρους. Το 2007, ωστόσο, πέθανε από πνευμονία σε ηλικία 49 ετών.
Ο Ντάνιελ εξέτισε την ποινή του και όταν αποφυλακίστηκε εξαφανίστηκε από προσώπου γης χωρίς ξανά να δώσει σημάδια ζωής. Το 2011 η Σίλβια, η μεγαλύτερη κόρη της οικογένειας, πέθανε από καρκίνο.
Η μητέρα της οικογένειας, Επιφάνια, και η μικρότερη κόρη, Αντριάνα, ζουν ακόμα στο σπίτι στο Σαν Ισιντόρο όπου υπήρξε η φυλακή για τα θύματα της «φαμίλια νορμάλ»!