Υπέρ μίας διακοπής των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Ευρωπαικής Ενωσης με την Τουρκία τάσσεται εκ νέου ο Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών Σεμπάστιαν Κουρτς, ζητώντας τώρα «περισσότερη σαφήνεια και ειλικρίνεια από την πλευρά της ΕΕ προς την Τουρκία σε σχέση με το μέλλον της συνεργασίας», όπως τόνισε μετά τις αποψινές συνομιλίες του με τον Σλοβάκο ομόλογό του Μίροσλαβ Λάιτσακ.
«Δεν βλέπω την Τουρκία να γίνεται τμήμα της ΕΕ», ανέφερε ο ίδιος χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας πως σε ότι αφορά θέματα δημοκρατικής πολιτικής, ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κράτους δικαίου, η Άγκυρα έχει απομακρυνθεί τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο από την Ευρώπη, ενώ το πρόσφατο δημοψήφισμα για την καθιέρωση του αμφιλεγόμενου προεδρικού συστήματος, είναι «ένα περαιτέρω βήμα σε αυτή την κατεύθυνση».
Κοινή ήταν η διαπίστωση των δύο υπουργών Εξωτερικών πως η τωρινή τουρκική ηγεσία δεν έχει πλέον κανένα αυξημένο ενδιαφέρον για τις διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες, με τον Σλοβάκο υπουργό Εξωτερικών να δηλώνει ωστόσο, σε σχέση με τα κίνητρα για τις δυνατότητες ενός διαλόγου μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, πως «την Αγκυρα θα πρέπει να την ενδιαφέρουν οι καλές σχέσεις, εμάς μας ενδιαφέρουν και άρα πρέπει να καθίσουμε μαζί στο ίδιο τραπέζι».
Ηδη, μετά το οριακό «Ναι» στο πρόσφατο δημοψήφισμα για την αμφιλεγόμενη αναθεώρηση του τουρκικού Συντάγματος, ο Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών είχε ζητήσει να υπάρξει ένα «σαφές μήνυμα και μία σαφής αντίδραση» από τις Βρυξέλλες, καθώς «απαιτείται επιτέλους ειλικρίνεια ως προς τη σχέση ΕΕ -Τουρκίας, και θα πρέπει επιτέλους να τελειώσει η περίοδος του τακτικισμού».
Ο Σεμπάστιαν Κουρτς είχε αναφέρει πως ελπίζει σε μία αλλαγή συνείδησης από εκείνους στην ΕΕ που εξακολουθούν να τάσσονται υπέρ της ένταξης της Τουρκίας, ενώ ταυτόχρονα είχε επαναλάβει την απαίτησή του για διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, τονίζοντας χαρακτηριστικά πως «η Τουρκία δεν μπορεί να γίνει μέλος της ΕΕ και ως εκ τούτου θα πρέπει να τερματιστεί η φαντασίωση μίας ένταξης».
Ο ίδιος είχε διαβεβαιώσει για την «υποστήριξή και την αλληλεγγύη» του, απευθυνόμενος, όπως σημείωνε, «στο σχεδόν 50% εκείνων που δεν στήριξαν στο δημοψήφισμα την πορεία του Ταγίπ Ερντογάν, αλλά τάχθηκαν υπέρ του Κράτους Δικαίου, της Δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία».