Η Γερμανία και η Τυνησία ανακοίνωσαν σήμερα την υπογραφή μιας νέας συμφωνίας για τη μετανάστευση, η οποία προβλέπει την επίσπευση του επαναπατρισμού Τυνήσιων η αίτηση ασύλου των οποίων έχει απορριφθεί, ένα σημείο έντασης μεταξύ των δύο χωρών μετά την επίθεση του Βερολίνου.
Αυτή η νέα «συμφωνία (…) υπογράφτηκε χθες» (Πέμπτη). «Θα ικανοποιήσει την Τυνησία και θα ικανοποιήσει και τη Γερμανία», δήλωσε ο τυνήσιος πρόεδρος Μπέτζι Κάιντ Εσέμπσι σε κοινή συνέντευξη Τύπου με την καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ, η οποία πραγματοποιεί μονοήμερη επίσκεψη στην Τύνιδα.
Όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, η συμφωνία «δεν πλήττει καθόλου την κυριαρχία της Τυνησίας ή οποιασδήποτε άλλης χώρας», είπε, σημειώνοντας πως αφορά μέχρι τώρα 1.500 τυνήσιους πολίτες.
Η Μέρκελ δήλωσε από την πλευρά της πως η συμφωνία προβλέπει κυρίως την απάντηση «μέσα σε 30 ημέρες» της Τύνιδας σε αιτήματα ταυτοποίησης που της στέλνει το Βερολίνο.
Αυτό το ερώτημα ήταν στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης στην υπόθεση του Τυνήσιου Άνις Άμρι, του φερόμενου ως δράστη της επίθεσης που πραγματοποιήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου εναντίον μιας χριστουγεννιάτικης αγοράς στο Βερολίνο προκαλώντας τον θάνατο 12 ανθρώπων.
Οι τυνησιακές αρχές κατηγορήθηκαν ότι είχαν εμποδίσει για κάποιους μήνες το 2016 τον επαναπατρισμό του. Είχαν δηλώσει την καλή τους πίστη, υπενθυμίζοντας πως οι διαδικασίες ταυτοποίησης ήταν μακρές και απαραίτητες.
«Θα ληφθούν μέτρα στα τυνησιακά προξενεία στη Γερμανία» προκειμένου να επισπευσθούν οι διαδικασίες, σημείωσε ακόμη ο Κάιντ Εσέμπσι. Για τον σκοπό αυτό οι δύο χώρες θα συνεργαστούν στενά, δήλωσαν οι δύο ηγέτες.
Η ανακοίνωση αυτή αναμένεται να επιτρέψει στο Βερολίνο και στην Τύνιδα να κλείσουν μια περίοδο εντάσεων κατά την οποία γερμανοί αξιωματούχοι προώθησαν την ιδέα επιβολής κυρώσεων κατά των χωρών –μεταξύ των οποίων η Τυνησία– που δεν συνεργάζονται επαρκώς για τη μετανάστευση.
Το ζήτημα δεν αποκλείεται να κυριαρχήσει στην προεκλογική εκστρατεία ενόψει των ομοσπονδιακών βουλευτικών εκλογών της 24ης Σεπτεμβρίου στη Γερμανία, στις οποίες η Μέρκελ διεκδικεί τέταρτη θητεία.
Μοναδική χώρα που επέζησε από τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη, η Τυνησία είναι από την πλευρά της μία από τις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο από την τζιχαντιστική μάστιγα, και η επιστροφή χιλιάδων Τυνήσιων που έχουν δηλώσει πίστη σε οργανώσεις όπως το Ισλαμικό Κράτος είναι ένα ευαίσθητο θέμα.
Στην προσπάθεια να γεφυρωθούν οι απόψεις των δύο πλευρών, ο τυνήσιος πρωθυπουργός Γιούσεφ Σάχεντ επισκέφθηκε τον Φεβρουάριο το Βερολίνο.
Προτού ακόμη συναντηθεί με τη Μέρκελ, διαμήνυσε ότι δεν πρόκειται να αποδεχθεί μια αμφιλεγόμενη γερμανική πρόταση να δημιουργηθούν καταυλισμοί στη Βόρεια Αφρική όπου θα οδηγούνται οι μετανάστες που διασώθηκαν κατά τη διέλευση της Μεσογείου με σημείο αναχώρησης τη Λιβύη.
Με τις διαφωνίες να έχουν εξομαλυνθεί η Τύνιδα υπολογίζει σε μεγάλο βαθμό στην επίσκεψη της καγκελαρίου για την ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας: η Γερμανία έχει επιρροή σε αυτή τη χώρα της βόρειας Αφρικής οι παραδοσιακοί ευρωπαϊκοί σύμμαχοι της οποίας –η Γαλλία και η Ιταλία– αντιμετωπίζουν μια δύσκολη οικονομική κατάσταση.
Έξι χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας του Ζιν ελ Αμπιντίν Μπεν Άλι, η Τυνησία δεν καταφέρνει να επανεκκινήσει την οικονομία της με κίνδυνο να απειληθεί το δημοκρατικό κεκτημένο.
Τα προγράμματα συνεργασίας σε τομείς όπως η γεωργία και η ενέργεια φθάνουν αυτή τη στιγμή το ένα δισεκατομμύριο ευρώ, σύμφωνα με το Βερολίνο.
Σήμερα η Άγγελα Μέρκελ, η οποία συνοδεύεται από αντιπροσωπεία επιχειρηματιών, ανακοίνωσε την αποδέσμευση ενός ποσού ύψους 250 εκατομμυρίων ευρώ προκειμένου κυρίως να προωθηθεί η απασχόληση των νέων.
Έπειτα από μια ομιλία στο κοινοβούλιο, η καγκελάριος θα συναντηθεί προς το βράδυ με την ομοσπονδία τυνήσιων εργοδοτών και έναν αξιωματούχο για τις νεοφυείς επιχειρήσεις.
Έχουμε «μακρά και σπουδαία συνεργασία (…) την οποία θεωρούμε ικανοποιητική», δήλωσε ενώπιον των δημοσιογράφων ο τυνήσιος πρόεδρος.
Όμως η επίσκεψη αυτή αποτελεί ένα «ποιοτικό άλμα», συνέχισε, υπενθυμίζοντας ότι πρόκειται για την πρώτη επίσημη επίσκεψη «μιας εν ενεργεία καγκελαρίου».
Όπως και την προηγουμένη στο Κάιρο, η Μέρκελ επωφελήθηκε επίσης της ευκαιρίας για να συνομιλήσει για τη Λιβύη, μια γειτονική χώρα η οποία έχει βυθιστεί στο χάος και αποτελεί προγεφύρωμα για τους μετανάστες που προσπαθούν να φθάσουν στην Ευρώπη.
Ενώπιον των δημοσιογράφων, η γερμανίδα καγκελάριος εξέφρασε την υποστήριξή της στη διπλωματική πρωτοβουλία των τριών γειτονικών χωρών, της Τυνησίας, της Αλγερίας και της Αιγύπτου.
«Σας ευχόμαστε καλή επιτυχία επειδή ξέρουμε πως η πολιτική κατάσταση στη Λιβύη είναι δύσκολη (για εσάς) (…) Λόγω της μετανάστευσης, είναι επίσης και για εμάς, τους Ευρωπαίους, σημαντική», είπε.