Η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι επισκέπτεται σήμερα τη Βόρεια Ιρλανδία για να συζητήσει τις επιπτώσεις της απόφασης για την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ειδικότερα τι σημαίνει το Brexit για τα σύνορα της επαρχίας με την Ιρλανδία.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου θέτει το θέμα των ανοικτών συνόρων ανάμεσα στην Βόρεια Ιρλανδία και τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, που θα είναι και τα μόνα σύνορα του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Βόρεια Ιρλανδία ψήφισε «ναι» στην παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ με το 56% των ψήφων.
Η βρετανίδα πρωθυπουργός θα έχει συνομιλίες με την πρωθυπουργό της επαρχίας Αρλίν Φόστερ και έχει δηλώσει ότι η διαδικασία της εξόδου της χώρας της από την Ένωση χρειάζεται επεξεργασία με κάθε περιοχή του Ηνωμένου Βασιλείου, δεσμευόμενη να συνεργασθεί με όλα τα πολιτικά κόμματα της Βόρειας Ιρλανδίας.
Οι πολιτικές ηγεσίες της Βόρειας Ιρλανδίας και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας επιδιώκουν να διασφαλίσουν την συνέχιση της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων και αγαθών δια μέσου των συνόρων τους, καθώς και τη διατήρηση την ελεύθερη κυκλοφορία στην Ιρλανδική Θάλασσα που προϋπήρχε της ταυτόχρονης ένταξης των δύο χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Τερέζα Μέι θα συναντηθεί επίσης με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης της Βόρειας Ιρλανδίας Μάρτιν ΜακΓκίνες, ο οποίος έχει ζητήσει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της Βόρειας Ιρλανδίας από το Ηνωμένο Βασίλειο ώστε να γίνει δυνατή η παραμονή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενδεχόμενο που έχει απορρίψει το Λονδίνο.
«Θα καταστήσω απολύτως σαφές ότι ο λαός της Βόρειας Ιρλανδίας έλαβε μία δημοκρατική απόφαση στο δημοψήφισμα τοποθετώντας το μέλλον του στην Ευρώπη και αυτό πρέπει να γίνει σεβαστό. Η βρετανική κυβέρνηση που φαίνεται αποφασισμένη να φύγει από την Ευρώπη πρέπει να λάβει υπόψιν τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν εδώ στον βορρά», δήλωσε σε σημερινή του συνέντευξη στο δίκτυο RTE ο Μάρτιν ΜακΓκίνες.