Οι ιστορίες της προσωπικής ζωής του Ντόναλντ Τραμπ, υποψηφίου για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, παίρνουν κεντρικό ρόλο στα δημοσιεύματα των εφημερίδων στις ΗΠΑ, προσθέτοντας ροζ αποχρώσεις στην προεκλογική εκστρατεία, που βρίσκεται σε εξέλιξη με ορίζοντα τις προεδρικές εκλογές της 8ης Νοεμβρίου.
Μία γυναίκα που βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος δημοσιεύματος της εφημερίδας The New York Times δήλωσε ότι ποτέ δεν είχε κάποια αρνητική εμπειρία με τον Ντόναλντ Τραμπ, ενώ δεν πιστεύει ότι ο ίδιος φερόταν απρεπώς στις γυναίκες. Η Ρουάν Μπριούερ Λέιν, πρώην μοντέλο που έβγαινε με τον Τραμπ για αρκετούς μήνες από τα τέλη του 1990 και μετά, υποστήριξε ότι οι δηλώσεις της παρανοήθηκαν από το άρθρο στους Times, που χρησιμοποίησαν δεκάδες συνεντεύξεις προκειμένου να παρουσιάσουν την προκλητική συμπεριφορά του εκκεντρικού δισεκατομμυριούχου έναντι των γυναικών.
Το δημοσίευμα της εφημερίδας υποστηρίζει ότι ο Τραμπ ζήτησε από τη Λέιν να φορέσει το μπικίνι της αμέσως μόλις τη συνάντησε στη διάρκεια πάρτι στην πισίνα της πολυτελούς έπαυλης Mar-a-Lago που διαθέτει στη Φλόριντα. Στο ίδιο δημοσίευμα αναφέρεται ότι τότε τη σύστησε στους καλεσμένους του, λέγοντας: «Αυτό είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά κορίτσια του Τραμπ ή όχι;».
Χθες, η Λέιν εμφανίστηκε σε μια σειρά από τηλεοπτικές συνεντεύξεις υποστηρίζοντας ότι ένιωσε κολακευμένη από το σχόλιο του Τραμπ. «Το διαστρέβλωσαν για να φαίνεται αρνητικό. Δεν είχα καμία αρνητική εμπειρία με τον Ντόναλντ Τραμπ. Ποτέ δε με έκανε να αισθανθώ ότι με υποτιμούσε κατά κάποιο τρόπο», δήλωσε η Λέιν για το χρονικό διάστημα που έβγαινε με τον Τραμπ, τονίζοντας παράλληλα, ότι υποστηρίζει την προεδρική υποψηφιότητά του. Ωστόσο, οι Times απάντησαν στις καταγγελίες της Λέιν, τονίζοντας ότι μετέφεραν τα λεγόμενά της «με ακρίβεια» χωρίς να περικόψουν τμήματα της ιστορίας της. «Η ιστορία περιλαμβάνει όλο το πλαίσιο και τις συνθήκες της συγκεκριμένης σκηνής με το μπικίνι, που ήταν «η αρχή μιας θυελλώδους σχέσης μεταξύ της κυρίας Λέιν και του κυρίου Τραμπ», δήλωσε η εκπρόσωπος των Times, η Ντανιέλ Ρόουντς, εκπρόσωπος Τύπου των Times.
O Τραμπ προσπάθησε να αποκρούσει την κριτική που δέχεται για τη συμπεριφορά του έναντι των γυναικών, από την έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας μέχρι σήμερα. Χθες καταλόγισε «ανεντιμότητα» στους Times, σε ανάρτησή του, στο Twitter: «Το πρωτοσέλιδο που έκαναν για μένα διαψεύστηκε από την ίδια την Ρουάν Μπριούερ, που το χαρακτήρισε ψεύδος!».
Από την πλευρά του, οι δημοσιογράφοι των Times, Michael Barbaro και Megan Twohey υπερασπίστηκαν το δημοσίευμά τους δίνοντας αρκετές τηλεοπτικές συνεντεύξεις, τονίζοντας ότι απέδειξε τον τρόπο με τον οποίο ο Τραμπ συμπεριφέρονταν ιδιωτικά στις γυναίκες. Παράλληλα, υποστήριξαν ότι η ιστορία που δημοσίευσαν παρουσίασε γνωστά πράγματα για τον Τραμπ, όπως οι χειρονομίες, η επιθετικότητά του, αλλά και τα σχόλια που έκανε για την εξωτερική εμφάνιση των γυναικών. «Οι αναγνώστες μπορούν να αξιολογήσουν την ιστορία με τα δικά τους κριτήρια…», δήλωσε ο Barbaro, στην εκπομπή «This Morning» του τηλεοπτικού δικτύου CBS.
«Ο Τραμπ είχε δίκιο…»
Στη Βοστώνη, δύο αδέρφια κατηγορήθηκαν ότι ούρησαν πάνω σε έναν μεξικανό άστεγο και τον χτύπησαν δηλώνοντας στην αστυνομία: «Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε δίκιο. Όλοι αυτοί οι παράνομοι, πρέπει να απελαθούν». Τα δύο αδέρφια καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης, σύμφωνα με τους εισαγγελείς.
Οι Σκοτ και Στιβ Λίντερ 38 και 30 ετών καταδικάστηκαν μεταξύ άλλων, για πρόκληση σωματικής βλάβης, παραβίαση πολιτικών δικαιωμάτων, αλλά και οπλοφορία. Ο Σκοτ Λίντερ καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης τριών ετών, ενώ ο Στιβ Λίντερ σε φυλάκιση 1,5 έτους, σύμφωνα με ανακοίνωση του τοπικού εισαγγελέα. Παράλληλα, τα δύο αδέρφια θα τεθούν σε καθεστώς επιτήρησης για τρία χρόνια, αμέσως μετά την αποφυλάκισή τους. Η σύλληψή τους, έγινε στις 19 Αυγούστου με την υποψία ότι χτύπησαν τον 58χρονο Ροντρίγκεζ, την ώρα που κοιμόταν σε σταθμό του μετρό. Οι δύο συλληφθέντες δήλωσαν στην αστυνομία ότι στοχοποίησαν το θύμα τους, επειδή πίστευαν ότι ήταν παράνομος μετανάστης.
Από την πλευρά του, το θύμα της επίθεσης, ο Γκουιλέρμο Ροντρίγκεζ ανέφερε ότι είναι μόνιμος κάτοικος των ΗΠΑ. «Ήρθα στη χώρα αυτή, πριν από αρκετά χρόνια και δούλεψα σκληρά στις φάρμες της περιοχής. Έτσι έγινα μόνιμος κάτοικος αυτής της χώρας πριν από αρκετά χρόνια. Ωστόσο και στην περίπτωση που βρισκόμουν εδώ χωρίς χαρτιά δεν άξιζα να με χτυπήσουν και να μου φερθούν με αυτόν τον τρόπο», δήλωσε ο Ροντρίγκεζ σε ανακοίνωση που διάβασε ο βοηθός εισαγγελέας της περιοχής, πριν από την απαγγελία των κατηφοριών στα δύο αδέρφια, που γρονθοκόπησαν, κλώτσησαν τον Ροντρίγκεζ και στη συνέχεια τον χτύπησαν με τη μεταλλική βέργα, ενώ στη συνέχεια αποχώρησαν γελώντας.
Σύμφωνα με την αναφορά των αστυνομικών, δήλωσαν: «Ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν σωστός. Όλοι οι παράνομοι πρέπει να απελαθούν». Ο Σκοτ Λίντερ, δήλωσε επίσης στους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν ότι η επίθεση ήταν δίκαιη, καθώς το θύμα ήταν άστεγος και Ισπανόφωνος. Τα δύο αδέλφια επίσης, απείλησαν τους αστυνομικούς στη διάρκεια της κράτησής τους.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει προτείνει την κατασκευή τείχους στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό, ενώ έχει υποσχεθεί την απέλαση 11 εκατ. παράνομων μεταναστών, στην περίπτωση που εκλεγεί στις 8 Νοεμβρίου. Ο εκκεντρικός δισεκατομμυριούχος χαρακτήρισε αρχικά την επίθεση αποτέλεσμα παθιασμένων απόψεων για τη μετανάστευση, ενώ αργότερα τη χαρακτήρισε «απαίσιο γεγονός». Οι δικηγόροι των δύο αδερφών δε στάθηκε δυνατό να σχολιάσουν άμεσα την υπόθεση.
Μια ακόμη αντιπαράθεση Ομπάμα-Κονγκρέσου
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η αντιπαράθεση του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, με το Κογκρέσο που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους, με αντικείμενο τις αμυντικές δαπάνες. Η Βουλή των Αντιπροσώπων έχει ετοιμάσει προσχέδιο της απόφασης (NDAA) που προβλέπει δαπάνες 602 δισ. δολαρίων για το υπουργείο Άμυνας. Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης μεταξύ του Κογκρέσου και του Λευκού Οίκου, βρίσκεται κονδύλιο 18 δισ. δολαρίων για τη διεξαγωγή ειδικών πολεμικών επιχειρήσεων εκτός των ΗΠΑ, το οποίο θέλουν να περικόψουν οι Ρεπουμπλικάνοι και να το μεταφέρουν στην υλοποίηση άλλων αμυντικών προγραμμάτων.
Η διακυβέρνηση Ομπάμα είναι αντίθετη στην αλλαγή χρήσης του αναφερόμενου κονδυλίου, καθώς εκτιμά ότι υποβαθμίσει την άμυνα των ΗΠΑ, ενώ εξαιρεί το πεντάγωνο από τις οικονομικές περικοπές που έχουν γίνει σε άλλα προγράμματα εκτός των ενόπλων δυνάμεων, όπως, η ιατρική έρευνα και η εκπαίδευση. «Τζογάροντας με τα κονδύλια χρηματοδότησης πολεμικών επιχειρήσεων το προτεινόμενο νομοθετικό σχέδιο δαπανών, θέτει σε κίνδυνο τη ζωή και την ασφάλεια των αντρών και των γυναικών, που μάχονται προκειμένου να κρατήσουν τις ΗΠΑ ασφαλείς. Παράλληλα, ανατρέπει το σταθερό σχεδιασμό και την αποτελεσματική χρήση των χρημάτων που πληρώνουν οι φορολογούμενοι, κάμποντας το ηθικό των στρατιωτών και των οικογενειών τους, ενώ προκαλείται σύγχυση στους συμμάχους μας και ενθαρρύνονται οι εχθροί μας», τόνισε ανακοίνωση του Λευκού Οίκου.
Από την πλευρά τους, οι Ρεπουμπλικάνοι υποστηρίζουν ότι η πρόταση διασφαλίζει τους οικονομικούς πόρους της αμερικανικής αμυντικής μηχανής, καθώς υπάρχουν ανοιχτά μέτωπα τόσο στο Αφγανιστάν, όσο και στο Ιράκ και τη Συρία, κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Η διακυβέρνηση Ομπάμα είναι επίσης αντίθετη σε προβλέψεις πολιτικού χαρακτήρα που υπάρχουν στην αναφερόμενη πρόταση, όπως, η εφαρμογή μέτρων που καθιστά ακόμη πιο δύσκολο τον τερματισμό της λειτουργίας του κέντρου κράτησης στο Γκουαντάναμο, αλλά και τη μείωση των κονδυλίων για τη χρηματότηση της εκπαίδευσης ξένων μαχητών στο Ιράκ και τη Συρία.
Ο Ομπάμα άσκησε βέτο στο σχέδιο αμυντικών δαπανών για το 2016, σχετικά με τα κονδύλια των ειδικών επιχειρήσεων. Αργότερα υπέγραψε τροποποιημένο σχέδιο απόφασης επί τη βάσει των κονδυλίων του προϋπολογισμού, ενώ παρέμειναν σε ισχύ τα μέτρα για τη λειτουργία του Γκουαντάναμο.
Το αναφερόμενο σχέδιο αμυντικών δαπανών της Βουλής των Αντιπροσώπων εγκρίθηκε από την επιτροπή Άμυνας της Γερουσίας, ενώ οι ηγέτες των Ρεπουμπλικάνων επιδιώκουν την ολική ψήφισή του, μέχρι αύριο. Ωστόσο, έχουν προταθεί 375 τροπολογίες έναντι των αρχικών προτάσεων, ενώ χθες συνεδρίασε η αρμόδια επιτροπή για να αποφασίσει ποιες από αυτές θα τεθούν σε ψηφοφορία.
Παράλληλο σχέδιο πρότασης για τις αμυντικές δαπάνες ετοιμάζει και η Γερουσία. Οι προτάσεις των αμυντικών δαπανών αν εγκριθούν από τα νομοθετικά σώματα, στέλνονται μετά στο Λευκό Οίκο, όπου ο πρόεδρος Ομπάμα θα κληθεί να τις υπογράψει ή ν’ ασκήσει βέτο.
Κατά τη γενικότερη πολιτική αντίληψη στην αμερικανική πρωτεύουσα, η συντήρηση της δημοσιότητας γύρω από την προσωπική ζωή και τα σχόλια του Ντόναλντ Τραμπ γύρω από την προσωπική του ζωή και τα όσα έχει πει για τις γυναίκες, εξυπηρετεί πολιτικά το στρατόπεδο των Δημοκρατικών, ενώ δίνει χρόνο στην ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, προκειμένου να εξετάσει καλύτερα τις κινήσεις της. Το επεισόδιο βίας κατά του μεξικανού μετανάστη, σηματοδοτεί τις διαχωριστικές γραμμές για τα μεταναστευτικά ζητήματα που υπάρχουν μέσα στην αμερικανική κοινωνία. Από την άλλη μεριά, το σχέδιο των προτάσεων για τις αμυντικές δαπάνες, υπενθυμίζει στον πρόεδρο Ομπάμα ότι δεν ασκεί τον έλεγχο των δύο νομοθετικών σωμάτων, ενώ τα πολεμικά μέτωπα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής εκτός ΗΠΑ παραμένουν και η εξυπηρέτησή τους, απαιτεί αμυντικά κονδύλια.