«Τρόπος του λέγειν, στην Κίνα κάθε εβδομάδα ανοίγει ένα νέο πανεπιστήμιο. Πρόκειται για κομμάτι της σιωπηλής επανάστασης που συντελείται και φέρνει μια τεράστια αλλαγή στη σύνθεση του πληθυσμού των πτυχιούχων παγκοσμίως», διαπιστώνει σε άρθρο του για το BBC ο διευθυντής εκπαίδευσης του ΟΟΣΑ Αντρέας Σλάισερ.
Όπως εξηγεί, «για δεκαετίες, οι ΗΠΑ είχαν το υψηλότερο ποσοστό εκείνων που φοιτούν σε πανεπιστήμιο. Είχαν κυριαρχήσει στην αγορά των πτυχιούχων. Ως συνέπεια αυτής της πρώην υπεροχής, σχεδόν το ένα τρίτο του συνόλου των πτυχιούχων στις μεγάλες οικονομίες του κόσμου, μεταξύ των ηλικιών 55-64 ετών, είναι πολίτες των ΗΠΑ. Αλλά αυτό αλλάζει γρήγορα μεταξύ των νεότερων γενεών. Όσον αφορά στην παραγωγή πτυχιούχων, η Κίνα έχει ξεπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και το χάσμα πρόκειται να γίνει ακόμα μεγαλύτερο. Σύμφωνα με μετριοπαθείς προβλέψεις, έως το 2030, ο αριθμός των αποφοίτων ηλικίας 25-34 ετών στην Κίνα θα αυξηθεί κατά 300%, σε σύγκριση με αύξηση της τάξης του 30% που αναμένεται στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στις ΗΠΑ, οι μαθητές προσπαθούν να ανταπεξέλθουν στο οικονομικό κόστος των πανεπιστημίων ενώ στην Ευρώπη, οι περισσότερες χώρες έχουν βάλει φρένο στην επέκταση των πανεπιστημίων τους, είτε με το να μην κάνουν δημόσιες επενδύσεις ή με το να μην επιτρέπουν στα πανεπιστήμια να βρουν τα ίδια και να συγκεντρώσουν τα χρήματα που χρειάζονται.
Αλλά εάν η Δύση κοιμάται, η Κίνα και άλλες ασιατικές χώρες όπως η Ινδία, τρέχουν. Και δεν πρόκειται απλά για τον αριθμό των σπουδαστών. Οι φοιτητές στην Κίνα και την Ινδία είναι πολύ πιο πιθανό να σπουδάζουν μαθηματικά, φυσικές επιστήμες, πληροφορική και τεχνολογία – τομείς πιο σχετικούς με την καινοτομία και την τεχνολογική πρόοδο.
Το 2013, το 40% των Κινέζων αποφοίτων είχαν ολοκληρώσει τις σπουδές τους σ’ έναν από τους τομείς: φυσικές επιστήμες, τεχνολογία, μηχανική και μαθηματικά, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο του ανάλογου ποσοστού στις ΗΠΑ. Έτσι, οι πτυχιούχοι οι οποίοι αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της οικονομικής ευημερίας σε οικονομίες που βασίζονται στη γνώση είναι πλέον όλο και πιο πιθανό να προέρχονται από την Κίνα και την Ινδία.
Μέχρι το 2030, η Κίνα και η Ινδία θα μπορούν να αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 60% των αποφοίτων των συγκεκριμένων επιστημών στις μεγάλες οικονομίες, σε σύγκριση με μόνο 8% στην Ευρώπη και 4% στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Με μια τέτοια αύξηση εκείνων που φοιτούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι η αξία των προσόντων θα πληγεί από “πληθωρισμό”. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει. Στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, όπου καταγράφεται η μεγαλύτερη άνοδος στον αριθμό των πτυχιούχων , συνεχίζουν να υπάρχουν και αυξανόμενες αποδοχές. Αυτό υποδηλώνει ότι η αύξηση των “εργατών της γνώσης” δεν οδηγεί σε μείωση των αποδοχών τους, σε αντίθεση με τον τρόπο που η τεχνολογική πρόοδος και η παγκοσμιοποίηση έχουν πιέσει προς τα κάτω τα κέρδη των εργαζομένων με ανεπαρκή εκπαίδευση.
Στο παρελθόν, οι χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ είχαν να ανταγωνιστούν με χώρες που προσέφεραν θέσεις εργασίας που απαιτούσαν χαμηλό βαθμό ειδίκευσης και έδιναν χαμηλούς μισθούς. Σήμερα, χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία αρχίζουν να προσφέρουν υψηλή εξειδίκευση σε “ήπιο” κόστος.
Η Δύση δεν μπορεί να ανταγωνιστεί κρατώντας τον υπόλοιπο κόσμο έξω από τα οικονομικά της συστήματα. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ευρωπαϊκών χωρών που έχουν παραμείνει στάσιμες τον τελευταίο αιώνα, προσπαθώντας να κάνουν ακριβώς αυτό.
Η μαζική επένδυση στην εκπαίδευση στην Ασία δείχνει ότι ο ανταγωνισμός μέσω του χαμηλότερου κόστους παραγωγής μπορεί να είναι απλώς μια μεταβατική στρατηγική για τις χώρες στην πορεία τους να συναντήσουν το δυτικό κόσμο στην κορυφή της παραγωγικής κλίμακας. Η πραγματική πρόκληση για τα δυτικά κράτη είναι να προετοιμαστούν για το μέλλον του ανταγωνισμού με τις ασιατικές οικονομίες στον τομέα της γνώσης.
Κάποιοι εκφράζουν αμφιβολίες σχετικά με την ποιότητα και την αντιστοίχιση των πτυχίων που έχει αποκτήσει κάποιος στην Κίνα.
Πράγματι, εξακολουθούν να μην υπάρχουν άμεσα μέτρα που επιτρέπουν τη σύγκριση των μαθησιακών αποτελεσμάτων των αποφοίτων σε όλες τις χώρες και τα πανεπιστήμια.
Αλλά η Κίνα έχει δείξει στον κόσμο ότι είναι δυνατόν να αυξήσει ταυτόχρονα την ποσότητα και την ποιότητα στα σχολεία.
Στον τελευταίο γύρο των εξετάσεων PISA του ΟΟΣΑ, το 10% των περισσότερο “μειονεκτούντων” 15χρονων μαθητών στη Σαγκάη σημείωσε υψηλότερη επίδοση στα μαθηματικά από το 10% των πιο «προνομιούχων» 15χρονων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι οι ενστάσεις για την πρόταση του ΟΟΣΑ για διεθνείς συγκρίσεις μεταξύ των ιδρυμάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν προέρχονται από την Ασία, αλλά και από χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Μήπως φοβούνται ότι τα πανεπιστήμια τους δεν μπορούν να ανταποκριθούν στη φήμη του παρελθόντος; Η ταχεία επέκταση της Κίνας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δείχνει την κλίμακα της πρόκλησης για τη Δύση και ότι το μέλλον μπορεί να αδιαφορεί για την παράδοση και για τη φήμη του παρελθόντος. Η επιτυχία θα πάει σε αυτά τα άτομα, τα πανεπιστήμια και τα κράτη που προσαρμόζονται γρήγορα, απορροφούν τους κραδασμούς και είναι ανοιχτά στις αλλαγές. Καθήκον των κυβερνήσεων είναι να διασφαλίσουν ότι οι χώρες τους θα ανταποκριθούν σε αυτές τις προκλήσεις».