Η απόφαση της Τουρκίας να κλείσει τα σύνορά της με τη Συρία έχει αποδειχθεί λίαν κερδοφόρος για ολόκληρες οικογένειες λαθραίων οδηγών προσφύγων, που κερδοφορούν εις βάρος όσων πασχίζουν να ξεφύγουν από τον όλεθρο των βομβαρδισμών στα βόρεια της χώρας και γυρεύουν να εισέλθουν παράνομα στη γείτονα χώρα.
Ακριβώς όπως οι «μαφιόζικου» τύπου σπείρες στη Μεσόγειο που πλουτίζουν διεκπεραιώνοντας με επικίνδυνο τρόπο τον διάπλου χιλιάδων προσφύγων προς την Ευρώπη, οι παράνομοι αυτοί οδηγοί –στην πλειονότητά τους χωρικοί, των οποίων οι κλήροι γειτνιάζουν με τη μεθόριο, ή τα συρματοπλέγματα των προσφυγικών καταυλισμών- εκμεταλλεύονται, κακομεταχειρίζονται και απομυζούν τους Σύρους πρόσφυγες που αρνούνται, ή έχουν αποκαρδιωθεί, να περιμένουν μέσα στα ξέχειλα από ανθρώπους καταλύματα και σκηνές ένα υποθετικό άνοιγμα των συνόρων από την Άγκυρα.
Η 27χρονη Φατίμα αλ Άχμεντ διέσχισε πριν λίγο καιρό τα κομμένα συρματοπλέγματα μέσα από τους ελαιώνες, βαστώντας τον δίχρονο γιό της στην αγκαλιά της. Η ίδια εξηγεί πως έλαβε την απέλπιδα τούτη απόφαση να περάσει στην Τουρκία μετά τον χαμό του συζύγου της σε βομβαρδισμό πριν ένα μήνα στο Σαχούρ -πόλη κοντά στο Χαλέπι, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο των ανταρτών- όταν αυτός είχε βγει προς αναζήτηση τροφίμων.
«Είχαμε μαζευτεί μία ομάδα οκτώ ανθρώπων, μαζί με τους γείτονες. Αυτοί με βοήθησαν να πληρώσω, γιατί δεν είχα αρκετά χρήματα. Προηγουμένως, όλα ήταν οργανωμένα στο Χαλέπι, απευθυνόμαστε σε έμπιστους περαματάρηδες. Αλλά τώρα, μετά τους ρωσικούς βομβαρδισμούς, υπάρχει πολύς κόσμος κι έτσι φύγαμε έτσι, ανοργάνωτα», εξηγεί η νεαρή γυναίκα.
Ύστερα από ένα τρομακτικό ταξίδι 15 ωρών, που κανονικά θα διαρκούσε 90’, με ένα μικρό λεωφορείο και διασχίζοντας διασταυρούμενα πυρά κι εκρήξεις, έφθασε στο Γιατρουμπίε, στη μεθόριο.
«Οι οδηγοί βρίσκονται εκεί, διαλαλώντας «Τουρκία, ποιος θέλει να πάει στην Τουρκία;». Είναι μοχθηροί, δεν σκέπτονται τίποτε άλλο από το χρήμα. Μας σπρώχνουν σαν τα ζώα, κτυπούν τις γυναίκες που δεν βαδίζουν αρκετά γρήγορα, ακόμη κι όταν αυτές κρατούν παιδιά. Είναι τρομερό, είναι ο νόμος της ζούγκλας», εξηγεί η Φατίμα.
Η ίδια, όπως κι άλλοι σύροι πρόσφυγες στο Κιλίς, μαρτυρούν πως οι ομοεθνείς τους οδηγοί βρίσκονται σε διαρκή επαφή με ασυρμάτους και κινητά με τους Τούρκους που θα αναλάβουν τους φυγάδες του πολέμου, μόλις αυτοί διαβούν τη μεθόριο.
«Μας αφήνουν να περιμένουμε, καθισμένους καταγής κάτω από τα δέντρα, έως ότου έλθει η ώρα. Η ώρα που οι Τούρκοι στρατιώτες, τους οποίους έχουν πληρώσει, κάνουν τα στραβά μάτια την ώρα που περνάμε», τονίζει η ίδια.
Η οδύσσειά της της στοίχισε 300 ευρώ, όλα τα χρήματα που είχε πάνω της, αλλά κι ακόμη περισσότερα.
Στο Κιλίς, που βρίσκεται, το κύμα των προσφύγων έχει αρχίσει και μειώνεται: σημάδι ότι οι διαταγές για το κλείσιμο των συνόρων έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται πιο αυστηρά. Συνεπώς, το τίμημα για το πέρασμά τους έχει εκτοξευθεί. Πλέον γίνεται λόγος για 500, ή ακόμη 1.000 ευρώ.
Όπως εξηγεί ο 35χρονος Γιαζάν Άχμεντ, που επί τρεις εβδομάδες περιμένει την άφιξη των γονιών του από το Ταλ Ριφάατ, που βρίσκεται πλέον υπό τον έλεγχο των Κούρδων: «χθες βράδυ ο αδελφός μου πλήρωσε τους οδηγούς και προσπάθησε να τους βγάλει. Όμως δεν μπόρεσαν….οι Τούρκοι πυροβολούσαν πάνω από τα κεφάλια τους».
Έπειτα, υπάρχουν κι οι φτωχοί, εκείνοι που τα έχουν χάσει όλα και βρίσκονται πλέον εγκλωβισμένοι στο μένος του πολέμου.
«Η γειτόνισσά μου στο Χαλέπι, είναι μόνη με πέντε παιδιά και ζει στον τελευταίο όροφο» προσθέτει η Φάτιμα. «Της μίλησα χθες κι έκλαιγε γοερά. Είναι μόνη απέναντι στη μοίρα της…».