Η συμμετοχή του ΝΑΤΟ στην φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης «δεν αφορά αυτόνομη δράση» της συμμαχίας, αλλά μόνο υποστηρικτική, στον τομέα της αναγνώρισης και της ανταλλαγής πληροφοριών, ενώ «αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει απευθείας ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής ακτοφυλακής», δήλωσε ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου ‘Αμυνας Μπόρις Ναντ.
«Μετά από πρωτοβουλία της Τουρκίας, της Ελλάδας και της Γερμανίας, οι υπουργοί ‘Αμυνας του ΝΑΤΟ ασχολήθηκαν με αυτό το θέμα, υπήρξε μια σχετική απόφαση. Πρόκειται για πραγματική προστιθέμενη αξία. Δεν πρόκειται για αυτόνομη δράση του ΝΑΤΟ, δεν αναλαμβάνει το ΝΑΤΟ ευθύνες της τουρκικής ή της ελληνικής ακτοφυλακής και της FRONTEX, αλλά πρόκειται μόνο για υποστήριξη στον τομέα της αναγνώρισης, για απεικόνιση της κατάστασης στη θάλασσα, κάτι το οποίο αποτελεί και αποστολή ρουτίνας για την μονάδα. Θα κάνουμε την ροή της ανταλλαγής πληροφοριών πιο αποτελεσματική για την καταπολέμηση των διακινητών. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει απευθείας ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής ακτοφυλακής και τώρα θα λειτουργήσει υπό την σκέπη του ΝΑΤΟ», διευκρίνισε ο κ. Ναντ και πρόσθεσε ότι επρόκειτο για μια ελληνο-τουρκική πρόταση μαζί με την Γερμανία – ώστε να υπάρχουν οι πληροφορίες και να καταστεί γρηγορότερη η αντίδραση. «Πρόκειται μόνο για υποστηρικτική δράση και όχι για άμεση παρέμβαση των ΝΑΤΟϊκών πλοίων», τόνισε.
Σε ό,τι αφορά το χρονοδιάγραμμα, ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου ‘Αμυνας σημείωσε ότι μέχρι τις 24 Φεβρουαρίου θα υπάρξει, το συντομότερο δυνατό, ένα στρατιωτικό συμβούλιο, όπου θα σχεδιαστούν όλες οι λεπτομέρειες. Αυτή τη στιγμή βρίσκονται στην ναυτική μονάδα επιτόπου πέντε πλοία, ένα γερμανικό, το «Βόννη», το οποίο ηγείται αυτής της μονάδας, ένα τουρκικό, ένα καναδικό, ένα ιταλικό και ένα ελληνικό, ανέφερε.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το αν για αυτή την αποστολή είναι απαραίτητη η έγκριση του ομοσπονδιακού κοινοβουλίου, ο κ. Ναντ δήλωσε: «Και η Τουρκία και η Ελλάδα και όλοι οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ συμφωνούν ότι είναι απαραίτητη αυτή η στήριξη. Το σημαντικό είναι αυτή η πλατφόρμα. Και είναι καλό που υπάρχει αυτή η εμπιστοσύνη. Αυτή τη στιγμή θεωρούμε ότι δεν χρειάζεται έγκριση του ομοσπονδιακού κοινοβουλίου. Μετά τον στρατιωτικό σχεδιασμό θα το εξετάσουν και οι νομικοί, αλλά πρόκειται για μια αποστολή ρουτίνας, για μια καθαρά υποστηρικτική υπόθεση, για μια ανταλλαγή πληροφοριών».