Οι ΗΠΑ θεωρούν τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν διεφθαρμένο και αυτό το γνωρίζουν για «πολλά, πολλά χρόνια», δήλωσε αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών σε συνέντευξη που παραχώρησε στο βρετανικό δίκτυο BBC, η οποία δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Το Κρεμλίνο απέρριψε κατηγορηματικά τους ισχυρισμούς αυτούς, σημειώνοντας ότι ανέρχονται στο επίπεδο της «επίσημης κατηγορίας».
Ο Ρώσος πρόεδρος συγκεντρώνει μυστικά πλούτο, δήλωσε ο ασκών χρέη υπουργού Οικονομικών, που είναι αρμόδιος για θέματα τρομοκρατίας και οικονομικού εγκλήματος Άνταμ Σζούμπιν, σε συνέντευξή του στο BBC Panorama.
«Τον έχουμε δει να κάνει πλούσιους τους φίλους του, τους στενούς του συμμάχους και να περιθωριοποιεί αυτούς που δεν θεωρεί φίλους, χρησιμοποιώντας κρατικούς πόρους. Είτε πρόκειται για τον ενεργειακό πλούτο της Ρωσίας, είτε για άλλα κρατικά συμβόλαια, κατευθύνει αυτούς που πιστεύει ότι θα τον υπηρετήσουν και αποκλείει τους άλλους που δεν θα το κάνουν. Για μένα, αυτή είναι μια εικόνα διαφθοράς», δήλωσε ο Σζούμπιν, σύμφωνα με το BBC.
Ο Σζούμπιν αρνήθηκε να σχολιάσει, προσθέτει το βρετανικό δίκτυο, σχετικά με έκθεση του 2007 της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (CIA) των ΗΠΑ, στην οποία ο πλούτος του Πούτιν υπολογίζεται σε ποσό που αντιστοιχεί σε περίπου 40 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά σημείωσε ότι ο δηλωμένος πλούτος του Ρώσου ηγέτη είναι υποτιμημένος.
«Έχει δήθεν κρατικές απολαβές (που αντιστοιχούν) κάπου περίπου σε 110.000 δολάρια το χρόνο», σημείωσε ο Σζούμπιν. «Αυτό δεν είναι μια ακριβής δήλωση της περιουσίας του ανθρώπου αυτού και αυτός διαθέτει μακρά εκπαίδευση και εξάσκηση όσον αφορά το πώς να κρύψει τον πραγματικό του πλούτο».
Σύμφωνα με τα όσα είναι γνωστά από τις περιουσιακές του δηλώσεις, ο Πούτιν είναι ένας άνθρωπος ενός μετρίου εισοδήματος. Τον Απρίλιο, ο Πούτιν δήλωσε για το 2014 εισόδημα 7,65 εκατομμυρίων ρουβλίων (περίπου 119.000 δολάρια). Επίσης δήλωσε δύο μετρίου μεγέθους διαμερίσματα και ένα μερίδιο σε ένα γκαράζ στάθμευσης αυτοκινήτων.
Οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει κυρώσεις σε έναν αριθμό Ρώσων επιχειρηματιών που είναι πιστοί στον Πούτιν στο πλαίσιο της πολιτικής τους να ασκήσουν πιέσεις στη Ρωσία για τον ρόλο της στην Ουκρανία.
Τον Μάρτιο του 2014, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ συνέδεσε τον Πούτιν με κέρδη από έναν από τους επιχειρηματίες στους οποίους επιβλήθηκαν κυρώσεις, τον Γκενάντι Τιμτσένκο, έναν από χρόνια γνωστό του Πούτιν και τότε συνιδιοκτήτη της Gunvor, η οποία εμπορεύεται σχεδόν το 3% του παγκόσμιου πετρελαίου.
«Οι δραστηριότητες του Τιμτσένκο στον ενεργειακό τομέα συνδέθηκαν απευθείας με τον Πούτιν. Ο Πούτιν έχει επενδύσεις στην Gunvor και μπορεί να έχει πρόσβαση στα κεφάλαια της Gunvor», ανέφερε το υπουργείο σε δήλωσή του με την οποία ανακοίνωνε τις κυρώσεις, σύμφωνα με το Reuters.
Η Gunvor, που έχει έδρα στη Γενεύη, στην οποία δεν επιβλήθηκαν κυρώσεις, διέψευσε τους ισχυρισμούς αυτούς στην δήλωση του υπουργείου Οικονομικών. «Ο πρόεδρος Πούτιν δεν έχει και δεν είχε ποτέ οποιαδήποτε ιδιοκτησία, όφελος ή ο,τιδήποτε άλλο στην Gunvor. Δεν είναι δικαιούχος της Gunvor ή των δραστηριοτήτων της», δήλωσε ο εκπρόσωπος της εταιρείας Σεθ Τόμας Πιέτρας σε email.
Το δημοσίευμα αυτό του BBC ακολουθεί μερικές μόνον ημέρες μετά τη δημοσιοποίηση του πορίσματος βρετανικής έρευνας, σύμφωνα με το οποίο ο Πούτιν ενέκρινε πιθανώς μια επιχείρηση το 2006 των ρωσικών υπηρεσιών Πληροφοριών για τη δολοφονία του πρώην πράκτορα της KGB Αλεξάντερ Λιτβινένκο με τη ραδιενεργή ουσία πολώνιο-210 στο Λονδίνο.
Το Κρεμλίνο απέρριψε σήμερα ως «καθαρή δυσφήμηση» τις κατηγορίες για διαφθορά που διατυπώθηκαν κατά του Πούτιν και προκάλεσε την Ουάσινγκτον να δώσει «απτές αποδείξεις».
«Πρόκειται για μια επίσημη κατηγορία», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Ρώσου προέδρου Ντμίτρι Πεσκόφ σε δημοσιογράφους σε τηλεδιάσκεψη.
Οι διμερείς «σχέσεις βρίσκονται τώρα σε μια τέτοια κατάσταση που ένα ψέμα όπως αυτό είναι απίθανο να τις επιδεινώσει κι άλλο», πρόσθεσε ο Πεσκόφ.
«Πρόκειται καθαρά για επινόηση και δυσφήμηση, χωρίς καμία σχέση με την πραγματικότητα. Έχουμε εξοικειωθεί με αυτού του είδους τα δημοσιογραφικά τεχνάσματα που συνδέονται με την ανικανότητα, με το κυνήγι αυτού που προκαλεί αίσθηση και τις παραστάσεις», σημείωσε επίσης.
«Όλο αυτό θα ήταν μόνον ένα καινούργιο παράδειγμα της συνηθισμένης αυτής ανεύθυνης δημοσιογραφίας αν δεν αφορούσε επίσημα σχόλια του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών», πρόσθεσε.
«Η διατύπωση τέτοιων κατηγοριών από την πλευρά ενός θεσμού όπως το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών χωρίς να δίδονται απτές αποδείξεις ρίχνουν σκιά σε αυτόν τον θεσμό», συνέχισε.
«Δεν είναι δικός μας ρόλος να αξιώνουμε αποδείξεις, είναι ρόλος του θεσμού αυτού να φέρει (αποδείξεις) και να τεκμηριώσει ότι η επίσημη ανακοίνωσή του δεν είναι παρά σαφώς μια δυσφήμηση», κατέληξε ο Πεσκόφ.