Την ανάγκη η Συρία να παραμείνει ενιαίο κράτος με εγγυημένη ανεξιθρησκία και ο συριακός λαός να λάβει ανθρωπιστική βοήθεια καθώς προσπαθεί να τερματίσει την κρίση στη χώρα του, επισήμανε ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ στη Νέα Υόρκη, μετά την έγκριση από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ απόφασης που επικυρώνει φιλόδοξο ειρηνευτικό σχέδιο για τη Συρία.
Κατά τον Σεργκέι Λαβρόφ, «η απόφαση τονίζει την ανάγκη να προσφερθεί ανθρωπιστική βοήθεια στον συριακό λαό», βάσει των αρχών του ΟΗΕ.
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών τόνισε ακόμη ότι η Συρία πρέπει να γίνει ένα ασφαλές κράτος όπου όλοι οι πολίτες θα μπορούν να ζουν άφοβα. «Η Συρία πρέπει να παραμείνει ένα ενιαίο, κοσμικού χαρακτήρα, πολυεθνικό και ανεξίθρησκο κράτος, ασφαλές για όλες τις ομάδες του πληθυσμού», υπογράμμισε ο Λαβρόφ και πρόσθεσε πως «μόνο ο συριακός λαός έχει το δικαίωμα να ορίσει το δικό του μέλλον».
Παράλληλα τόνισε πως η Διεθνής Ομάδα Στήριξης της Συρίας θα συνεχίσει να διαπραγματεύεται σε ό,τι αφορά τον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων και τα κριτήρια για την ένταξη σε αυτόν, ώστε να συμπεριληφθούν κι άλλες οργανώσεις πέρα από το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ) και το Μέτωπο Υποστήριξης (Τζαμπχάτ αλ Νόσρα).
Η Ρωσία θα προτείνει να οριστούν οι βομβαρδισμοί κατοικημένων περιοχών, όπως στην πρωτεύουσα της Συρίας Δαμασκό και σε άλλες πόλεις, ως ένα από τα κριτήρια για την ένταξη στον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων, πρόσθεσε ο Λαβρόφ.
«Χρειάζεται σαφήνεια εδώ, επομένως όπως πρότεινε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι, συμφωνήσαμε να καθορίσουμε τα κριτήρια ώστε στο μέλλον και άλλες προφανώς τρομοκρατικές οργανώσεις να προστεθούν» στον κατάλογο που περιλαμβάνει το ΙΚ και το Μέτωπο Υποστήριξης, είπε ο Λαβρόφ.
Ο Τζον Κέρι επισήμανε επίσης πως πρέπει να ληφθούν αποφάσεις σχετικά με το είδος της μεταβατικής κυβέρνησης που θα κληθεί να αναλάβει την εξουσία στη Συρία μέσα σε έναν ως δύο μήνες.
Μιλώντας κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε από κοινού με τον επικεφαλής της διπλωματίας της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ, ο Κέρι σημείωσε ότι οι συνομιλίες ανάμεσα στη συριακή αντιπολίτευση και την κυβέρνηση για να υπάρξει συμφωνία για μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας δεν είναι πιθανό να αρχίσουν πριν από τα μέσα ή τα τέλη του Ιανουαρίου.
Από την πλευρά της η Γαλλία ζήτησε εγγυήσεις για την αποχώρηση του Σύρου προέδρου Μπασάρ α΄λ Άσαντ από την εξουσία στη Συρία, εκτιμώντας ότι αυτό είναι επιβεβλημένο «για λόγους όχι μόνο ηθικούς αλλά επίσης και αποτελεσματικότητας» της ειρηνευτικής διαδικασίας.
«Πώς κάποιος θα μπορέσει να ενώσει έναν λαό που συνέβαλε κατά μεγάλο μέρος στο να σφαγιαστεί;» διερωτήθηκε ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Λοράν Φαμπιούς. «Όσο εξακολουθεί να ασκεί τη διακυβέρνηση ο Μπασάρ αλ Άσαντ, μια αληθινή και διαρκής συμφιλίωση ανάμεσα στον πληθυσμό και το συριακό κράτος μοιάζει άπιαστη», πρόσθεσε ο επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας. Ο Φαμπιούς ζήτησε να αρχίσει «αποτελεσματική (πολιτική) μετάβαση που σημαίνει την παράδοση σε μια μεταβατική κυβέρνηση όλων των εκτελεστικών εξουσιών, κυρίως τον έλεγχο επί του στρατού και του μηχανισμού των υπηρεσιών ασφαλείας, όπως το προβλέπει η Ανακοίνωση της Γενεύης».
Ακόμη ο Λοράν Φαμπιούς τόνισε πως η ιδέα ότι ο Άσαντ θα θέσει υποψηφιότητα στις προσεχείς εκλογές είναι «απαράδεκτη για εμάς» και σημείωσε ότι αντίθετα με την αντιπολίτευση, η συριακή κυβέρνηση δεν μοιάζει να θέλει να διεξαγάγει σοβαρές διαπραγματεύσεις.
Η απόφαση που υιοθετήθηκε χθες από το ΣΑ του ΟΗΕ προβλέπει τη διεξαγωγή «στις αρχές του Ιανουαρίου» ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση της Συρίας για να τερματιστεί ο πόλεμος που διαρκεί τεσσεράμισι χρόνια και την ταυτόχρονη κήρυξη κατάπαυσης του πυρός στο σύνολο της συριακής επικράτειας.
Επικρίσεις Χέιγκελ προς τον Ομπάμα
Κριτική στην απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα να μην εξαπολύσει αεροπορικές επιδρομές εναντίον του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ το 2013 έκανε ο τότε υπουργός Άμυνας της αμερικανικής κυβέρνησης Τσακ Χέιγκελ, εκτιμώντας πως έπληξε την αξιοπιστία του.
«Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για μένα» ότι το επεισόδιο εκείνο «έπληξε την αξιοπιστία του λόγου του προέδρου», είπε ο Χέιγκελ, που έκανε την πρώτη του δημόσια τοποθέτηση μετά την αποχώρησή του από το Πεντάγωνο τον Φεβρουάριο, σε μια συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό Foreign Policy και δημοσιεύθηκε χθες.
Την 30ή Αυγούστου 2013, ο Χέιγκελ ενημερώθηκε όταν δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από τον Ομπάμα ότι ο Αμερικανός πρόεδρος αποφάσισε να μην εξαπολύσει πλήγματα εναντίον του συριακού καθεστώτος, παρότι η Δαμασκός είχε παραβιάσει την «κόκκινη γραμμή» που είχε ορίσει ο ίδιος—τη χρήση χημικών όπλων εναντίον του πληθυσμού της Συρίας.
Οι ΗΠΑ ήταν έτοιμες να αναλάβουν δράση, και ο Χέιγκελ είχε περάσει την ημέρα του οριστικοποιώντας τις προετοιμασίες για την εκτόξευση πυραύλων Τόμαχοκ εναντίον της Δαμασκού από αμερικανικά πολεμικά που έπλεαν στη Μεσόγειο.
Η εμπιστοσύνη των συμμάχων των Αμερικανών κλονίστηκε λόγω αυτής της απόφασης, σύμφωνα με τον Χέιγκελ, που είπε ότι ακούει ακόμη σήμερα ξένους ηγέτες να εγκαλούν τον πρόεδρο Ομπάμα για εκείνη την απόφαση.
Για τον πρώην υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, βετεράνο του Βιετνάμ, ηλικίας 69 ετών σήμερα, το επεισόδιο αυτό είναι χαρακτηριστικό της αδυναμίας της αμερικανικής κυβέρνησης να καταρτίσει και να ασκήσει μια συνεκτική πολιτική απέναντι στη συριακή κρίση.
Ο Τσακ Χέιγκελ αναφέρθηκε ειδικά στις ατέρμονες συναντήσεις με στελέχη των υπηρεσιών της Σούζαν Ράις, τότε συμβούλου εθνικής ασφαλείας του Ομπάμα. «Χάναμε το χρόνο μας αναβάλλοντας τις δύσκολες αποφάσεις. Και υπήρχε πάντα πάρα πολύς κόσμος στο δωμάτιο», είπε.
Ως και σήμερα η κυβέρνηση Ομπάμα «δυσκολεύεται» να χαράξει μια «πολιτική στρατηγική» για τη Συρία, πάντως «ο υπουργός Εξωτερικών [Τζον] Κέρι έχει κάνει πρόοδο προς μια καλή στρατηγική», είπε ακόμη ο Χέιγκελ, αναφερόμενος στις συζητήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη με τη Ρωσία, το Ιράν και αραβικές κυβερνήσεις.
Ο πρώην υπουργός Άμυνας εκτίμησε επίσης ότι οι ΗΠΑ «μπορούσαν και έπρεπε να κάνουν περισσότερα» για να βοηθήσουν την Ουκρανία έναντι της Ρωσίας, παραδίδοντας για παράδειγμα περισσότερο μη θανατηφόρο στρατιωτικό εξοπλισμό.
Όπως και οι προκάτοχοί του Ρόμπερτ Γκέιτς και Λίον Πανέτα, ο Τσακ Χέιγκελ είπε ακόμη πως λυπάται για την υπερβολική κατ’ αυτόν ανάμιξη του Λευκού Οίκου στα θέματα του Πενταγώνου. Πάντως τόνισε ότι «έχω ακόμη πολύ καλή, πολύ θετική» σχέση με τον ίδιο τον πρόεδρο, επισήμανε.