Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Άντερς Φο Ράσμουσεν, τάχθηκε σήμερα υπέρ της χρηματοδότησης των Λίβυων εξεγερμένων ως την πτώση του Μουάμαρ Καντάφι, θέμα που αναμένεται να συζητηθεί αύριο Πέμπτη στη Ρώμη από την Ομάδα Επαφής για τη Λιβύη.
«Τάσσομαι απόλυτα υπέρ της λήψης όλων των αναγκαίων μέτρων για να ασκηθεί η μέγιστη πίεση στο καθεστώς Καντάφι, προκειμένου να προστατευθούν οι άμαχοι στη Λιβύη», δήλωσε ο Ράσμουσεν, ο οποίος θα παρευρεθεί στη σύνοδο της Ομάδας Επαφής.
Το Μεταβατικό Εθνικό Συμβούλιο (CNT, που εκπροσωπεί τους εξεγερμένους) με έδρα τη Βεγγάζη (ανατολική Λιβύη), εύχεται να εξασφαλίσει στη Ρώμη τρία δισ. δολάρια, με εγγύηση τις μελλοντικές παραδόσεις λιβυκού πετρελαίου.
«Πιστεύω ότι με το να αναγκάσουμε τον Καντάφι να παραιτηθεί θα προστατεύσουμε τους πολίτες της Λιβύης, και από την άποψη αυτή νομίζω ότι θα ήταν χρήσιμο να διασφαλιστεί ότι η αντιπολίτευση θα μπορέσει να χρηματοδοτηθεί σωστά», σημείωσε ο Ράσμουσεν, λέγοντας ότι αναμένει πως το θέμα θα συζητηθεί στη Ρώμη.
Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, ωστόσο, δεν αποφάνθηκε επί της ιδέας του καθορισμού μιας καταληκτικής διορίας για την επιχείρηση «ενιαίος προστάτης», υπό την ηγεσία της συμμαχίας από τον Μάρτιο του 31.
Ο Ράσμουσεν αρκέστηκε να υπενθυμίσει τις τρεις προϋποθέσεις για μια κατάπαυση του πυρός: τερματισμός των επιθέσεων εναντίον αμάχων, απόσυρση των πιστών στον Καντάφι στρατευμάτων στους στρατώνες τους και απρόσκοπτη πρόσβαση για όλους τους Λίβυους στην ανθρωπιστική βοήθεια που μπορεί να έχουν ανάγκη.
«Όταν οι στόχοι αυτοί θα έχουν επιτευχθεί, η αποστολή θα έχει ολοκληρωθεί», υπογράμμισε, λέγοντας «ότι δεν είναι σε θέση να δώσει μια ημερομηνία για την επίτευξη αυτών των στόχων».
Σχετικά με την αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων που διεξάγονται από το ΝΑΤΟ, ο κ. Ράσμουσεν δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσει τη φθορά της στρατιωτικής μηχανής του Μουάμαρ Καντάφι που οφείλεται στα επανειλημμένα πλήγματα από τα αεροσκάφη των συμμάχων στα τανκς του, τις μονάδες διοίκησης, το πυροβολικό, και την επιμελητειακή υποστήριξη.
Δήλωσε όμως βέβαιος «ότι η φύση της σύγκρουσης έχει αλλάξει σε ένα μήνα», λόγω της υποβάθμισης, κάθε μέρα και μεγαλύτερης, του στρατιωτικού δυναμικού της Λιβύης.