Η παλιά φήμη της αυστριακή πρωτεύουσας ως «πρωτεύουσας της διεθνούς κατασκοπείας» επανήλθε στο προσκήνιο με αφορμή την ανταλλαγή πρακτόρων μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας την περασμένη Παρασκευή στο αεροδρόμιο της Βιέννης.
Για τις μυστικές υπηρεσίες τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών, όσο και της τότε Σοβιετικής Ένωσης, η Βιέννη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε πρόσφορο έδαφος, εξαιτίας του γεγονότος ότι η ίδια αλλά και ολόκληρη η Αυστρία ήταν διαιρεμένες, μέχρι το 1955, που η χώρα απέκτησε την κρατική κυριαρχία και ανεξαρτησία της, στις τέσσερις ζώνες επιρροής των συμμάχων-νικητών.
Στα χρόνια που ακολούθησαν και σημαδεύτηκαν από τον λεγόμενο «Ψυχρό Πόλεμο» η Βιέννη ως πρωτεύουσα χώρας με διαρκή ουδετερότητα, ως έδρα μιας σειράς διεθνών οργανισμών, έδρα του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, του ΟΠΕΚ, όπως και ως τόπος διεθνών διασκέψεων και συνεδρίων, προσφερόταν εκ νέου για τέτοιου είδους δραστηριότητες.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως οι πρεσβείες των τότε δύο υπερδυνάμεων στη Βιέννη, ήταν πληρέστερα και δυσανάλογα στελεχωμένες, σε σχέση με τις πρεσβείες τους σε άλλες χώρες, πολύ μεγαλύτερες και ζωτικότερου ενδιαφέροντος για τις δύο, με προσωπικό που μεγάλο μέρος του προερχόταν από τις μυστικές τους υπηρεσίες.
Για ορισμένους αναλυτές, η Αυστρία εξακολουθεί και σήμερα, είκοσι χρόνια μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την κατάρρευση του ενός των δύο συνασπισμών, του Συμφώνου της Βαρσοβίας, να θεωρείται, όπως και παλιά, σημαντικός τόπος δράσης για ξένες υπηρεσίες πληροφοριών.
Σε δηλώσεις του μετά την ανταλλαγή των κατασκόπων την περασμένη Παρασκευή στο βιεννέζικο αεροδρόμιο Σβέχατ, ο Αυστριακός ιστορικός και διευθυντής του αυστριακού Κέντρου για Μυστικές Υπηρεσίες, Προπαγάνδα και Θέματα Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο του Γκρατς, Ζίγκφριντ Μπερ, ανέβαζε τον αριθμό των «εν ενεργεία» ξένων κατασκόπων στη Βιέννη, σε 2.000 έως 3.000.
Πέραν της παράδοσης, της ουδετερότητας και της γεωπολιτικής σημασίας της Βιέννης, ο Ζίγκφριντ Μπερ αναφέρει και ένα επιπλέον λόγο για τη «δημοτικότητά» της ως «πρωτεύουσα της διεθνούς κατασκοπείας», το γεγονός της πόλης με την επανειλημμένα αναγνωρισμένη υψηλότερη ποιότητας ζωής στον κόσμο, κάτι που κάνει πολλούς «απόμαχους κατασκόπους» να επιστρέφουν σε αυτή, μετά τη συνταξιοδότησή τους, για να ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους σε αυτήν.