Ο Νικολά Σαρκοζί πρόκειται να παραμείνει στην Άγκυρα μόνο για έξι ώρες, στο δε πρόγραμμα είναι μια δίωρη συνάντηση, το απόγευμα, με τον Τούρκο ομόλογό του Αμπντουλάχ Γκιουλ και μια δίωρη με τον πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Η τουρκική αντίδραση ήταν άμεση: «Αυτή η επίσκεψη δεν είναι επάξια της φιλίας ανάμεσα στις δύο χώρες» δήλωσε ο Ερντογάν πριν από την άφιξη του Γάλλου προέδρου.
Το απόηχο της τουρκικής δυσαρέσκειας για την επίσκεψη Σαρκοζί που χαρακτηρίζεται «λειψή», μεταφέρει ο γαλλικός τύπος σήμερα:
«Οι γεμάτες απογοήτευση προσδοκίες της Τουρκίας που υποδέχεται τον Σαρκοζί» είναι ο τίτλος της φιλοκυβερνητικής Φιγκαρό.
«Ο Σαρκοζί ερεθίζει τους Τούρκους» είναι ο τίτλος της Παριζιέν, «Μια επίσκεψη με τη γεύση του υπερβολικά λίγου» λέει η TF1 στην ηλεκτρονική της σελίδα.
«Μπορεί το πρόγραμμα να είναι απλό, η ημερήσια διάταξη όμως έχει πυκνό περιεχόμενο» αντιδρά η γαλλική προεδρία, υπογραμμίζοντας ότι στόχος ως προεδρεύων του G20 είναι «να συζητήσει για τη μάχη κατά της αστάθειας των τιμών των πρώτων υλών, ιδιαίτερα των γεωργικών, και για τη μεταρρύθμιση του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος».
Χαρακτηριστικό άλλωστε είναι ότι ο γάλλος πρόεδρος συνοδεύεται μόνο από τον υπουργό Γεωργίας Μπρούνο Λεμέρ, στην αρμοδιότητα του οποίου είναι ο φάκελος για τις πρώτες ύλες.
Όπως μεταφέρει η Φιγκαρό « οι Τούρκοι θα ήθελαν μια επίσημη επίσκεψη που θα περιελάμβανε και την Ινσταμπούλ, για να επιδείξουν τα θέλγητρα της χώρας τους στον βασικότερο αντίπαλό τους για την ευρωπαϊκή τους ένταξη ».
Έτσι η ολιγόωρη επίσκεψη έχει προκαλέσει πολλά αρνητικά σχόλια από τους πολιτικούς αναλυτές στα τουρκικά media που, όπως μεταφέρει η Φιγκαρό, αφού « διακρίνουν τα σημάδια των ελλείψεων της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής ».
Οι εξελίξεις στις αραβικές χώρες της βορείου Αφρικής, πιστεύεται ότι θα ενταχθούν στις συζητήσεις, με δεδομένο μάλιστα ότι ο Ερντογάν έχει διαφοροποιήσει τη θέση του στο θέμα της λήψης κυρώσεων κατά του Καντάφι.
Η Τουρκία είχε σημαντικά οικονομικά συμφέροντα στη Λιβύη με την παρουσία, στη χώρα αυτή, πάνω από 200 κατασκευαστικές εταιρείες και 20.000 εργαζόμενους τούρκους πολίτες.