Ο Ντόναλντ Τραμπ ορκίστηκε για δεύτερη φορά πρόεδρος των ΗΠΑ και φαίνεται έτοιμος να ανατρέψει 80 χρόνια αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Ο Εconomist, σχολιάζοντας τις επόμενες κινήσεις του, έγραψε ότι επί δεκαετίες οι αμερικανοί ηγέτες υποστήριζαν ότι η δύναμή τους συνοδεύεται από την ευθύνη να είναι ο απαραίτητος υπερασπιστής ενός κόσμου που γίνεται πιο σταθερός και φιλικός χάρη στη δημοκρατία, στα σταθερά σύνορα και στις οικουμενικές αξίες.
Σε επικριτικό τόνο, επισημαίνει ότι ο Τραμπ απειλεί να εγκαταλείψει αυτές τις αρχές και θα επικεντρωθεί στη συσσώρευση και εκμετάλλευση της εξουσίας που πλέον έχει στα χέρια του.
Η προσέγγιση του νέου προέδρου θα δοκιμαστεί και θα καθοριστεί σε τρεις συγκρούσεις: στη Μέση Ανατολή, στην Ουκρανία και στον ψυχρό πόλεμο της Αμερικής με την Κίνα. Καθεμία από αυτές τις συγκρούσεις δείχνει πώς ο Τραμπ ωθείται να έρθει σε ρήξη με τις γραμμές που ορίστηκαν εδώ και επτά δεκαετίες.
Το μοτίβο του μοιάζει να είναι οι ανορθόδοξες μέθοδοι, η καιροσκοπική χρήση της επιρροής του και η πεποίθηση ότι η ισχύς από μόνη της δημιουργεί ειρήνη.
Η στάση στο Μεσανατολικό
Οι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι κατέληξαν σε μια συμφωνία για τη Γάζα, επειδή ο Τραμπ έθεσε μια προθεσμία, απειλώντας ότι «θα ξεσπάσει η κόλαση», αν δεν τα καταφέρουν να καταλήξουν σε εκεχειρία. Θα πρέπει να συνεχίσει να τους πιέζει, αν η συμφωνία πρόκειται να προχωρήσει στις επόμενες φάσεις της.
Όπως επισημαίνει ο Economist στην ανάλυσή του, από την εποχή του Ρίτσαρντ Νίξον έχουμε να δούμε έναν πρόεδρο που το να συμπεριφέρεται σαν «τρελός» γίνεται πλεονέκτημα για τον ίδιο.
«Το καπρίτσιο ενισχύεται από τον πραγματισμό» γράφει χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι σε αντίθεση με τους περισσότερους «ειρηνοποιούς», ο νέος αμερικανός πρόεδρος αδιαφορεί για τη βασανισμένη ιστορία της Μέσης Ανατολής.
Οι Συμφωνίες του Αβραάμ, που υπογράφηκαν κατά την πρώτη του θητεία, υποδηλώνουν ότι θα χρησιμοποιήσει την απελευθέρωση των ομήρων για να προωθήσει μια συμφωνία μεταξύ του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, την οποία θεωρεί ως τον δρόμο προς την ευημερία… και ένα βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Οι σύμμαχοι του Ιράν έχουν συντριβεί στη Γάζα, στον Λίβανο και στη Συρία. Μπορεί η Τεχεράνη να είναι έτοιμη να διαπραγματευτεί και αυτή. Ωστόσο, η πατρίδα των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών θα αποτελέσει μια σκληρή δοκιμασία για το αν οι άνθρωποι είναι πραγματικά πρόθυμοι να παραμερίσουν τις πεποιθήσεις και τα παράπονά τους για μια ευκαιρία ευημερίας.
Ξανά και ξανά, οι εξτρεμιστές τόσο στην ισραηλινή όσο και στην παλαιστινιακή πλευρά έχουν θέσει βέτο στα ειρηνευτικά σχέδια, χρησιμοποιώντας τη βία για να απαξιώσουν το πραγματιστικό κέντρο. Η ισραηλινή Δεξιά θέλει να προσαρτήσει παλαιστινιακή γη. Το Ιράν ακροβατεί μεταξύ της προσέγγισης με την Αμερική και της επιδίωξης για πυρηνικά όπλα.
Η απάντηση του Ντόναλντ Τραμπ θα είναι να αυξήσει την πίεση χρησιμοποιώντας είτε κυρώσεις είτε την απειλή βίας ή την απειλή να αποχωρήσει. Αυτή είναι, επίσης, η επιλογή που αντιμετωπίζει στην Ουκρανία, όπου έχει δεσμευτεί να σταματήσει τις μάχες. Επειδή έχει μεγαλύτερη επιρροή στους συμμάχους της Αμερικής απ’ ό,τι ο Βλαντίμιρ Πούτιν, ο ευκολότερος δρόμος είναι να αποχωρήσει σταματώντας την υποστήριξη και να αναγκάσει έτσι την κυβέρνηση στο Κίεβο να κάνει παραχωρήσεις, ειδικά αν, όπως φοβούνται οι επικριτές του, κολακεύεται όταν ο Πούτιν «τον αντιμετωπίζει ως ένα άλφα αρσενικό προς ένα άλλο».
Αλλά αυτό θα υπονόμευε τους άλλους στόχους του. Η εγκατάλειψη θα προκαλούσε συγκρίσεις με τον Μπάιντεν και την τρανταχτή αποχώρησή του από το Αφγανιστάν. Έχοντας κατά νου τις συγκρίσεις με την Ταϊβάν, η Κίνα θα μπορούσε να συμπεράνει ότι είναι αδύναμος.
Το στρατόπεδο Τραμπ υποστηρίζει ότι αυτό που μετράει είναι η δύναμη της Αμερικής και αυτό είναι που θα οδηγήσει στην ειρήνη με την Κίνα. Προειδοποιούν για την ανάγκη αποτροπής ενός Γ’ Παγκόσμιου Πολέμου, παρατηρώντας ότι ο Σι Τζινπίνγκ θέλει να είναι σε θέση να καταλάβει την Ταϊβάν με τη βία μέχρι το 2027. Η Κίνα κατασκευάζει επίσης με ταχείς ρυθμούς πυρηνικά όπλα και κατακτά συστηματικά τις στρατηγικές τεχνολογίες.
Η Αμερική, λένε, πρέπει να αποκαταστήσει την αποτροπή και η πανστρατιά της διπλωματίας των «τρελών», του πραγματισμού και της συσσώρευσης οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος είναι ο σίγουρος τρόπος για να γίνει αυτό.