Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι έτοιμο και αυτό μετά τις ΗΠΑ να δώσει το πράσινο φως στην Ουκρανία για χρήση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς κατά της Ρωσίας, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες που επικαλούνται πηγή από το βρετανικό υπουργικό συμβούλιο.

Ήδη ο σκιώδης υπουργός Άμυνας των Συντηρητικών Τζέιμς Κάρτλιτζ σε συνέντευξή του νωρίς το πρωί δήλωσε πως ελπίζει ότι η απόφαση των ΗΠΑ θα ωθήσει τη βρετανική κυβέρνηση να κάνει το ίδιο.

Αξίζει, δε, να σημειωθεί ότι ο Βρετανός πρωθυπουργός σερ Κιρ Στάρμερ στην επίσκεψή του στις ΗΠΑ, πριν από τις αμερικανικές εκλογές, στις αρχές Σεπτεμβρίου, είχε θέσει το θέμα στον πρόεδρο Μπάιντεν, ο οποίος όμως τότε είχε αρνηθεί να δώσει τη συγκατάθεσή του.

Μερικές μέρες αργότερα, ο πρώην πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον και πέντε πρώην υπουργοί Άμυνας του Ηνωμένου Βασιλείου, μεταξύ αυτών ο Γκραντ Σαπς και ο Μπεν Γουάλς, είχαν ζητήσει από τον Βρετανό πρωθυπουργό να επιτρέψει στο Κίεβο να χρησιμοποιήσει βρετανικούς βαλλιστικούς πυραύλους, παρά τις τότε αντιρρήσεις του Τζον Μπάιντεν.

Σε σημερινές του δηλώσεις ο σερ Κιρ Στάρμερ, καθ’ οδόν προς τη σύνοδο της G20 στη Βραζιλία, από τη μία υπογράμμισε πως δεν έχει πρόθεση να συνομιλήσει με τον Πούτιν, όπως έκανε πριν από μερικές μέρες ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς και από την άλλη τόνισε πως «πρέπει να διπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας για να ενισχύσουμε την υποστήριξή μας στην Ουκρανία».

Οι ΗΠΑ έκαναν την αρχή

Την περασμένη Κυριακή, ο πρόεδρος Μπάιντεν ενέκρινε τη χρήση των πυραύλων μεγάλης εμβέλειας, που παρέχονται από τις ΗΠΑ προς την Ουκρανία για επιθέσεις στο ρωσικό έδαφος, ανέφεραν αμερικανοί αξιωματούχοι.

Τα όπλα αναμένεται να χρησιμοποιηθούν αρχικά κατά των ρωσικών και βορειοκορεατικών στρατευμάτων, για την υπεράσπιση των ουκρανικών δυνάμεων στην περιοχή του Κουρσκ της δυτικής Ρωσίας, σύμφωνα με τους αξιωματούχους.

Η απόφαση του Μπάιντεν συνιστά μια σημαντική αλλαγή στην πολιτική των ΗΠΑ. Η επιλογή αυτή έχει διχάσει τους συμβούλους του και η απόφαση αυτή έρχεται δύο μήνες προτού αναλάβει καθήκοντα ο εκλεγμένος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει υποσχεθεί να περιορίσει περαιτέρω την υποστήριξη προς την Ουκρανία.