Η Eli Lilly φαίνεται ότι θα γίνει η πρώτη φαρμακευτική εταιρεία στον κόσμο με αγοραία αξία ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων, καθώς τα αδυνατιστικά προϊόντα, στα οποία ειδικεύεται, κάνουν θραύση και θριαμβεύουν στη Wall Street.

Όπως αναφέρουν οι Financial Times δεν ήταν πάντα όλα τόσο καλά για τη φαρμακευτική εταιρεία. Στα τέλη του 2000 η τιμή της μετοχής της έφτασε στον πάτο, καθώς οι πατέντες των ψυχιατρικών της φαρμάκων όπως το rozac, το Zyprexa και το Cymbalta σταμάτησαν.

Το κύριο πρόβλημα της Lilly ήταν η κατασκευή γραμμών παραγωγής, οι οποίες θα μπορούσαν να καλύψουν γρήγορα τη ζήτηση για τον διαβήτη και την απώλεια βάρους. Η εταιρεία επένδυσε πάνω 20 δισ. δολάρια σε εγκαταστάσεις παραγωγής τα τελευταία χρόνια. Μάλιστα την περασμένη Τετάρτη δήλωσε ότι ετοιμάζεται να επενδύσει 4,5 δισ. δολάρια για την κατασκευή μιας μονάδας παραγωγής φαρμάκων που θα χρησιμοποιηθούν για κλινικές δοκιμές στην Ιντιάνα.

«Τόσοι πολλοί άνθρωποι θα ωφεληθούν από τα φάρμακα αδυνατίσματος και θα ωφεληθούν πολύ γρήγορα, και έτσι υπάρχει μια μεγάλη δεξαμενή καταναλωτών που ενδιαφέρονται», δήλωσε ο Ντέιβ Ρικς, διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας, αναφερόμενος στα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας.

Ο Ρικς προβλέπει ότι το χάπι απώλειας βάρους της Lilly που βρίσκεται ακόμη σε πειραματικό στάδιο, αναμένεται να φέρει στην εταιρία ετήσια έσοδα της τάξης των 130 δισ. και ως το τέλος της δεκαετίας θα είναι στις κορυφαίες πωλήσεις της εταιρίας.

Παρά τα ενθαρρυντικά δείγματα, ο Ρικς δεν εφησυχάζει και ξοδεύει πολύ χρόνο δουλεύοντας στην ενίσχυση της παραγωγικής διαδικασίας της εταιρείας, με σκοπό να ξεπεράσει τον ανταγωνιστή Novo Nordisk.

Παρά την αισιοδοξία της εταιρείας, οι επενδυτές διατηρούν μια επιφύλαξη. Στόχος της Lilly είναι να εδραιώσει τη θέση της μεταξύ των δέκα πιο πολύτιμων εταιρειών στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

Το 2026 η Lilly είναι έτοιμη να ξεπεράσει τον κύριο ανταγωνιστή της, τη Novo Nordisk, βγάζοντας σε κυκλοφορία το χάπι κατά της παχυσαρκίας (orforglipron).

 «Για έναν αιώνα, ανταγωνιζόμαστε τη Novo Nordisk άμεσα ή έμμεσα», λέει ο Ρικς. «Ο ανταγωνισμός είναι προς όφελος των καταναλωτών. Ο ανταγωνισμός μας κάνει να εργαζόμαστε πιο σκληρά και έτσι παράγουμε καλύτερα προϊόντα. Και αυτό είναι πρόοδος».