Ο Χέρμπερτ Κικλ, ο νέος μεγάλος νικητής των εθνικών εκλογών στην Αυστρία, είναι ένα πρόσωπο που προκαλεί αίσθηση και ανησυχία τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και σε όλη την Ευρώπη. Ως ηγέτης του ακροδεξιού Κόμματος της Ελευθερίας (FPÖ), κατάφερε να αποσπάσει σχεδόν το 29% των ψήφων, το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγράψει το κόμμα του από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο, ο δρόμος του προς την καγκελαρία δεν είναι εύκολος, καθώς κανένα από τα υπόλοιπα κόμματα δεν είναι διατεθειμένο να συνεργαστεί μαζί του.

Με μια ρητορική γεμάτη προκλήσεις, ο 55χρονος ηγέτης της αυστριακής ακροδεξιάς κατάφερε να αναδείξει το κόμμα του ως κύρια αντιπολιτευτική δύναμη, εκμεταλλευόμενος τη λαϊκή δυσαρέσκεια για τον πληθωρισμό και τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Παρά την έλλειψη της προσωπικής γοητείας και της επιθετικής δημόσιας παρουσίας, χαρακτηριστικά που διέθεταν οι προκάτοχοί του, ο Κικλ κατάφερε να προσελκύσει την προσοχή με έναν συνδυασμό ακραίων ιδεών και χειρισμών στο παρασκήνιο.

Από τον «γκρίζο ιδεολόγο» στο προσκήνιο

Ο Κικλ γεννήθηκε το 1968 στην Καρινθία της νότιας Αυστρίας και μεγάλωσε σε ένα χωριό όπου αναπτύχθηκε το αντισυστημικό του πνεύμα. Από τα νεανικά του χρόνια, ήταν γνωστός για τη διαφορετικότητά του, ντυμένος με στρατιωτικά ρούχα και πάντα έτοιμος να προκαλέσει. Παρά τις σπουδές του στη φιλοσοφία, την ιστορία και τις πολιτικές επιστήμες, δεν κατάφερε να ολοκληρώσει το πτυχίο του, στρέφοντας το ενδιαφέρον του στην πολιτική υπό την επιρροή του ακροδεξιού ηγέτη, Γεργκ Χάιντερ.

Το 1995 εντάχθηκε στο FPÖ, το οποίο ιδρύθηκε από πρώην ναζί, και ανέλαβε τον έλεγχο της επικοινωνιακής στρατηγικής του κόμματος. Μέσα από αυτή τη θέση, έγραψε κάποια από τα πιο πολωτικά συνθήματα, τα οποία θεωρήθηκαν ξενοφοβικά και εθνικιστικά. Με την πάροδο των ετών, ο Κικλ αναρριχήθηκε σταδιακά στην ιεραρχία του κόμματος, μέχρι που ανέλαβε την ηγεσία το 2021, μετά το σκάνδαλο «cash-for-favours» που έπληξε τον προηγούμενο αρχηγό, Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε.

Η ατζέντα του «Φρούριο Αυστρία»

Ο Χέρμπερτ Κικλ δεν κρύβει τις ακραίες του απόψεις. Έχει δηλώσει ξεκάθαρα την πρόθεσή του να καταστήσει την Αυστρία «φρούριο», προτείνοντας τη δημιουργία ειδικών κέντρων κράτησης για μετανάστες και ένα σύστημα καταγραφής για όλους τους νεοαφιχθέντες. Παράλληλα, έχει ταχθεί υπέρ της «επαναμετανάστευσης» ανεπιθύμητων ξένων, μια πολιτική που στοχεύει στην απέλαση όσων θεωρεί ότι δεν έχουν ενσωματωθεί στην αυστριακή κοινωνία.

Την ίδια στιγμή, η στάση του απέναντι στη Ρωσία και τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι ξεκάθαρη. Ο Κικλ έχει ταχθεί κατά των κυρώσεων της ΕΕ και έχει δηλώσει ότι θα βάλει βέτο σε οποιαδήποτε νέα μέτρα κατά της Μόσχας, εάν αναλάβει την εξουσία. Βλέπει τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, ως πρότυπο και έχει εκφράσει τη θέλησή του να ακολουθήσει μια παρόμοια πορεία για την Αυστρία.

Ο «λαϊκός καγκελάριος» και οι ναζιστικές αναφορές

Ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα στοιχεία της πολιτικής του Κικλ είναι η χρήση του όρου «Volkskanzler» (λαϊκός καγκελάριος), που παραπέμπει άμεσα στη ναζιστική περίοδο. Παρόλο που αρνείται οποιαδήποτε συσχέτιση, οι επικριτές του θεωρούν ότι χρησιμοποιεί τέτοιες αναφορές σκόπιμα, για να προσελκύσει τους πιο ακραίους ψηφοφόρους. Επιπλέον, κατά την προεκλογική του καμπάνια, χρησιμοποίησε τη φράση «Γενηθήτω το θέλημά σου», μια φράση που συνδέεται με τη χριστιανική προσευχή, αλλά και με ναζιστικές αναφορές.

Ο δρόμος προς την εξουσία

Παρά το εντυπωσιακό αποτέλεσμα, ο Κικλ παραμένει απομονωμένος στο πολιτικό σκηνικό της Αυστρίας. Χωρίς έναν πρόθυμο εταίρο, είναι αβέβαιο αν θα μπορέσει να σχηματίσει κυβέρνηση. Ωστόσο, με την επιρροή του να αυξάνεται, είναι σαφές ότι ο Χέρμπερτ Κικλ ήρθε για να μείνει και να αλλάξει το πρόσωπο της αυστριακής πολιτικής σκηνής, είτε ως «λαϊκός καγκελάριος» είτε ως ο πολιτικός «εφιάλτης» του κατεστημένου.

Ο χρόνος θα δείξει αν η ρητορική του θα τον οδηγήσει στην καγκελαρία ή αν η ακραία του στάση θα αποδειχθεί το εμπόδιο που δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεπεράσει.