Το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε «εν μέρει αντισυνταγματική» την μεταρρύθμιση του εκλογικού νόμου, στην οποία προχώρησε πέρυσι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, με βασικό στόχο τον περιορισμό του αριθμού των μελών της Bundestag. Οι δικαστές ζητούν τώρα την αναθεώρηση της ρήτρας που αφορά το όριο του 5% για την είσοδο ενός κόμματος στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, καθώς η προτεινόμενη αλλαγή δεν συνάδει με τις συνταγματικές επιταγές.
Σύμφωνα με τις τροποποιήσεις που κρίθηκαν συνταγματικές, στις προσεχείς εκλογές οι έδρες του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου πρόκειται να μειωθούν στις 630 από 733, αποκλείοντας συνεπώς περαιτέρω διεύρυνση. Ωστόσο, το Δικαστήριο υπέδειξε και διόρθωση, διατηρώντας προς το παρόν τη βασική ρήτρα εντολής, δηλαδή τον κανόνα σύμφωνα με τον οποίο ένα κόμμα που κερδίζει τρεις εκλογικές περιφέρειες εισέρχεται στην Ομοσπονδιακή Βουλή, ακόμα και εάν δεν έχει υπερβεί το όριο του 5%.
Η εν λόγω ρήτρα συμβάλλει στην επιβίωση του κόμματος της Αριστεράς (Die Linke), αλλά είναι επίσης εξαιρετικά σημαντική και για την Χριστιανοκοινωνική Ένωση (CSU), καθώς βάσει των τελευταίων δημοσκοπήσεων τα ποσοστό του κόμματος σε ομοσπονδιακό επίπεδο βρίσκεται στο 5,2%. Κατά του εκλογικού νόμου είχαν πάντως προσφύγει η κοινοβουλευτική ομάδα της Χριστιανικής Ένωσης CDU/CSU, η CSU και η κυβέρνηση του κρατιδίου της Βαυαρίας, καθώς και η Αριστερά και περισσότεροι από 4.200 ψηφοφόροι που υποστηρίζονταν από την οργάνωση «Mehr Demokratie» (Περισσότερη Δημοκρατία). Η Αριστερά είχε αντιταχθεί κυρίως στην κατάργηση της βασικής ρήτρας εντολής, ενώ το CDU και κυρίως η CSU κατά της ουσίας της μεταρρύθμισης.
Με την μεταρρύθμιση του εκλογικού νόμου, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είχε ως στόχο να διασφαλίσει ότι η Bundestag δεν θα συνέχιζε να αυξάνεται. Διαφορετικά, σύμφωνα με υπολογισμούς, ο αριθμός των βουλευτών θα μπορούσε να φθάσει σε 800 ή ακόμη και 900. Μόνο η δεύτερη ψήφος, δηλαδή η ψήφος των κομμάτων, θα έπρεπε στο εξής να είναι καθοριστική για τον αριθμό των εδρών, ορίζει η νέα νομοθεσία, η οποία και εγκρίθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο. Αν και η πρώτη ψήφος αυξάνει τις πιθανότητες του νικητή της εκλογικής περιφέρειας να εισέλθει στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, δεν εγγυάται τη νίκη, δεδομένου ότι, εάν ένα κόμμα έχει περισσότερους νικητές στην εκλογική περιφέρεια από τον αριθμό των εδρών που δικαιούται σύμφωνα με το αποτέλεσμα των δύο ψήφων, τότε όσοι βρίσκονται χαμηλότερα στην προτίμηση δεν εισέρχονται στη Βουλή.
Στη Γερμανία ισχύει έως σήμερα και θα συνεχίσει να ισχύει το σύστημα αναλογικής εκπροσώπησης, εμπλουτισμένο με στοιχεία εξατομικευμένης ψηφοφορίας, με μόνη διαφορά ότι έχουν μετατοπιστεί σε κάποιον βαθμό – εντός συνταγματικού πλαισίου – οι ισορροπίες, καθώς κυριαρχεί η αναλογικότητα στην εκπροσώπηση έναντι του προσωπικού στοιχείου.
Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε πάντως και την σημασία της ρήτρας του 5%, η οποία, όπως αναφέρεται στην απόφαση, ναι μεν οδηγεί σε άνιση μεταχείριση, διότι οι ψήφοι υπέρ μικρότερων κομμάτων δεν έχουν αντίκτυπο στο αποτέλεσμα, δικαιολογείται ωστόσο, καθώς, «αποτρέποντας τον κατακερματισμό του Κοινοβουλίου σε πολλές μικρές ομάδες», διατηρείται η εργασιακή και λειτουργική ικανότητά του.
H μεταβατική λύση
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο διορθώνει όμως την πρόβλεψη ειδικά για την περίπτωση πραγματικής συνεργασίας μεταξύ δύο κομμάτων, όπως π.χ. του CDU με την CSU, οπότε δεν ισχύει το όριο του 5%. Αυτή η πρόβλεψη δεν υπάρχει πάντως σε περιπτώσεις εκλογικών συμμαχιών μεταξύ κομμάτων τα οποία στην πραγματικότητα είναι ανταγωνιστές. «Κατ’ αυτόν τον τρόπο το δικαστήριο έδωσε “εγγύηση” επιβίωσης στην CSU, αρκεί να μην έρθει σε ρήξη με το CDU», σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung.
Η αντισυνταγματικότητα με άλλα λόγια αφορά σε κάποιον βαθμό την ρήτρα του 5% και θα πρέπει να γίνουν αλλαγές, ορίζει το Δικαστήριο. Επειδή όμως ο χρόνος είναι σημαντικός, προκρίνεται μια μεταβατική λύση μέχρις ότου ψηφιστεί η νέα ρύθμιση. Η υφιστάμενη βασική ρήτρα εντολής θα συνεχίσει να ισχύει και όποιος κερδίζει τρεις εκλογικές περιφέρειες θα εξασφαλίζει την είσοδό του στην Bundestag. Στο μεταξύ η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα πρέπει τώρα να σχεδιάσει τις νέες αλλαγές.
Την ίδια ώρα το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο διερευνά την πρόωρη ανάρτηση της απόφασής του στην ιστοσελίδα του. Η ετυμηγορία επρόκειτο να δημοσιευθεί σήμερα στις 10:00 (τοπική ώρα), αλλά είχε ήδη αναρτηθεί από το προηγούμενο βράδυ, προκαλώντας αντιδράσεις πολιτικών. Από την πλευρά του το Δικαστήριο εξέφρασε τη λύπη του για το περιστατικό, έκανε λόγο για «πιθανό τεχνικό σφάλμα» και επιφυλάχθηκε να ερευνήσει τις συνθήκες που οδήγησαν σε αυτό.
Πηγή: ΑΠΕ