Ο 41χρονος Σαμίρ Λιμανί καταδικάστηκε σήμερα σε κάθειρξη 30 ετών για τη δολοφονία της συντρόφου του Ορελί Βακιέ, η οποία βρέθηκε θαμμένη τον Απρίλιο του 2021 κάτω από μία τσιμεντόπλακα στο σπίτι του ζευγαριού, στη νότια Γαλλία.
Έπειτα από μια διάσκεψη 4 ωρών, το σώμα των ενόρκων έκρινε τον πρώην στρατιωτικό και οδηγό φορτηγού, ο οποίος αρνείται κατηγορηματικά ότι διέπραξε τη γυναικοκτονία, «ένοχο» για τη δολοφονία της Ορελί Βακιέ, 38 ετών, και του επέβαλε ποινή σε συμφωνία με την πρόταση του γενικού εισαγγελέα.
Έκλαιγε και ούρλιαζε ο κατηγορούμενος
Κατά την ανακοίνωση της ετυμηγορίας, ο Σαμίρ Λιμανί άρχισε να ουρλιάζει: «Είμαι αθώος! Δικαιοσύνη! Δικαιοσύνη!» προτού τον απομακρύνουν από την αίθουσα.
«Αυτό το έγκλημα είναι φρικτό. Σας ζητώ να κηρύξετε τον Σαμίρ Λιμανί ένοχο για τη δολοφονία της συντρόφου του Ορελί Βακιέ και να του επιβληθεί ποινή κάθειρξης τριάντα ετών», δήλωσε κατά την αγόρευσή του ο εισαγγελέας Νταμιάν Κινσέ.
Από την πλευρά του, ο συνήγορος του κατηγορουμένου ζήτησε την αθώωσή του μπροστά σε μια «απουσία βεβαιότητας». Και ο Σαμίρ Λιμανί για μία ακόμη φορά δήλωσε πως είναι αθώος σε ένα τελευταίο ξέσπασμα πριν από την ετυμηγορία.
«Θα με απελευθερώσετε. Θέλω να ξεκινήσει εκ νέου η έρευνα, με νέο ανακριτή, νέους ερευνητές. Πρέπει να βρούμε εκείνον που το έκανε αυτό!», είπε ο κατηγορούμενος, στον οποίο δόθηκε ο λόγος για μια τελευταία φορά.
Μεταξύ δακρύων και εκδικητικών λόγων, συχνά ασυνάρτητων, κατήγγειλε μια έρευνα υπό την επιρροή των ΜΜΕ, υποστηρίζοντας πως «δεν είναι τέρας». «Η Ορελί ήταν καλός άνθρωπος. Τη σκότωσαν και την έθαψαν στο σπίτι μου», είπε προτού καθίσει.
Ο Λιμανί, διαζευγμένος πατέρας δύο παιδιών, δικαζόταν από τις 9 Ιανουαρίου για «φόνο». Ήταν αντιμέτωπος με την ποινή ισόβια κάθειρξης για τη δολοφονία της 38χρονης Ορελί, η οποία βρέθηκε νεκρή στις 7 Απριλίου του 2021 στο Μπενταριέ, μια μικρή πόλη κοντά στο Μονπελιέ.
Αυτή η ποινή «αξίζει στους κατά συρροή εγκληματίες», εξήγησε κατά την αγόρευσή του ο εισαγγελέας. Για τα υπόλοιπα, όμως, εμφανίστηκε αδιάλλακτος, υπενθυμίζοντας πως η Βακιέ «είχε βίαιο θάνατο».
Στη συνέχεια ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στην «παράλογη υπόθεση» ότι ένας άγνωστος δολοφόνησε τη νεαρή γυναίκα στην οικία της, κατόπιν την έθαψε στο ίδιο το σπίτι του ζευγαριού.
Μια εκδοχή που ο Σαμίρ Λιμανί συνεχίζει να υποστηρίζει, εξηγώντας πως τα γεγονότα εκτυλίχθηκαν ενώ εκείνος απουσίαζε για λίγες ημέρες στο πατρικό του.
«Ψέματα, ψέματα, ψέματα… αυτός ο άγνωστος, είστε εσείς, Σαμίρ Λιμανί», είπε ο γενικός εισαγγελέας.
Δήλωσε την εξαφάνιση της συντρόφου του έναν μήνα μετά
Για την κατηγορούσα αρχή, η Ορελί Βακιέ «δεν βγήκε ποτέ από την οικία της». Η απόδειξη; Φορούσε πιτζάμες και παντόφλες όταν δολοφονήθηκε.
Σε σχέση με ένα μήνυμα που εκείνη είχε στείλει την 28η Ιανουαρίου για να ανακοινώσει πως έφευγε στην εξοχή για να «διαβάσει και να γράψει»; «Ένα ψέμα» που συνέταξε ο Λιμανί, σύμφωνα με τον Κινσέρ.
Αν και η «καθυστερημένη» δήλωση της εξαφάνισής της, σχεδόν έναν μήνα αργότερα, στην αστυνομία είναι «η πρώτη ένδειξη σε βάρος του», ο Σαμίρ Λιμανί «υπέγραψε την ενοχή του», όταν υποστήριξε πως δεν είδε τίποτα το ύποπτο όταν επέστρεψε στο σπίτι τους την 6η Φεβρουαρίου.
Κατόπιν, καθώς έκανε εργασίες, δεν θα μπορούσε να μην αντιληφθεί, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, μια τσιμεντένια πλάκα, εκεί όπου βρήκε η αστυνομία το πτώμα της Ορελί.
«Το κίνητρο; Δεν βρίσκομαι μέσα στο μυαλό του Λιμανί», είπε ο εισαγγελέας. Όμως ανέφερε το «ναυάγιο ενός ζευγαριού χαμένου στη θάλασσα», που είχε «επιβιβαστεί σε ένα σχέδιο» που δεν ευόδωσε για τη δημιουργία ενός βίγκαν εστιατορίου στο Μπενταριέ. «Αυτό μετατράπηκε σε εφιάλτη, ήθελε να την αντικαταστήσει», τόνισε ο Νταμιάν Κινσέρ.
Από την πλευρά του, ο δικηγόρος του κατηγορουμένου κατήγγειλε μια έρευνα που είχε από την αρχή επικεντρωθεί στην φερόμενη ενοχή του συντρόφου της Ορελί.
«Δεν θα μπορούσε να υπάρξει κάποιος άλλος», που «γνώριζε την Ορελί, που γνώριζε το μέρος» και τον οποίο δεν υποψιαζόταν η Ορελί, διερωτήθηκε ο δικηγόρος.
Για εβδομάδες, υπογράμμισε, ο Σαμίρ Λιμανί «θα μπορούσε να ξεφορτωθεί το πτώμα» παρά να το κρύψει σε ένα σπίτι που θα την ερευνούσαν οι αρχές. «Όμως όχι, εκείνος παρέμεινε εκεί, περίμενε. Είναι όλο αυτό λογικό;» για έναν δολοφόνο, τόνισε.