Έπειτα από 22 μήνες ενός αιματηρού πολέμου, ο ουκρανικός στρατός δυσκολεύεται να βρει νέους στρατευσίμους για να πάνε στο μέτωπο και να πολεμήσουν τις ρωσικές δυνάμεις, οι οποίες βρίσκονται και πάλι στην επίθεση.
«Από τις μονάδες μας λείπει το προσωπικό. Έχουμε ανάγκη νέους, κάτω των 40 ετών, και ενθουσιώδεις», λέει εκφράζοντας την ανησυχία του ο ταγματάρχης Ολεξάντρ Βολκόφ, διοικητής τάγματος της 24ης μηχανοκίνητης ταξιαρχίας.
Αυτό το πρωί, ο αξιωματικός προτίμησε να ματαιώσει μια εκπαίδευση στο ύπαιθρο κοντά στο Μπαχμούτ για τους νέους στρατευσίμους εξαιτίας του παγετού, ώστε να αποφύγει τραυματισμούς των ανδρών του.
Θα γίνουν μόνο μαθήματα μέσα σε αίθουσα για λύσιμο και δέσιμο ατομικών όπλων και για την παροχή πρώτων βοηθειών.
«Τη σημερινή κοινωνία καταχράσθηκαν ενδεχομένως ορισμένα μέσα ενημέρωσης που ισχυρίζονταν ότι όλα πάνε καλά (για τον ουκρανικό στρατό), ότι νικάμε τον εχθρό και ότι η νίκη βρίσκεται κοντά», λέει ο ταγματάρχης εκφράζοντας τη λύπη του.
«Όμως η σημερινή κατάσταση δεν είναι τόσο απλή. Ο εχθρός είναι αληθινά πολύ δυνατός, πολύ ισχυρός. Και κάνουμε τα πάντα για να τον συγκρατήσουμε και να τον νικήσουμε», προσθέτει.
Μετά την αποτυχία της θερινής ουκρανικής αντεπίθεσης στο νότο, η οποία συνάντησε μια συμπαγή ρωσική άμυνα, τα στρατεύματα της Μόσχας έχουν πάρει και πάλι από το φθινόπωρο την πρωτοβουλία και βρίσκονται στην επίθεση σε τομείς, ιδιαίτερα ανατολικά.
Κουπιάνσκ, Μπαχμούτ, Αβντιίβκα, Μαρίνκα, έχοντας στη διάθεσή του περισσότερους ανθρώπινους πόρους και πυρομαχικά, ο ρωσικός στρατός κατατρώγει αργά έδαφος, παρά τις σημαντικές απώλειες που αντιμετωπίζει σε άνδρες και υλικό.
Απέναντί του, οι Ουκρανοί δυσκολεύονται να αμυνθούν έπειτα από δύο δύσκολα χρόνια, μέσα στη ζέστη των κακοκαιριών, τη λάσπη και των χιόνι των χειμώνων και τους διαρκείς βομβαρδισμούς στα χαρακώματα.
Μερικοί, οι οποίοι πολεμούν από τις 24 Φεβρουαρίου 2022, είναι εξαντλημένοι. Οι νεκροί και οι τραυματίες δύσκολα αντικαθίστανται, καθώς οι εθελοντές είναι όλο και πιο σπάνιοι.
Στην αρχή της σύγκρουσης, «όλα γίνονταν μέσα στην αδρεναλίνη, μέσα σ΄ένα είδος ανάτασης (…), όλοι έσπευδαν να πολεμήσουν και συνεπώς δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα» δυναμικού, λέει ο υπολοχαγός Ιγκόρ Προκόπιακ, διοικητής λόχου.
«Όμως με τον καιρό το πράγμα ηρέμησε. Οι άνθρωποι είχαν πρόσβαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είδαν την τρομερή, ωμή πλευρά του πολέμου. Αυτή η αρχική αδρεναλίνη διαλύθηκε ο εγκέφαλος ξύπνησε, ο φόβος έκανε την εμφάνισή του και, κατά συνέπεια, οι άνθρωποι άρχισαν να φοβούνται για τη ζωή τους», συνεχίζει ο 32χρονος αξιωματικός.
Ο Ολεξάντρ Βολκόφ διαπιστώνει πως οι πολίτες «δεν έχουν αληθινά επιθυμία να ενταχθούν στις ένοπλες δυνάμεις».
Και η μέση ηλικία των στρατιωτών στο μέτωπο αυξάνεται. Ο ταγματάρχης επικαλείται τη μονάδα του, το 40% της οποίας είναι 45 ετών και άνω.
«Είδα πολλούς νέους στην πολιτική ζωή, δεν ξέρω γιατί δεν έχουν επιστρατευθεί», επισημαίνει ο Βολκόφ.
«Η σειρά των άλλων»
«Πρέπει το κράτος να ανταποκριθεί, να στρατολογήσει, να αντικαταστήσει τις μονάδες, να αντικαταστήσει τους ανθρώπους που πολεμούν ήδη εδώ και δύο χρόνια, εμού περιλαμβανομένου», επιμένει.
Εδώ και μερικές εβδομάδες, σύζυγοι στρατιωτών διαδηλώνουν επίσης στο Κίεβο για να ζητήσουν την επιστροφή των συζύγων τους από το μέτωπο, μεταξύ άλλων και με το σύνθημα: «Τώρα είναι η σειρά των άλλων».
Την 1η Δεκεμβρίου, ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι ζήτησε από τη στρατιωτική διοίκηση να επανεξετάσει το σύστημα της στρατολόγησης.
«Δεν είναι απλώς ένα ζήτημα αριθμού, ανθρώπων που μπορούν να στρατολογηθούν (…) Είναι ένα ζήτημα χρονοδιαγράμματος για καθέναν που βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο στρατό, για την αποστρατεία και γι’ αυτούς που θα ενταχθούν» στις μονάδες, λέει.
Ο ταγματάρχης Βολκόφ επικρίνει τα «υπερβολικά σοβιετικά» στρατολογικά γραφεία, με την προσέγγισή τους όπου «η ποιότητα είναι δευτερεύουσα». «Είναι επικεντρωμένοι αποκλειστικά στο ποσοτικό αποτέλεσμα».