Η ΕΕ δεν θα ανεχθεί για πολύ καιρό την «ανισορροπία» στις εμπορικές σχέσεις της με την Κίνα, δήλωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων για λογαριασμό των ευρωπαϊκών πρακτορείων ειδήσεων του European Newsroom, με αφορμή την επικείμενη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ-Κίνας.
Η πρόεδρος της Επιτροπής χαρακτήρισε τη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ-Κίνας, η οποία θα πραγματοποιηθεί στις 7 Δεκεμβρίου στο Πεκίνο, ως μια «Σύνοδο επιλογών»: πρώτον, σε ό,τι αφορά τις εμπορικές σχέσεις EE-Κίνας και στην αντιμετώπιση των ανισορροπιών, δεύτερον σε ό,τι αφορά διεθνή ζητήματα, όπως ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η κρίση στη Μέση Ανατολή και τρίτον στις επιλογές που βρίσκονται στο τραπέζι για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Η Φον ντερ Λάιεν τόνισε ότι η ΕΕ είναι ένας «σημαντικός εμπορικός εταίρος για την Κίνα και αντίστροφα», όμως «υπάρχει μια αυξανόμενη εμπορική ανισορροπία». Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, είπε πως το εμπορικό έλλειμμα της ΕΕ με την Κίνα διπλασιάστηκε μέσα σε δύο χρόνια για να φθάσει σε ποσοστό ρεκόρ των 390 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2022. «Η ανισορροπία είναι ορατή, για παράδειγμα, οι εξαγωγές από την Κίνα προς την ΕΕ είναι τρεις φορές υψηλότερες από τις εξαγωγές της ΕΕ προς την Κίνα. Με άλλα λόγια, εάν έχουμε τρία κοντέινερ που πηγαίνουν από την Κίνα στην Ευρώπη, δύο από αυτά τα κοντέινερ επιστρέφουν άδεια πίσω στην Κίνα», ανέφερε χαρακτηριστικά η πρόεδρος της Επιτροπής.
Πρόσθεσε, επίσης, ότι η ΕΕ σημειώνει μια έλλειψη πρόσβασης στην κινεζική αγορά για τις ευρωπαϊκές εταιρείες, προνομιακή μεταχείριση των εγχώριων κινεζικών εταιρειών, ενώ παράλληλα εξετάζει το ζήτημα των κρυφών ή άμεσων και έμμεσων επιδοτήσεων σε κινεζικές εταιρείες σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές εταιρείες. «Η ΕΕ θέλει θεμιτό ανταγωνισμό όταν πρόκειται για παγκόσμιους παίκτες που έρχονται στην ενιαία αγορά της», τόνισε η Φον ντερ Λάιεν προσθέτοντας, ότι «είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών να έχουμε ένα βιώσιμο εμπόριο μεταξύ μας» και πως η ΕΕ «δεν θα ανεχτεί μακροπρόθεσμα την ανισορροπία» στις εμπορικές σχέσεις. «Διαθέτουμε εργαλεία για να προστατεύσουμε την αγορά μας, αλλά προτιμούμε να έχουμε λύσεις κατόπιν διαπραγμάτευσης», τόνισε η πρόεδρος της Επιτροπής, λέγοντας ότι «είναι προς το συμφέρον της Κίνας να εξετάσει προσεκτικά αυτές τις επιλογές».
Ερωτηθείσα για το Ουκρανικό ζήτημα και πώς η ΕΕ σκοπεύει να πείσει το Πεκίνο να αυξήσει την πίεση στη Ρωσία, η Φον ντερ Λάιεν τόνισε ότι η Κίνα, ως μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ έχει συγκεκριμένη ευθύνη και είναι σημαντικό να χρησιμοποιήσει την επιρροή της στη Ρωσία και να υπερασπιστούν τον καταστατικό χάρτη του ΟΗΕ, που είναι η εδαφική ακεραιότητα και η κυριαρχία μιας χώρας. Η ίδια παραδέχτηκε ότι η ΕΕ ανησυχεί για την καταστρατήγηση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας – ένα ζήτημα για το οποίο η ΕΕ και η Κίνα συζητούν.
Για την Πράσινη Συμφωνία, η πρόεδρος της Επιτροπής τόνισε ότι η Κίνα και η ΕΕ επηρεάζονται πολύ από την κλιματική αλλαγή και επομένως έχουν κοινό συμφέρον να συνεργαστούν για την καταπολέμησή της και για την προστασία της βιοποικιλότητας. Η Κίνα έχει το 28% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, έναντι 7% στην ΕΕ, επομένως οι αποφασιστικές ενέργειές της έχουν μεγάλη σημασία, τόνισε η Φον ντερ Λάιεν, η οποία χαιρέτισε τη συμμετοχή της Κίνας στη δέσμευση για το μεθάνιο. Η ίδια ανέφερε ότι υπάρχει «εξαιρετική συνεργασία» με την Κίνα, στην τιμολόγηση του άνθρακα και χαιρέτισε το σύστημα εμπορίας εκπομπών που οικοδομεί για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Η πρόεδρος της Επιτροπής, μαζί με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ συνοδευόμενοι από τον Ύπατο Εκπρόσωπο της ΕΕ, Ζοζέπ Μπορέλ θα συναντήσουν στη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ-Κίνας στο Πεκίνο, τον Κινέζο Πρόεδρο Σι Τζιπίνγκ και τον πρωθυπουργό Λι Γιάνγκ. Στόχος είναι οι συνομιλίες Κίνας-ΕΕ στο υψηλότερο επίπεδο και η επιδίωξη εποικοδομητικών και σταθερών σχέσεων των δύο πλευρών. Επίκεντρο της συνόδου κορυφής θα είναι η κατάσταση των σχέσεων ΕΕ-Κίνας και τα διεθνή ζητήματα, συμπεριλαμβανομένου του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και της κατάστασης στη Μέση Ανατολή. Θα συζητηθούν, επίσης, τρόποι διασφάλισης μιας πιο ισορροπημένης και αμοιβαίας εμπορικής σχέσης, καθώς και τομείς κοινού ενδιαφέροντος όπως η κλιματική αλλαγή, η επισιτιστική ασφάλεια, η παγκόσμια υγεία και η ετοιμότητα για πανδημίες.