Τη στροφή της γερμανικής κυβέρνησης στη μεταναστευτική πολιτική προς το αυστηρότερο, κάτι που άλλωστε προετοιμάζεται εδώ και καιρό, ανακοίνωσε μέσω συνέντευξής του στο περιοδικό Der Spiegel o καγκελάριος Όλαφ Σολτς.
«Πρέπει να προχωρήσουμε σε μαζικές απελάσεις για όσους δεν έχουν δικαίωμα να παραμείνουν στη Γερμανία (…) Περισσότερες και γρηγορότερες απελάσεις» ανέφερε ο καγκελάριος, τονίζοντας ότι όποιος δεν μπορεί να θεμελιώσει δικαίωμα ασύλου και δεν έχει προοπτικές παραμονής στη Γερμανία θα πρέπει να επιστρέφει στην εκάστοτε χώρα προέλευσης.
Σύμφωνα με τον Σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο, εάν η μετανάστευση στη Γερμανία συνεχιστεί δίχως όρια, τότε κινδυνεύει το κοινωνικό κράτος. «Όποιος είναι υπέρ της απεριόριστης μετανάστευσης οφείλει να είναι το ίδιο ειλικρινής και να αποδεχθεί ότι δεν θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε το κοινωνικό κράτος με τη σημερινή του μορφή» αναφέρει χαρακτηριστικά. Ο Όλαφ Σολτς αναφέρει ότι η διαχείριση του μεταναστευτικού απαιτεί εκ των πραγμάτων «σκληρότητα ως έναν βαθμό», κάτι όμως που δεν συνεπάγεται απώλεια του ανθρωπισμού.
«Παροχές σε είδος» αντί επιδομάτων
Στην ίδια συνέντευξη υπεραμύνεται των αυστηρότερων ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ αλλά και του νέου ευρωπαϊκού μηχανισμού αλληλεγγύης, ο οποίος προβλέπει πρώτη καταγραφή των νεοαφιχθέντων στα εξωτερικά σύνορα και έπειτα κατανομή τους σε όλες χώρες της ΕΕ στη βάση της αλληλεγγύης.
Παρέχει επίσης στήριξη και στην υπ. Εσωτερικών Νάνσι Φέζερ, η οποία πρόσφατα εξήγγειλε την εισαγωγή εντατικών ελέγχων στα σύνορα της Γερμανίας με γειτονικές χώρες με στόχο την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης. Υποστηρίζει επίσης στο μέλλον την ιδέα παροχών σε είδος αντί χρημάτων και επιδομάτων σε αιτούντες άσυλο και θεωρεί τη Γεωργία και τη Μολδαβία ασφαλείς χώρες προέλευσης.
Οι δικαστές στηρίζουν, διαφωνούν ομοϊδεάτες
Στήριξη στα σχέδια Σολτς περί επιτάχυνσης των διαδικασιών ασύλου και των απελάσεων έσπευσε να προσφέρει η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων της Γερμανίας, ζητώντας ωστόσο την ενίσχυση των διοικητικών δικαστηρίων με επιπλέον προσωπικό. Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Μετανάστευσης και Ασύλου, μέχρι τα μέσα του 2023 εκκρεμούσαν ενώπιον των αρμόδιων γερμανικών αρχών πάνω από 120.000 υποθέσεις ασύλου.
Έντονη κριτική ασκείται στις εξαγγελίες Σολτς και από τους κόλπους των κομμάτων της συγκυβέρνησης, όπως από την Νεολαία των Σοσιαλδημοκρατών, η οποία αναφέρει ότι ο καγκελάριος ολισθαίνει στη χρήση «λεξιλογίου του ακροδεξιού όχλου», την ώρα που το ζητούμενο είναι μια σοσιαλδημοκρατική μεταναστευτική πολιτική στη βάση ανθρωπιστικών αξιών.
Σοβαρές εντάσεις στα σχέδια Σολτς εγείρονται και από μέλη των Πρασίνων, με το παλαιό στέλεχος του κόμματος Γιούργκεν Τριτίν να επισημαίνει ότι 30 χρόνια μετά το 1993 «θα έπρεπε να είχαμε μάθει ότι η απομόνωση, η αποτροπή και οι απελάσεις δεν αποτελούν μεταναστευτική πολιτική αλλά πρόγραμμα οικονομικής ενίσχυσης του ρατσισμού και των ακροδεξιών».
Σημειωτέον ότι τη χρονιά εκείνη υπεγράφη μεταξύ της τότε γερμανικής κυβέρνησης και των ομόσπονδων κρατιδίων Σύμφωνο Αλληλεγγύης για τη χρηματική στήριξη της Γερμανικής Επανένωσης και της ενσωμάτωσης των Ανατολικογερμανών.