Ο πρώην ηγέτης της οργάνωσης της άκρας δεξιάς Proud Boys, ο Ενρίκε Τάριο, καταδικάστηκε χθες Τρίτη (5/9) να εκτίσει 22 χρόνια κάθειρξης, η οποία είναι η πιο βαριά ποινή που έχει απαγγελθεί ως αυτό το στάδιο για την επίθεση στο ομοσπονδιακό Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου 2021, άνευ προηγουμένου βεβήλωση του ναού της αμερικανικής δημοκρατίας.
Την περασμένη εβδομάδα άλλα τέσσερα μέλη των Proud Boys, που καταδικάστηκαν τον Μάιο, ταυτόχρονα με τον Ενρίκε Τάριο, άκουσαν να τους απαγγέλλονται ποινές 10 ως 18 ετών κάθειρξης. Η πιο βαριά ποινή ως εκείνη τη στιγμή –18 χρόνια κάθειρξης– επιβλήθηκε στον Στιούαρτ Ρόουντς, ιδρυτή της παραστρατιωτικής ομάδας Oath Keepers.
Την 6η Ιανουαρίου 2021 κάπου 200 μέλη των Proud Boys επιτέθηκαν στο Καπιτώλιο, την έδρα του Κογκρέσου των ΗΠΑ, για να εμποδίσουν την τυπική επικύρωση της νίκης του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν επί του απερχόμενου Ρεπουμπλικάνου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Εκείνη την ημέρα «έσπασε η παράδοσή μας να γίνεται ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας», θύμισε για ακόμη μια φορά ο δικαστής Τίμοθι Κέλι.
Αντίθετα με τους υπόλοιπους τέσσερις συγκατηγορούμενούς του, ο Ενρίκε Τάριο, στον οποίο η εισαγγελία ζητούσε να επιβληθεί ποινή 33 ετών κάθειρξης, δεν βρισκόταν στην αμερικανική πρωτεύουσα τη μοιραία μέρα. Όμως ο δικαστής έκρινε πως «ο κ. Τάριο ήταν ο κυριότερος ηγέτης της συνωμοσίας».
Ο δικαστικός δεν φάνηκε να συγκινείται ιδιαίτερα από τη μεταμέλεια που εξέφρασε ο κατηγορούμενος, χαρακτηρίζοντας την 6η Ιανουαρίου «φρικτή ημέρα» και ζητώντας την επιείκειά του, όπως είχαν κάνει στην έδρα νωρίτερα η αδελφή του, η αρραβωνιαστικιά του και η μητέρα του.
Ο εισαγγελέας Κόνορ Μαλρόου ζητούσε ο δικαστής να του απαγγείλει πολύ βαρύτερη ποινή από τους άλλους κατηγορούμενους για την υπόθεση.
Ο κ. Κέλι συνεκτίμησε τις επιβαρυντικές περιστάσεις, την επιχειρηματολογία για τη διάπραξη «τρομοκρατικών ενεργειών εκ προμελέτης» των εισαγγελικών αρχών, μολαταύτα επέβαλε σε όλες τις περιπτώσεις κατώτερες ποινές από αυτές που ζητήθηκαν, κρίνοντας πως οι εναγόμενοι «δεν είχαν την πρόθεση να σκοτώσουν».
«Μάλλον στρατηγός, παρά στρατιώτης»
Η υπεράσπιση ισχυριζόταν ότι ο εντολέας της δεν είχε καμιά ευθύνη για τα γεγονότα, λόγω της απουσίας του από την Ουάσιγκτον, όμως ο δικαστής αντέτεινε πως η απουσία αυτή του επέτρεψε να πάρει «τις αποστάσεις του» από την επίθεση στο Καπιτώλιο.
Ο Ενρίκε Τάριο βρισκόταν στη Βαλτιμόρη, στη γειτονική πολιτεία Μέριλαντ, εξαιτίας δικαστικής διαταγής που του επέβαλε να εγκαταλείψει την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα.
Η διαταγή αυτή αποτελούσε μέρος των όρων για την προσωρινή αποφυλάκισή του έπειτα από δυο ημέρες κράτησης αφού έκαψε πανό με το σύνθημα «Black Lives Matter», το οποίο ανήκε σε εκκλησία της Ουάσιγκτον με ποίμνιο κυρίως Αφροαμερικανούς, κατά τη διάρκεια διαδήλωσης τον Δεκέμβριο.
Η απουσία του «δεν μειώνει επ’ ουδενί τη βαρύτητα των πράξεών του, διότι ήταν μάλλον στρατηγός, παρά στρατιώτης», έκριναν οι εισαγγελείς στην γραπτή επιχειρηματολογία τους.
Ο συνήγορος υπεράσπισης Ναγίμπ Χασάν ζήτησε αντίθετα να επιδειχθεί επιείκεια για τον γιο κουβανών μεταναστών, 39 ετών, μεγαλωμένο στη Φλόριντα (νοτιοανατολικά), επιμένοντας, παρά την πρότερη καταδίκη του για την πώληση κλεμμένου ιατρικού υλικού, ότι είχε συνεργαστεί με τις ομοσπονδιακές αρχές για υποθέσεις διακίνησης ναρκωτικών και εμπορίας ανθρώπων.
Επισήμανε εξάλλου πως ο εντολέας του χαρακτηρίστηκε «λαθεμένα “λευκός” στα δικόγραφα», καθώς έχει πολυφυλετική καταγωγή, «έχει αφροκουβανικές ρίζες», άρα έπρεπε να καταγραφεί «ότι η φυλή του είναι “μαύρος”».
Η ταύτιση με τη θεωρία περί ανωτερότητας της λευκής φυλής ανθρώπων που χαρακτηρίζονται «Latinos» στην εθνοφυλετική ορολογία στην αμερικανική κοινωνία γεννά προβληματισμό, σημείωνε η ανθρωπολόγος Γιάριμαρ Μπονίγια σε άρθρο της που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο στην εφημερίδα New York Times, αναφερόμενη ιδίως στις υποθέσεις του Ενρίκε Τάριο καθώς και του Μαουρίσιο Γκαρσία — του δράστη σφαγής σε εμπορικό κέντρο στο Τέξας τον Μάιο, εμφορούμενου από ναζιστικές πεποιθήσεις.
Παρατηρούσε πως αρκετοί «λατίνοι» στις ΗΠΑ έχουν «ευρωκεντρικές αναφορές» όσον αφορά τους κανόνες που διέπουν «την ομορφιά, την αισθητική και την κουλτούρα», όπως ακριβώς και οι αμερικανοί λευκοί ρατσιστές, που προσηλώνονται « στην ευρωπαϊκή κληρονομιά τους» και υμνούν «την κελτική κουλτούρα τους».
Μετά την επίθεση της 6ης Ιανουαρίου 2021, πάνω από 1.100 άνθρωποι συνελήφθησαν και τους ασκήθηκαν διώξεις. Οι μισοί και πλέον (οι 630) έχουν ομολογήσει την ενοχή τους και τουλάχιστον 110 έχουν καταδικαστεί, στην πλειονότητά τους σε ποινές φυλάκισης.
Πέντε άνθρωποι, ανάμεσά τους αστυνομικός, σκοτώθηκαν στις ταραχές και άλλοι τουλάχιστον 140 αστυνομικοί τραυματίστηκαν στην επίθεση της 6ης Ιανουαρίου. Το Καπιτώλιο υπέστη ζημιές αξίας εκατομμυρίων δολαρίων.
Ο ειδικός εισαγγελέας Τζακ Σμιθ, στον οποίο έχει ανατεθεί να ερευνήσει τις ευρύτερες προσπάθειες για να ανατραπεί το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020, έχει ασκήσει δίωξη στον Ντόναλντ Τραμπ –φαβορί για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων ώστε να είναι ξανά υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές του 2024– διότι προσπάθησε να αγκιστρωθεί στην εξουσία.