Για την καταπίεση την οποία υφίστανται οι γυναίκες στη Βόρεια Αφρική, στα κράτη του Αραβικού Κόλπου, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο μίλησε σήμερα στη Μικρή Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση η αμερικανοαιγύπτια δημοσιογράφος Μόνα Ελταχάουι (Mona Eltahawy).
Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, η Μ. Ελταχάουι αρθρογραφεί στους New York Times για θέματα που έχουν σχέση με τον αραβικό κόσμο, το ισλάμ και τις γυναίκες και προσκαλείται συχνά για αναλύσεις σε διάφορες τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές μεγάλων δικτύων (CNN, BBC, Al Jazeera). Το 2009, η Ευρωπαϊκή Ένωση της απένειμε το βραβείο Samir Kassir «Ελευθερίας του Τύπου». To 2011 συνελήφθη στην Πλατεία Ταχρίρ της Αιγύπτου, κακοποιήθηκε κατά την κράτησή της και δεν δίστασε να καταγγείλει αμέσως το γεγονός με άρθρα της σε εφημερίδες και δημοσιεύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το 2015 κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Μαντίλες και παρθενικοί υμένες: Γιατί η Μέση Ανατολή χρειάζεται μια σεξουαλική επανάσταση», που τροφοδότησε και τη συζήτησή της στη Στέγη με τη δημοσιογράφο Κατερίνα Οικονομάκου.
«Κατά τη διάρκεια της επανάστασης που έγινε στην Αίγυπτο το 2011 οι γυναίκες διακινδύνευσαν τη ζωή τους μαζί με τους άντρες» παρατήρησε η Μ. Ελταχάουι «αλλά εκείνο που πρέπει να έχουμε υπόψη είναι ότι για τις γυναίκες το ζήτημα δεν είναι μόνο η εναντίωση κατά των αυταρχικών πολιτικών δυνάμεων, αλλά και κατά όλων εκείνων οι οποίοι τις μισούν. Γιατί υπάρχει γενικευμένο μίσος κατά των γυναικών και ο δικός μου αγώνας είναι να συνδέσω τον μισογυνισμό που εκδηλώνεται στην Αίγυπτο και στη Βόρεια Αφρική με τον μισογυνισμό ο οποίος είναι εξαπλωμένος σε όλη την υδρόγειο, των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου συμπεριλαμβανομένων. Στην Αίγυπτο ο μισογυνισμός παίρνει τη μορφή της οικογενειακής βίας ενώ στη Σαουδική Αραβία, όπου έζησα ως έφηβη, τα πράγματα είναι απείρως χειρότερα. Εκεί ισχύει το σύστημα της κηδεμονίας – μεταχειρίζονται τις γυναίκες σαν να είναι αιώνια παιδιά. Ακόμα, όμως, και στον φιλελεύθερο Λίβανο, η θέση των γυναικών δεν δείχνει πολύ διαφορετική. Όταν έγινε η επανάσταση στην Αίγυπτο, το καθεστώς μιλούσε για νοοτροπία του όχλου. Η νοοτροπία του όχλου, εντούτοις, ήταν η νοοτροπία του κράτους που ξυλοκόπησε τις ακτιβίστριες και τις γυναίκες δημοσιογράφους, προβάλλοντας το αυθαίρετο δικαίωμά του να βιάζει το γυναικείο σώμα. Γιατί τι άλλο από βιασμός είναι οι εξετάσεις της παρθενίας, όπως και η ίδια η θεοποίηση της παρθενίας, την οποία υιοθετούν ακόμα και οι μανάδες για τις κόρες τους; Θα πρέπει, παρόλα αυτά, να σπάσει κάποτε αυτός ο φράχτης της αιδούς και να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στον πολιτικό δικτάτορα και τον δικτάτορα τον οποίο έχουμε στο σπίτι».
Η ομιλήτρια αναφέρθηκε δια μακρών και στην προσωπική της εμπειρία: «Το θέμα της προγαμιαίας παρθενίας απασχόλησε κι εμένα, και μάλιστα μέχρι τα 29 μου χρόνια. Τότε κατάλαβα ότι αφού δεν μπορούσα να βρω κάποιον που να μου αρέσει για να τον παντρευτώ, έπρεπε να ικανοποιήσω την ανάγκη μου να κάνω σεξ. Το σεξ απομάκρυνε τις ενοχές μου και είμαι πλέον βέβαιη πως δεν υπάρχει κανένας θεός που να μη θέλει να απολαμβάνουμε το σώμα μας. Οι μουσουλμάνες γυναίκες χρειάζεται επίσης να συζητήσουν μεταξύ τους για το χιτζάμπ, για το νικάμπ και για το μπουρκίνι. Φόρεσα το χιτζάμπ στα δεκαέξι μου και μου πήρε οχτώ χρόνια για να αποφασίσω να το βγάλω».
Οι πολιτικές προτεραιότητες στη Μέση Ανατολή, τόνισε σε άλλο σημείο της ομιλίας της η Μ. Ελταχάουι, «δεν πρέπει να επιτρέψουν τον υποσκελισμό του αγώνα των γυναικών. Και οι αυτόκλητοι ηγέτες των μουσουλμανικών κοινοτήτων δεν μπορεί να συνεχίσουν να μη δίνουν το δικαίωμα λόγου στις γυναίκες επειδή υπάρχει πιθανότητα να χρησιμοποιηθεί εις βάρος του ισλάμ από τους ρατσιστές, τους ακροδεξιούς και τους ισλαμοφοβικούς. Όσο και για τις γυναίκες που δεν έχουν ως εξ αντικειμένου τη δυνατότητα να αγωνιστούν, θα πρέπει εμείς οι υπόλοιπες, που έχουμε τη δυνατότητα, να ενδυναμώσουμε τον αγώνα μας. Η κοινωνική αλλαγή είναι σαν να διδάσκεις σε κάποιον να διαβάζει και να γράφει. Και μετά από αυτό κανένας δεν μπορεί να ξεμάθει να διαβάζει και να γράφει».