Η λέξη «επιστήμονας» (scientist) επινοήθηκε για πρώτη φορά το 1833 από τον Ουίλιαμ Χιούελ, που θέλησε με αυτό τον νέο όρο να περιγράψει τη Σκωτσέζα ευρυμαθή Μαίρη Σόμερβιλ, αντί της φράσης «άνθρωπος της επιστήμης» (man of science) που χρησιμοποιούνταν μέχρι τότε. Στην κλασική αρχαιότητα δεν υπήρχαν επιστήμονες με τη σύγχρονη έννοια, αλλά οι φιλόσοφοι ασχολούνταν με τη μελέτη της φύσης, την οποία αποκαλούσαν «φυσική φιλοσοφία» και είναι ο πρόδρομος της φυσικής επιστήμης.
Μεταξύ των διάφορων ανακαλύψεων που έχουν κάνει οι επιστήμονες είναι ότι οι σεισμοί μετατρέπουν με κάποιο τρόπο νερό σε χρυσό.