Στα 79 του χρόνια, ο ελβετός Γιόζεφ Μπλάτερ αναμένεται να επανεκλεγεί αύριο για πέμπτη θητεία πρόεδρος της FIFA. Κι αυτό, παρόλο που οι συλλήψεις πολλών στελεχών της Ομοσπονδίας έχουν κάνει την αυτοκρατορία του να τρέμει.

Ένας άνθρωπος με σιδηρά υγεία, ο Μπλάτερ ξυπνάει κάθε μέρα από τα χαράματα. Αφού κάνει μερικά χορευτικά βήματα για να ξεμουδιάσει τα πόδια του, πηγαίνει στις επτά ακριβώς στην έδρα της FIFA, ένα επιβλητικό κτίριο που κόστισε 230 εκατομμύρια ευρώ και εγκαινιάστηκε το 2007 σε ένα λόφο της Ζυρίχης.

Από τότε που υπέβαλε επισήμως την υποψηφιότητά του, στα τέλη Ιανουαρίου, ο ελβετός πρόεδρος της Ομοσπονδίας εξετάζει συνεχώς την εκλογική γεωγραφία στο μεγάλο του γραφείο, όπου έχουν τοποθετηθεί τα αναρίθμητα βραβεία του. Ανάμεσά τους, η αναγόρευσή του σε ιππότη της Λεγεώνας της τιμής από τον Ζακ Σιράκ, το 2004.

Οι αντίπαλοί του αποκαλούν την αυτοκρατορία του «Μπανανία». Και τον φαντάζονται να παίζει με την υδρόγεια σφαίρα του, όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν στον Δικτάτορα, αναφέρει δημοσίευμα της Le Monde.

ΜΠΛΑΤΕΡ

Είναι αλήθεια πάντως ότι η δικαστική θύελλα που ξέσπασε 48 ώρες πριν από το συνέδριο της Ομοσπονδίας αποτέλεσε βαρύ πλήγμα για τον Μπλάτερ. Χθες το πρωί, η αστυνομία της Ζυρίχης συνέλαβε επτά αξιωματούχους της FIFA στο ξενοδοχείο Baur au Lac προκειμένου να εκδοθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου το υπουργείο Δικαιοσύνης πραγματοποιεί έρευνα με την υποψία της διαφθοράς.

Οι συλληφθέντες κατηγορούνται ότι επί 20 χρόνια εισέπρατταν προμήθεια για να χορηγούν τηλεοπτικά δικαιώματα και δικαιώματα μάρκετινγκ για αθλητικές οργανώσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Νότια Αμερική. Ανάμεσά τους είναι και ο Τζέφρι Γουεμπ, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βόρειας Αμερικής, Κεντρικής Αμερικής και Καραϊβικής (Concacaf) και θεωρούμενος μέχρι τώρα ο πιθανότερος διάδοχος του Μπλάτερ.

Η FIFA έσπευσε να ανακοινώσει ότι ο πρόεδρος και ο γενικός γραμματέας, ο γάλλος Ζερόμ Βαλκ, δεν εμπλέκονται στο σκάνδαλο. Η επιτροπή ηθικής της Ομοσπονδίας έσπευσε να αναστείλει προσωρινά των καθηκόντων τους 11 αξιωματούχους που εμπλέκονται στην υπόθεση, μεταξύ των οποίων και δύο αντιπροέδρους.

Μερικές ώρες μετά τις συλλήψεις, η ελβετική εισαγγελία ανακοίνωσε ότι ξεκίνησε δικαστική έρευνα εναντίον αγνώστων με την κατηγορία του ξεπλύματος χρήματος σε σχέση με την απόφαση να δοθεί η διοργάνωση των Παγκοσμίων Κυπέλλων του 2018 και του 2022 στη Ρωσία και το Κατάρ αντιστοίχως.

Η ελβετική αστυνομία ζήτησε να καταθέσουν ως «μάρτυρες» 10 από τα 22 μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής που έλαβαν μέρος στις 2 Δεκεμβρίου 2010 σε αυτή την ψηφοφορία. Ο διευθυντής επικοινωνίας της FIFA Γουόλτερ Ντε Γκρεγκόριο, απαντώντας στις πιεστικές ερωτήσεις των δημοσιογράφων, υπενθύμισε ότι αυτή η διαδικασία ξεκινά με πρωτοβουλία της ίδιας της Ομοσπονδίας. Τον Νοέμβριο του 2014, η FIFA είχε πράγματι καταγγείλει την «κακή συμπεριφορά» που φέρονται να έδειξαν διάφορα άτομα στη διάρκεια εκείνης της ψηφοφορίας.

«Ο πρόεδρος Μπλάτερ δεν χορεύει στο γραφείο του. Αλλά είναι ήρεμος», βεβαίωσε ο Ντε Γκρεγκόριο, δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι το συνέδριο θα πραγματοποιηθεί αύριο κανονικά. «Δεν μπορούσαμε ως τώρα να κάνουμε κάθαρση στην Ομοσπονδία καθώς δεν διαθέτουμε τα ίδια μέσα με την αστυνομία», πρόσθεσε.

Ο ίδιος ο πρόεδρος της FIFA βεβαιώνει ότι η Ομοσπονδία θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τις αρχές ώστε να αντιμετωπιστούν και να τιμωρηθούν οι παράνομες πράξεις.

«Το πρόγραμμά μου είναι τα σαράντα χρόνια μου στη FIFA», δηλώνει ο άνθρωπος που είναι πρόεδρος της Ομοσπονδίας από το 1998 και μπήκε σε αυτήν το 1975 χάρις στον πρώην πρόεδρο της Adidas, τον γερμανό Χορστ Ντάσλερ. Η πρώτη του θέση ήταν διευθυντής αναπτυξιακών προγραμμάτων, ενώ το 1981 έγινε γενικός γραμματέας και πιστός υπασπιστής του βραζιλιάνου Ζοάο Χαβελάνγκε, ο οποίος διηύθυνε την οργάνωση για ένα τέταρτο του αιώνα (1974-1998).

ΜΠΛΑΤΕΡ

Γεννημένος στη Viège, ένα χωριό χαμένο στις χιονισμένες βουνοκορφές του Haut-Valais, ο Μπλάτερ παίζει τη γεωπολιτική του ποδοσφαίρου στα δάκτυλά του. Ξέρει καλά ότι κανείς δεν μπορεί να δώσει τέλος στη βασιλεία του.

«Είμαι σαν το κατσίκι των ελβετικών βουνών. Κανείς δεν μπορεί να με πιάσει», δήλωσε την περασμένη Κυριακή στην εφημερίδα της Ζυρίχης Neue Zurcher Zeitung. Καθώς υποστηρίζεται από πέντε εκ των έξι συνομοσπονδιών, αυτός ο γιος ενός επιστάτη ενός χημικού εργοστασίου αναμένεται να επανεκλεγεί χωρίς δυσκολίες αύριο για μια πέμπτη θητεία.

Το 65ο συνέδριο της Ομοσπονδίας θα πραγματοποιηθεί στη μεγάλη αίθουσα του Hallenstadion της Ζυρίχης, όπου θα συγκεντρωθούν οι αντιπρόσωποι των 209 χωρών-μελών της οργάνωσης. Η FIFA καλύπτει τα έξοδα διαμονής και κίνησης όλων όσοι θα ψηφίσουν έναντι ενός ποσού που δεν γνωρίζει κανείς.

Αν η FIFA δηλώνει ότι δαπανά 397 εκατομμύρια δολάρια για την εσωτερική της λειτουργία, κανείς δεν γνωρίζει τον μισθό του Μπλάτερ. Ο πατριάρχης του ποδοσφαίρου δεν έχει δημοσιοποιήσει ποτέ τις απολαβές του, σε αντίθεση με τον ομόλογό του στη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή, τον γερμανό Τόμας Μπαχ, ο οποίος αναγνωρίζει ότι ο ετήσιος μισθός του είναι 225.000 ευρώ.

Το 2002, ο Μπλάτερ δήλωσε, σύμφωνα με μια εσωτερική πηγή, ότι οι ετήσιες απολαβές του ανέρχονται σε ένα εκατομμύριο ελβετικά φράγκα (966.837 ευρώ). Η Ελβετία ενδιαφέρεται πολύ λιγότερο να δημοσιοποιήσει αυτά τα ποσά από το να θωρακίσει την αυτοκρατορία του.

«Όλα είναι εξασφαλισμένα. Ο πρόεδρος εκλέγεται με δημοκρατικό τρόπο: μία ψήφος, μια ομοσπονδία», εξηγεί ένας άνθρωπος που ήταν παλιότερα κοντά στον Μπλάτερ. Το σύστημα αυτό το καθιέρωσε ο Χαβελάνγκε και το συνέχισε ο Μπλάτερ.

«Χειραγωγεί τους πάντες. Ο στόχος του είναι η παραμονή στην εξουσία», λέει χαμογελώντας ο Γκουίντο Τονιόνι, πρώην στέλεχος της FIFA (1984-1995 και 2001-2003) και πρώην στενός σύμβουλος του προέδρου. «Το να είσαι πρόεδρος της FIFA σημαίνει να διεξάγεις εκστρατεία επί τέσσερα χρόνια. Σημαίνει να μοιράζεις δώρα, να δίνεις χρήματα, να κάνεις χάρες σε φίλους, να τιμωρείς όσους δεν ακολουθούν». Το αποδεικνύουν τα 300.000 δολάρια που δίδονται κάθε χρόνο στα 24 μέλη της εκτελεστικής Επιτροπής της Ομοσπονδίας και τα 2 εκατομμύρια δολάρια που δίδονται εδώ και 13 χρόνια στις νήσους Καϊμάν, ένα φορολογικό παράδεισο, ώστε η 191η χώρα στην αξιολόγηση της FIFA να κατασκευάζει πολυτελή γήπεδα.

«Κανείς δεν πιστεύει ότι η FIFA είναι δημοκρατική. Το Μονσεράτ, στις Αντίλλες, και οι 5.000 κάτοικοί του έχει το ίδιο πολιτικό βάρος με τη Γαλλία. Είναι γελοίο», λέει ο Γκουίντο Τονιόνι. «Το συνέδριο είναι το γήπεδο του Μπλάτερ. Το χρησιμοποιεί όπως θέλει εκείνος» προσθέτει.

Μόνο η πάμπλουτη UEFA θα μπορούσε να εκτοπίσει τον πατριάρχη. Αλλά ο Μισέλ Πλατινί, που ζητά φρέσκο αέρα στη FIFA, εγκατέλειψε τον περασμένο Αύγουστο την προσπάθεια να αντιμετωπίσει τον πρώην μέντορά του στις κάλπες. «Ηξερε ότι θα χάσει», λέει ένας άνθρωπος που πρόσκειται στο πρώην δεκάρι των Bleus. «Η FIFA είναι η World Company. Δεν μιλάς στους Αφρικανούς όπως μιλάς στους Ευρωπαίους».

Η Γηραιά Ήπειρος υποστηρίζει τον ιορδανό πρίγκιπα Αλί Μπεν Αλ-Χουσεϊν, μοναδικό αντίπαλο του Μπλάτερ στην αυριανή ψηφοφορία και κατά σαράντα χρόνια μικρότερό του. Δύο ακόμη άνθρωποι που υπέβαλαν την υποψηφιότητά τους τον Ιανουάριο, ο πρόεδρος της ολλανδικής ομοσπονδίας Μίχαελ βαν Πράαγκ και ο πορτογάλος Λουις Φίγκο, αποσύρθηκαν οκτώ ημέρες πριν από την ψηφοφορία. Για να εκλεγεί, ο Μπλάτερ χρειάζεται 105 ψήφους. «Οσο περισσότερες ψήφους λάβει, τόσο πιο ισχυρός θα αισθάνεται», λέει ένας πρώην σύμβουλός του.

 

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μπλάτερ ξεγλιστρά από δύσκολες καταστάσεις. Το 1998 κατέκτησε τον θρόνο του απέναντι στον έμπειρο σουηδό Λέναρτ Γιόχανσον, ο οποίος περιμένει ακόμη να αποδειχθεί η αγορά ψήφων υπέρ του αντιπάλου του. Το 2002, ο Μπλάτερ διατήρησε τον θρόνο του απέναντι στον καμερουνέζο Ισα Χαγιάτου, που υποστηριζόταν από την Ευρώπη. Και τότε είχε συνταχθεί έκθεση από τον γενικό γραμματέα της FIFA, που κατηγορούσε τον πρόεδρο για κατάχρηση εξουσίας και δικτατορική συμπεριφορά. Το 2007 εξελέγη χωρίς αντίπαλο.

Σύμφωνα με τους βρετανούς δημοσιογράφους Χάιντι Μπλέικ και Τζόναθαν Κάλβερτ, συγγραφείς του βιβλίου «The Ugly Game», ο Μπλάτερ υποσχέθηκε στον ανθυποψήφιό του από το Κατάρ Μοχάμεντ Μπεν Χαμάμ ότι αν απέσυρε την υποψηφιότητά του θα φρόντιζε να ανατεθεί στο Κατάρ η οργάνωση του Μουντιάλ του 2022 και ο ίδιος θα εκλεγόταν πρόεδρος για τελευταία φορά. Και ο Μπεν Χαμάμ τον πίστεψε…