Μπορεί να μην κατάφερε ποτέ να πάει στην Άρσεναλ ως νέος Βιεϊρά, αλλά πλέον είναι έτοιμος να γίνει κάτοικος Πειραιά.
Η… καλτσόμπαλα!
Κοντά στο λιμάνι της Τέμα, σε ένα χωριό ονόματι Κλαγκόν, ξεκίνησε στις 21 Μαρτίου του 1985 η ιστορία. Ο Μπενάρντ Γιάο ήταν το πρώτο παιδί της οικογένειας, που αργότερα θα αποκτούσε ακόμα τρεις κόρες. Ο νυν άσος του Πανιωνίου έμαθε τη φτώχεια «ως τρόπο ζωής και όχι ως ασθένεια», όπως γράφει στην προσωπική του ιστοσελίδα.
Το ποδόσφαιρο προέκυψε σε πολύ νεαρή ηλικία, τότε που για κάθε παιδί ήταν φυσιολογικό να τρέχει και να κλωτσάει. Μόνο που σε αντίθεση με άλλα παιδιά, ο Κουμορτζί δεν είχε μπάλα, αλλά κάτι στρογγυλό, φτιαγμένο από κάλτσες. Από τα εφτά του χρόνια μέχρι τα δέκα ήταν απλά ένα παιχνίδι, μόνο που στη συνέχεια έγινε σοβαρό. «Άρχισα να βλέπω το ποδόσφαιρο σοβαρά και σταμάτησα να δίνω ιδιαίτερη σημασία στο σχολείο», γράφει και δεν ήταν το μόνο για το οποίο αδιαφορούσε. Ο πατέρας του τον έπαιρνε μαζί του στη φάρμα, αλλά ούτε κι εκεί έβρισκε κάτι να τον γεμίζει όσο το ποδόσφαιρο. Σύντομα για το σχολείο και το χωριό των 600 κατοίκων θα γινόταν ο Μπενάρντ Κασκό ή ο Έφο Γκακπετόρ, όπως τον φώναζαν.
Το ταλέντο του θα τον έκανε να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα παιδιά και στην πορεία θα αποδεικνυόταν ότι ήταν κάτι γενετικό. Οι τρεις αδελφές του θα ακολουθούσαν στο μέλλον επίσης τον αθλητισμό, αλλά με πολύ καλύτερες συνθήκες. Εκείνες, που ο Μπενάρντ θα κατάφερνε να εξασφαλίσει για την οικογένειά του.
Ο άγγελος Βίκτορ!
Η εξασφάλιση και η διέξοδος από τη φτώχεια δεν ήρθε από τη μια στιγμή στην άλλη. Ούτε καν με έναν ενδιάμεσο σταθμό, αλλά με προσπάθεια χρόνων. Με απογοητεύσεις, απορρίψεις, απελπισία και αγανάκτηση. Ο Μπενάρντ Κουμορτζί ολοκλήρωσε – έστω και απρόθυμος – το γυμνάσιο και συνέχισε στο λύκειο, όπου τα παράτησε στο δεύτερο έτος. «Ζήτησα από τον πατέρα μου να θυσιάσει την εκπαίδευσή μου για να μπορέσουν να σπουδάσουν οι αδελφές μου. Εγώ έτσι κι αλλιώς ήθελα να παίξω ποδόσφαιρο, οπότε το έβλεπα ως χάσιμο χρόνου και χρημάτων», γράφει στην ιστοσελίδα του για την απόφασή του.
Στην ηλικία των 15 θα ξεκινήσει η ποδοσφαιρική περιπλάνηση. Ο Κουμορτζί, κεντρικός αμυντικός εκείνη την εποχή, θα είναι ο μόνιμος «man of the match» στους αγώνες της γειτονιάς. Μόνο που αυτό δεν ήταν αρκετό για να του σφραγίσει το διαβατήριο για τον μαγικό κόσμο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Εκείνος που θα το έκανε, ήταν ο… Βίκτορ. Ήταν ο άνθρωπος που θα υλοποιούσε τα όνειρα του Μπενάρντ. Εκείνος που θα του έσβηνε την ανάμνηση της πείνας μετά την προπόνηση, επειδή οι γονείς του δεν είχαν αρκετά χρήματα κι εκείνος που θα πραγματοποιούσε το όνειρο να τραβήξει την οικογένειά του από τη φτώχεια.
Είχαν περάσει κιόλας έξι χρόνια, όταν επιτέλους εμφανίστηκε το 2004 ο συγκεκριμένος άνθρωπος. Είδε τον Κουμορτζί, του μίλησε και άρχισε η συνεργασία τους. Κι επειδή καμιά επιτυχία δεν εξασφαλίζεται έτσι απλά, υπήρχε μεγάλη ανηφόρα ακόμα για τον 19χρονο τότε αμυντικό.
Διπλή απογοήτευση!
Η πρώτη δουλειά που του βρήκε ο Βίκτορ δεν φάνταζε ακριβώς ως το μεγάλο άλμα για τον Κουμορτζί. Ήταν βήμα και αυτό του αρκούσε. Μέσα σε μία μέρα έκλεισε τη συμφωνία κι έβαλε τον Γκανέζο στο αεροπλάνο για το Ντουμπάι! Η δοκιμή στην ποδοσφαιρική ομάδα δεν πήγε καλά. «Κοιμόμουν κάτω από τις κερκίδες στο γήπεδο και περνούσαν μέρες χωρίς να μπορέσω να κάνω μπάνιο», γράφει για εκείνη την εποχή, συμπληρώνοντας πως σύντομα πήρε το αεροπλάνο να επιστρέψει στην πατρίδα του. Λίγο καιρό μετά, εντελώς απρόσμενα, θα έκανε για δεύτερη φορά την ίδια διαδρομή. Αυτή τη φορά η άκρη του Βίκτορ έμοιαζε πιο σίγουρη,αφού ήταν ένας Γκανέζος ποδοσφαιριστής που του είχε υποσχεθεί δουλειά.
Εκείνος δεν εμφανίστηκε ποτέ στο αεροδρόμιο. Και το άνοιγμα που έκανε αυτή τη φορά για να μπορέσει να βγάλει το εισιτήριο ήταν μεγάλο. Ο Βίκτορ δεν είχε τα λεφτά να του το εξασφαλίσει, οπότε ο πατέρας του πούλησε μέρος της γης που ανήκε στην οικογένεια για να κάνει ο γιος του το ταξίδι προς το όνειρο. Ο Κουμορτζί βρέθηκε εκ νέου μόνος του στο εμιράτο κι έψαξε για δουλειά. «Στην Αραβία δεν πιστεύουν στο ταλέντο. Ενδιαφέρονται κυρίως για την εμπειρία και τη δημοτικότητα των ποδοσφαιριστών», εξηγεί, όμως τότε δεν μπορούσε να το δει τόσο ψύχραιμα. Επέμενε να βρει δουλειά, αρνούμενος να επιστρέψει σπίτι του με άδεια χέρια. Μετά από δύο μήνες, θα το έπαιρνε απόφαση.
Η ευκαιρία…
Ο άγνωστος Βίκτορ θα είχε και τρίτη… αποστολή για τον Μπενάρντ Κουμορτζί. Και παρότι εκείνος αρνείτο να επιστρέψει από το Ντουμπάι, ο φίλος του θα τον έπειθε. Ευκαιρία δεν μπορείς να την πεις. Όχι όταν πρόκειται για μια ερασιτεχνική ομάδα στη Σουηδία, χωρίς μισθό, μόνο με φαγητό και δωμάτιο, το οποίο μοιραζόταν σε πέντε συμπαίκτες του από τη Ζάμπια. Κατάφεραν, ωστόσο, να φτιάξουν ένα αξιόμαχο σύνολο και να ξεχωρίσουν με την… Νόρκοπινγκ, όπως λεγόταν η ομάδα.
Στο ερασιτεχνικό επίπεδο, ο Κουμορτζί έγινε επιθετικός μέσος κι αυτό βοήθησε την εξέλιξή του. Ο Στέφαν Χέλμπεργκ, τεχνικός τότε της IFK Norrkiping, τον ξεχώρισε και θα του έδινε την ευκαιρία να παίξει στη 2η κατηγορία της Σουηδίας. Δεν τα κατάφερε, όμως, λόγω διαφωνιών των δύο σωματίων. Ο Βίκτορ είχε και πάλι τη λύση. Ελλάδα και Αιγάλεω!
Το ακατέργαστο διαμάντι…
Στη χώρα μας θα εμφανιστεί για πρώτη φορά τον Αύγουστο του 2006. Όντας 21 ετών πλέον, γνώριζε πως δεν θα υπήρχαν πολλές ακόμα ευκαιρίες. «Είμαι πολύ χαρούμενος για τη νέα σελίδα στην καριέρα μου και ελπίζω από εδώ και πέρα όλα να πάνε καλά και για μένα αλλά και για την ομάδα», θα πει στις πρώτες του δηλώσεις, ενώ ο συμπατριώτης του Ντανιέλ Εντουσέι θα αναλάβει να τον μυήσει στο ελληνικό ποδόσφαιρο και την ελληνική ζωή. Το «μπαμ» δεν θα αργήσει να γίνει και λίγους μήνες αργότερα, ο Γιώργος Χατζάρας θα μιλάει για τον ψηλόλιγνο μέσο που κάνει αίσθηση στο ελληνικό πρωτάθλημα.
«Είναι σπάνιο για έναν ποδοσφαιριστή να προσαρμόζεται τόσο γρήγορα. Είναι ένα πηγαίο ταλέντο. Ήρθε στην Ελλάδα χωρίς να έχει δουλέψει επαγγελματικά, αλλά ήταν ένα διαμάντι που είχε πάνω του λάσπη. Καθαρίζουμε σιγά σιγά τη λάσπη και φαίνεται το διαμάντι που υπάρχει σε αυτόν τον ποδοσφαιριστή».
Στο τέλος εκείνης της σεζόν, δύο παράλληλα γεγονότα θα λειτουργούσαν υπέρ του. Ο υποβιβασμός του Αιγάλεω απ’ τη μια πλευρά, έκανε πιο εύκολη την έξοδο από το Σίτι και μια μεταγραφή που απασχόλησε τα πρωτοσέλιδα από την άλλη… Η απόκτηση του Ταμαντάνι Ενσαλίβα από την ΑΕΚ, έφερε τον Πανιώνιο σε άμεση αναζήτηση αμυντικού μέσου. Ο Κουμορτζί έμοιαζε ιδανικός και στις 22 Μαΐου του 2007 ανακοινώθηκε η απόκτησή του, με μορφή δανεισμού για ένα χρόνο. Η πορεία που ονειρευόταν και η προσπάθεια του… Βίκτορ έμοιαζαν, πλέον, να έχουν πάρει το δρόμο τους.
Λίγες μέρες μετά την υπογραφή του στον Πανιώνιο, αποκάλυπτε ότι τον ήθελε και η ΑΕΚ, απέναντι στην οποία είχε πετύχει το πιο γκολ της καριέρας του. Αποφάσισε να μην πάει – όπως και στην Σεντ Ετιέν, διότι δεν του πρόσφεραν εγγυημένο χρόνο συμμετοχής. Ο ένας χρόνος με τον Πανιώνιο σύντομα θα γίνονταν τρεις και τον περασμένο Αύγουστο πέντε! Οι κυανέρυθροι – καμμένοι στον χυλό – επέκτειναν πρόωρα το συμβόλαιό του, που έληγε το 2010 ως το 2012. Του υπερτριπλασίασαν την αμοιβή (έχει συμβόλαιο περίπου 200.000 ευρώ) και έβαλαν ρήτρα 5 εκατ. ευρώ.
Ο Μπενάρντ Κουμορτζί έχει τώρα πια τη δυνατότητα να προσφέρει στην οικογένειά του του, που του λείπει πολύ, τις ανέσεις που του έλειψαν. Να τους βγάλει από τη φτώχεια, όπως ονειρευόταν από παιδί. Έχει πραγματοποιήσει τη φιλοδοξία του να παίξει με την Εθνική ομάδα της χώρας του, έστω κι αν κόπηκε τελευταία στιγμή από το Παγκόσμιο Κύπελλο. Εκείνο που μένει είναι να καθιερωθεί και να ολοκληρώσει μια προφητεία. Όνειρο και προφητεία μαζί, του Στέφαν Χέλμπεργκ, του ανθρώπου που τον ανακάλυψε στα ερασιτεχνικά της Σουηδίας.
Κάπου κόλλησε…
Φέτος η αλήθεια είναι ότι δεν έχει εντυπωσιάσει με την απόδοσή του, ίσως και επηρεασμένος από όλα τα σενάρια που ακούγονται από το καλοκαίρι για πιθανή μεταγραφή του κυρίως στους δύο αιωνίους. Βέβαια, και ο Πανιώνιος διανύει μία από τις χειρότερες σεζόν της ιστορίας του και σε συνδυασμό με τον τραυματισμό του στην μέση δεν του έχουν επιτρέψει να δείξει το πραγματικό του πρόσωπο. Άλλωστε τα προσόντα τα έχει. Ψηλός (1,85), πατάει και στις δύο περιοχές, ενώ έχει και την κάθετη πάσα, και είναι αυτό που λέμε box του box. Το σίγουρο είναι ότι μπορεί να βοηθήσει τον Ολυμπιακό, αλλά και να βοηθηθεί, έχοντας κάνει το μεγάλο βήμα στην καριέρα του και να καταφέρει να πείσει τους Πειραιώτες να τον αποκτήσουν με κανονική μεταγραφή.
Πηγή: gazzetta.gr