«Αν μπορούσες να επιλέξεις τον ιδανικό συμπαίκτη για παρτενέρ, ποιον θα διάλεγες να βάλεις δίπλα σου;», είχε ερωτηθεί κάποτε ο Φάνης Γκέκας.
Χωρίς δεύτερη σκέψη είχε απαντήσει: «Τον Μισίμοβιτς, με τον οποίο ήμασταν συμπαίκτες στην Μπόχουμ. Αυτόν θα ήθελα να τον είχα πάντα μαζί μου».
Πράγματι, η παρουσία του Βόσνιου εκείνη τη σεζόν στη γερμανική ομάδα ήταν βούτυρο στο ψωμί του Έλληνα, ο οποίος βγήκε πρώτος σκόρερ της Μπουντεσλίγκα, στη μεγαλύτερη επίδοση της καριέρας του… μέχρι την επόμενη (πρώτος σκόρερ σε όλη την Ευρώπη σε εθνικό επίπεδο κατά τα προκριματικά του Μουντιάλ 2010).
Γνώστες του ποδοσφαίρου των Βαλκανίων λένε ότι ο παίκτης-βαρόμετρο της εθνικής Βοσνίας δεν είναι ούτε ο Τζέκο ούτε ο Ιμπίσεβιτς ή ο Πιάνιτς. Ο κομβικός ποδοσφαιριστής τους είναι ο «υδραυλικός» Ζβίεζνταν Μισίμοβιτς. Ενα «δεκάρι» παλαιάς κοπής στη σύγχρονη εποχή του ποδοσφαίρου. Ίσως αυτός -της παλαιάς σχολής- να είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν ευδοκίμησε όσο θα περίμενε κανείς σε συλλογικό επίπεδο. Ένας νέος Ντράγκαν Στόικοβιτς στην τρέχουσα δεκαετία. Ίδια κοψιά, ίδιο στυλ, ίδια μειονεκτήματα: σου δίνει ώρες ώρες την αίσθηση ότι βαριέται, να μαρκάρει, να τρέξει, να πιέσει. Δεν βαριέται, όμως, καθόλου μα καθόλου να μοιράσει, παιχνίδι, πάσες, γκολ.
Γκέκας και Μισίμοβιτς δεν ευτύχησαν να ξαναβρεθούν έκτοτε στην ίδια ομάδα και την Παρασκευή τίθενται αντιμέτωποι στο γήπεδο Καραϊσκάκη και δη στο ντέρμπι του ομίλου ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Βοσνία. Έχουν ξανατεθεί αντιμέτωποι οι δυο τους στον δεύτερο γύρο των προκριματικών του Euro 2008, όταν η Ελλάδα είχε νικήσει 3-2 τους Βόσνιους στο ΟΑΚΑ και ουσιαστικά είχε εξασφαλίσει την πρόκριση.
Ας δούμε τις συνθέσεις που είχαν παρατάξει τότε οι δύο ομάδες. Ελλάδα (Οτο Ρεχάγκελ): Νικοπολίδης, Τοροσίδης, Πατσατζόγλου, Κυργιάκος, Δέλλας, Κατσουράνης, Καραγκούνης, Μπασινάς, Αμανατίδης (70′ Γιαννακόπουλος), Γκέκας (79′ Αντζας), Χαριστέας (69′ Λυμπερόπουλος). Βοσνία-Ερζεγοβίνη (Φουάντ Μουτζούροβιτς): Γκούσο, Μπερμπέροβιτς, Μπάγιτς, Κρούνιτς, Μπλάτνιακ (62′ Μέρζιτς), Μουσλίμοβιτς (81′ Σαλίχοβιτς), Μισίμοβιτς, Ναντάρεζιτς, Χργκόβιτς, Βλάνταβιτς (46′ Ιμπίσεβιτς), Ράχιμιτς.
Ο Μισίμοβιτς γεννήθηκε 5 Ιουνίου 1982 στο Μόναχο, σε ένα κλίμα… μουντιαλικό, καθώς εκείνες τις ημέρες η εθνική Γερμανίας έπαιζε στο Μουντιάλ της Ισπανίας και έφτασε μέχρι τον τελικό τουρνουά, χάνοντας τελικά το τρόπαιο από την Ιταλία.
Ξεκίνησε στα τσικό της Μπάγερν, προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα, αλλά δεν έπιασε. Πήγε στην Μπόχουμ, έκανε θραύση και συνέχισε σε Νυρεμβέργη, Βόλφσμπουργκ.
Πισωγύρισμα στην καριέρα του θεωρήθηκε η μεταγραφή στη Γαλατασαράι, στην οποία μάλιστα δεν μπόρεσε να προσφέρει τα αναμενόμενα. Τώρα, στο 30ό έτος της ηλικίας του, παίζει στην παγωμένη Ρωσία και δη στην Ντιναμό Μόσχας. Μπορεί σε συλλογικό επίπεδο να μην έκανε το μεγάλο άλμα που όλοι θα περίμεναν, αλλά παραμένει να είναι ένας σπουδαίος «παίκτης εθνικής ομάδας».
Πηγή: Sday.gr