Στους συμπαίκτες του προκαλούσε εντύπωση. Ήταν η κλάση των Galacticos, μπορούσαν να έχουν ό,τι επιθυμούσαν, αλλά εκείνος πηγαινοερχόταν στα αποδυτήρια με ένα βιβλίο του Νίτσε στο χέρι. Τάδε έφη Ζαρατούστρας. Κι έπειτα, με άλλα βιβλία. Η φιλοσοφία τον γοήτευε από μικρό. Ο Σαντιάγκο Σολάρι δεν ήταν ο τυπικός ποδοσφαιριστής της γενιάς του. Γεννημένος στην πόλη του ποδοσφαίρου, το Ροσάριο της Αργεντινής, είδε από νωρίς τη ζωή του να κινείται στα φάλτσα της ασπρόμαυρης θεάς. Ο πατέρας του ήταν ποδοσφαιριστής και μαζί με τον θείο του έκαναν στη συνέχεια καριέρα προπονητή, δημιουργώντας την ποδοσφαιρική σχολή «Renato Cesarini», η οποία έβγαλε στη συνέχεια πολλά μεγάλα ταλέντα, όπως ο Μασεράνο, ο Ντεμικέλις, ο Κορέα. Ο Σάντι, τα αδέρφια του, ο ξάδερφός του, έγιναν όλοι ποδοσφαιριστές. Οι καθημερινές οικογενειακές συζητήσεις ήταν χτισμένες γύρω από το ποδόσφαιρο, τις τακτικές, τις προσεγγίσεις. H πορεία του Σολάρι προς τη Μαδρίτη είχε ως ενδιάμεσο σταθμό μία εκ των δύο μεγάλων της Αργεντινής, τη Ρίβερ Πλέιτ, όπως γίνεται συνήθως. Ωστόσο, ο Αργεντινός φρόντισε να κάνει μια παράκαμψη. Πήγε στο Νιου Τζέρσι για να φοιτήσει στο κολέγιο, γεγονός που εξηγεί τα πολύ καλά αγγλικά του. Η δίψα του για γνώση κινούταν παράλληλα με την αγάπη του για το ποδόσφαιρο. Με τη Ρίβερ πήρε Copa Libertadores και η Ατλέτικο ήταν εκείνη που κατάφερε να τον αποκτήσει. Όταν υποβιβάστηκε, το 2000, άλλαξε γειτονιά, φορώντας τη φανέλα η οποία έμελλε να τον σημαδέψει περισσότερο στην μετέπειτα ποδοσφαιρική ζωή του. Αυτή της Ρεάλ Μαδρίτης. Στην εποχή των Galacticos ο Σολάρι δεν ήταν το πρώτο όνομα. Όμως έκανε 204 παιχνίδια και σκόραρε 22 φορές. Σχεδόν κανείς πια δεν θυμάται ότι ήταν εκείνος που ξεκίνησε τη φάση, η οποία κατέληξε στο έργο τέχνης του Ζιντάν στον τελικό του Champions League το 2002. Στη Μαδρίτη κατέκτησε τα πάντα, πριν περάσει στην Ιταλία και κατακτήσει τρία σερί πρωταθλήματα με την Ιντερ (τα δύο στο γήπεδο), χωρίς ωστόσο να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Η καριέρα του έκλεισε στην Αργεντινή. Το ποδόσφαιρο όμως δεν μπορούσε να αποσπαστεί από τη ζωή του. Ήταν στο οικογενειακό DNA. H προπονητική καριέρα του Σολάρι είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις μικρές ομάδες της «Βασίλισσας». Το 2016 ανέλαβε την Καστίγια και η δουλειά του εκεί τον γέμιζε απόλυτα. Δεν βιαζόταν να αποκοπεί, να κάνει το βήμα ως πρώτος προπονητής σε κάποια άλλη ομάδα. Λάτρευε τη ρουτίνα της διαμόρφωσης ταλέντων, όπως έκανε ο πατέρας του. Στήριζε την ιδέα μιας ομάδας που ο πρωταρχικός της στόχος δεν ήταν να ανέβει από τη Segunda B, αλλά το να βελτιώνει συνεχώς τα νέα παιδιά και να τα προετοιμάζει για το επαγγελματικό μέλλον. Η μοίρα όμως τον πρόλαβε, φέρνοντάς τον αντιμέτωπο με τη μεγαλύτερη πρόκληση που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει. Πέρυσι, σε μια επίσκεψη στη Μαδρίτη του ζήτησα συνέντευξη, όμως ευγενικά αρνήθηκε, καθώς θεώρησε ότι σε εκείνη τη φάση της καριέρας του δεν είχε κάτι να πει που να απασχολεί ένα Μέσο εκτός Ισπανίας, ούτε ήθελε να εκφέρει γνώμη για ομάδες που δεν τον αφορούν. Οι Ισπανοί έλεγαν ότι ο Σολάρι ήταν πάντα έτσι. Δεν άφηνε την δημοσιότητα να εισχωρήσει στην ιδιωτική του ζωή, δεν έχει social media, προτιμά ένα καλό βιβλίο στο σπίτι από μια μεταμεσονύκτια έξοδο. Αφού κρέμασε τα παπούτσια του, διατηρούσε στήλη στην El Pais, εκπλήσσοντας πολλούς με την καλλιέργεια και το οξύ πνεύμα του. Ο Πέρεθ, βγάζοντας στο προσκήνιο έναν ποδοσφαιράνθρωπο γαλουχημένο στη γενιά των Galacticos, ο οποίος έκανε τα πρώτα του προπονητικά βήματα στο ποδοσφαιρικό οικοδόμημα των Μερένγκες και έχει πολύ δυνατή προσωπικότητα, ελπίζει σε μια διαχείριση αντίστοιχη με του Ζιντάν. «Πρέπει να αφήσουμε τον Ζιζού στην ησυχία του, είναι ένας από τους μεγαλύτερους θρύλους της ομάδας. Δεν μπορούν να περιγραφούν τα όσα έχει πετύχει», απάντησε ο Σάντι, δείχνοντας ότι ξέρει καλά το ρίσκο στη μεγάλη του αποστολή. «Βρήκα μια ομάδα που υποφέρει, αλλά είναι πρόθυμη να ανατρέψει την κατάσταση. Είναι ένα γκρουπ πρωταθλητών και πολεμιστών», πρόσθεσε. Η περίφημη δήλωσή του για cojones στο ματς Κυπέλλου με τη Μελίγια έδειξε την προσγείωση στα βασικά. Ναι, τα ματς δεν κερδίζονται έτσι, αλλά σε μια πρωταθλήτρια Ευρώπης που δείχνει να έχει αφήσει την ψυχή της στο Κίεβο, Ο Σολάρι ξέρει καλά ότι πρώτα απ΄ όλα πρέπει να ξαναβεί κίνητρο και ψυχικές δυνάμεις. Και η διοίκηση θεωρεί ότι τα λουριά πρέπει να σφίξουν. Ο « Indiecito» είναι πιθανόν να μείνει μόνο για λίγο καιρό στον ηλεκτρικό πάγκο της Ρεάλ. Όμως φαίνεται πως συγκεντρώνει όλα εκείνα τα στοιχεία που κερδίζουν τον σεβασμό των σημαντικών για τα αποδυτήρια παικτών. Έχει γνωρίσει από πολύ κοντά τη μέθοδο διαχείρισης του Ντελ Μπόσκε, έχει συνυπάρξει με τον Αρίγκο Σάκι, έχει βιώσει την ιταλική μέθοδο οργάνωσης του Μαντσίνι, έχει συνεργαστεί με τον Ζιντάν. Ξέρει πολύ καλά το ιδιαίτερο περιβάλλον της Ρεάλ Μαδρίτης, τους κινδύνους που κρύβει για τους προπονητές και τον τρόπο που τα αποδυτήρια μπορούν να «καταπιούν» όποιον χάσει τον έλεγχο. Είναι μαθημένος στην πίεση, στα μεγάλα ματς, στους τίτλους, στη διαχείριση και τη συνύπαρξη τεράστιων ποδοσφαιρικών «εγώ». Οι δηλώσεις του στο περιοδικό El Grafico είναι ενδεικτικές για την προπονητική του φιλοσοφία. «Πρώτα από όλα πρέπει να δεις τις ικανότητες και τα χαρακτηριστικά των παικτών, οι οποίοι είναι και θα είναι για πάντα οι ιδιοκτήτες του ποδοσφαίρου. Και μετά θα γνωρίζεις πώς θα παίξεις, το στιλ. Έπειτα, την ποδοσφαιρική κουλτούρα κάθε χώρας, τον ανταγωνισμό, τον αντίπαλο, το γήπεδο, τις τακτικές. Όλα παίζουν ρόλο. όλα αυτά είναι πιο σημαντικά από τον σχηματισμό που θα επιλέξεις. Μπορείς να παίξεις μένα 4-4-1-1 που θα είναι πολύ επιθετικό, ή με ένα 3-4-3 που θα είναι πολύ αμυντικό και το αντίστροφο». Ο αγαπημένος του Ζαρατούστρας, αναζητώντας τον τρόπο να ξεπεράσει τον εαυτό του, αποφάσισε να δύσει, για να παραχωρήσει τη θέση του στον Υπεράνθρωπο, για να ξεπεράσει τον εαυτό του. Για τον Σολάρι, είναι η ώρα της ανατολής, η οποία όμως γίνεται -όπως έγραφε ο Νίτσε- σε ένα σχοινί πάνω από μια άβυσσο. Μένει να δούμε αν θα καταφέρει να ισορροπήσει ακολουθώντας τη δική του φιλοσοφία… Πηγή: gazzetta.gr