Ολοκληρώθηκε ο κύκλος των απολογιών στη δίκη των σωφρονιστικών υπαλλήλων στις φυλακές Νιγρίτας Σερρών, οι οποίοι κάθονται στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, κατηγορούμενοι για τον θάνατο του αλβανού βαρυποινίτη Ίλιε Καρέλι.
Οι κατηγορούμενοι φέρονται ότι βασάνισαν τον κρατούμενο, ως αντίποινα για τη δολοφονία που διέπραξε σε βάρος του συναδέλφου τους, Γιώργου Τσιρώνη, στις φυλακές Μαλανδρίνου. Η δίκη διεκόπη για τις 28 Σεπτεμβρίου, οπότε θα επαναληφθεί με την αγόρευση της εισαγγελέως της έδρας.
Από το σύνολο των 14 κατηγορουμένων, μόνο οι δυο παραδέχθηκαν ότι χρησιμοποίησαν βία εναντίον του 42χρονου κρατούμενου. Ο πρώτος εξ αυτών ομολόγησε ότι έριξε «δύο μπουνιές και δύο κλωτσιές», κάνοντας λόγο για «στιγμιαία αντίδραση», την οποία απέδωσε στις απειλές που εκτόξευε ο Καρέλι, ότι μετά τον Τσιρώνη «θα πάρει κι άλλο κεφάλι». Ο δεύτερος, εκτός από την παραδοχή ότι χτύπησε τον 42χρονο, ομολόγησε ότι «πάνω στα νεύρα του», του πέταξε έναν κουβά με νερό. Ο ίδιος εμφανίστηκε μετανιωμένος για τις πράξεις του, τονίζοντας ότι περνάει δύσκολα μετά το συμβάν.
Οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν ότι άσκησαν βία, επιβεβαιώνοντας, πάντως, το κλίμα έντασης και οργής που επικρατούσε μετά τη μεταγωγή του Ίλιε Καρέλι στις φυλακές Νιγρίτας. Στις επίμονες ερωτήσεις του δικαστηρίου για χρήση βίας από συγκατηγορουμένους τους, κάποιοι μίλησαν για «κλωτσιές» και «σφαλιάρες» χωρίς όμως να είναι σε θέση να κατονομάσουν τους «πρωταγωνιστές», ενώ δεν έλειψαν οι αναφορές εναντίον των αστυνομικών των Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ που διενήργησαν την έρευνα για την υπόθεση.
Χαρακτηριστική ήταν η απολογία σωφρονιστικού υπαλλήλου, ο οποίος αναφερόμενος στην έρευνα έκανε λόγο για «πλεκτάνη», ενώ συνάδελφός του (υπαρχιφύλακας) είπε ότι δέχθηκε πιέσεις, χαρακτηρίζοντας «ψευδή» τα όσα του καταλογίζει το κατηγορητήριο. Ο ίδιος, πρόσθεσε ότι υπήρχε βιασύνη να κλείσει η έρευνα, με συνέπεια «να ψάχνουν για εύκολα θύματα, και – όπως είπε χαρακτηριστικά – «το ένα ήμουν εγώ».
Ο τότε διευθυντής των φυλακών Νιγρίτας, ισχυρίστηκε ότι δεν αντιλήφθηκε κάτι κι από τις απαντήσεις που έδωσε σε σχετική ερώτηση της εισαγγελέως φάνηκε ότι δεν φρόντισε να πληροφορηθεί, αμέσως μετά το θάνατο του κρατούμενου, τι ακριβώς είχε συμβεί. «Πρόθεσή μου ήταν να μην συμβεί το παραμικρό» είπε, ενώ τόνισε ότι ήταν δική του πρωτοβουλία η τοποθέτηση καμερών στο σωφρονιστικό κατάστημα, μέτρο που χαρακτήρισε «προληπτικό» για να υπάρξουν στοιχεία.
Στάθηκε στις αντιρρήσεις που είχε για τη μεταγωγή του Καρέλι στη Νιγρίτα, λόγω των ελλείψεων στις φυλακές, αλλά και της απειρίας των σωφρονιστικών υπαλλήλων. Αναφέρθηκε στις συστάσεις που έκανε στους σωφρονιστικούς υπαλλήλους κατά την άφιξη του κρατούμενου: «Όποιος τολμήσει να τον πειράξει, ας το κάνει τώρα, αλλά να ξέρει ότι θα πάει φυλακή. Μην καταστρέψετε τις οικογένειές σας από απερισκεψία», ανέφερε στο δικαστήριο.
Να σημειωθεί, ότι στους κατηγορούμενους σωφρονιστικούς αποδίδεται η πράξη της διακεκριμένης περίπτωσης βασανιστηρίων, εκ των οποίων επήλθε ο θάνατος ατόμου, κατά συναυτουργία, ενώ ο τότε διευθυντής των φυλακών κατηγορείται για υπόθαλψη εγκληματία κατά συρροή.