Συντετριμμένος ο 22χρονος μητροκτόνος επιχείρησε, απολογούμενος ενώπιον του ανακριτή , να ανακαλέσει στη μνήμη του το μοιραίο βράδυ της δολοφονίας της μητέρας του μέσα στο σπίτι τους στην Παραβόλα Αγρινίου. Το αλκοόλ ήταν αυτό , που σύμφωνα με τον κατηγορούμενο νεαρό , όπλισε το χέρι του με αποτέλεσμα να πέσει νεκρή η 44χρονη μητέρα του και να τραυματιστεί ο 18χρονος αδελφός του. Τα λόγια του , αλλά και τα λόγια των μελών της οικογένειας του που βρέθηκαν στο πλευρό του και καταθέτοντας στον ανακριτή έκαναν λόγο για «κακιά στιγμή που έφερε το φονικό» δεν ήταν αρκετά για να πείσουν ανακριτή και εισαγγελέα οι οποίοι αποφάσισαν την προφυλάκιση του νεαρού.
Ο 22χρονος, στην απολογία του δήλωσε μετανιωμένος. «Αγαπούσα τη μητέρα μου. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω, αλλά τώρα είναι αργά» φέρεται να είπε στον ανακριτή από τον οποίο δέχτηκε βροχή ερωτήσεων για τους λόγους που τον οδήγησαν στο έγκλημα αλλά και για τη σχέση που είχε με τη μητέρα του. «Αγαπούσα τη μητέρα μου» έλεγε και ξανάλεγε ο νεαρός. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της σύντομης απολογίας του περιέγραψε πως την φρόντισε όταν , πριν από λίγο καιρό, είχε σπάσει το πόδι της αλλά και πως εκείνη με τη σειρά της τον περιποιήθηκε όταν, πρόσφατα, αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα με το μάτι του.
Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε στην απολογία του ότι δεν θυμάται τι ακριβώς συνέβη καθώς ήταν μεθυσμένος και επικαλέστηκε την κατάθεση του 18χρονου αδελφού του ο οποίος περιέγραψε με λεπτομέρειες πως πιάστηκαν στα χέρια αλλά και τη στιγμή που έπεσαν στο πάτωμα και η μητέρα τους προσπάθησε να τους χωρίσει για να μην συμβεί κανένα κακό.
«Δεν κατάλαβα αν με μαχαίρωσε επίτηδες ή κατά λάθος»
Ο 18χρονος αδελφός του κατηγορούμενου στην κατάθεση του περιέγραψε λεπτό προς λεπτό το βράδυ της Δευτέρας όταν η μητέρα του κλείδωσε τις δυο πόρτες που οδηγούν από την κουζίνα και τον διάδρομο στο σαλόνι του σπιτικού. Η μητέρα του, του εξήγησε, όπως φέρεται να είπε πως ο αδελφός του ήταν μεθυσμένος. «Από την κουζίνα που ήταν ο αδελφός μου ακούγονταν φωνές … Συνέχισε να φωνάζει και εγώ τον έπιασα από το γιακά και τον κρατούσα για να ηρεμήσει , πιαστήκαμε λίγο στα χέρια , σπρωχνόμασταν . Προσπαθούσε να ξεφύγει από τα χέρια μου, με έσπρωχνε και εγώ τον πίεζα για να μην του αφήσω τα χέρια». Ο 18χρονος συνεχίζοντας την περιγραφή του είπε χαρακτηριστικά: «πέφτοντας κατάλαβα ότι είχα μαχαιρωθεί από το μαχαίρι που κρατούσε ο αδελφός μου στο δεξί του χέρι» και συμπλήρωσε «Εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα αν με μαχαίρωσε επίτηδες ή κατά λάθος».
Ήταν η στιγμή που σύμφωνα με την κατάθεση του 18χρονου η μητέρα τους μπήκε ανάμεσα τους. « Εγώ σηκώθηκα και μαζί με την μάνα μου προσπαθούσαμε να τον σπρώξουμε…Εκεί που προσπαθούσαμε και κυρίως η μάνα μου που ήταν μπροστά , με το μαχαίρι που κρατούσε στο δεξί του χέρι, τη μαχαίρωσε. Δεν κατάλαβα πόσες φορές. Μετά αφού άρχισε με το μαχαίρι να χτυπάει τα πράγματα μέσα στην κουζίνα , έφυγε από το σπίτι παίρνοντας μαζί του το μαχαίρι»
Ο 18χρονος στην κατάθεση του στην αστυνομία φέρεται να είπε πως ο αδελφός του δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τον ίδιο αλλά τη μητέρα του και ζήτησε την παραδειγματική του τιμωρία. Ωστόσο, το κλίμα άλλαξε όταν τα δυο αδέλφια συναντήθηκαν στην αστυνομία και σύμφωνα με ανθρώπους που είναι σε θέση να γνωρίζουν αγκαλιάστηκαν και μίλησαν για εκείνο το βράδυ. Γι αυτό και ο 18χρονος ήταν ένας από τους μάρτυρες υπεράσπισης του κατηγορουμένου μαζί με τις δυο αδελφές τους και τον πατέρα τους.
«Δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει»
«Δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει . Ούτε υπήρχε κάποιο κίνητρο. Ήταν μια φυσιολογική οικογένεια, χωρίς προβλήματα» λέει χαρακτηριστικά στο newsbeast ο συνήγορος υπεράσπισης του 22χρονου Παντελής Βαμβακάς ο οποίος προέβαλε ως βασικό νομικό ισχυρισμό πως ο εντολέας του «είχε μειωμένο καταλογισμό λόγω μέθης» προσθέτοντας «Ήταν εκτός τόπου και χρόνου ακόμη και πολλές ώρες αργότερα όταν είχε συλληφθεί από τους αστυνομικούς». Μάλιστα , για να ενισχύσει τον συγκεκριμένο ισχυρισμό η υπεράσπιση του νεαρού επικαλέστηκε το γεγονός ότι στο σπίτι της οικογένειας υπάρχουν πολλά χτυπήματα που προέρχονται από το ίδιο μαχαίρι . «Ο κατηγορούμενος χτυπούσε ότι έβρισκε χωρίς στόχευση και χωρίς να το θέλει καθώς ήταν σε κατάσταση μέθης », είπε χαρακτηριστικά ο συνήγορος του.