Για προσχεδιασμένο, οργανωμένο και ψυχρό έγκλημα μίλησε ο πατέρας του Άλκη Καμπανού, στην κατάθεσή του ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, με την οποία άνοιξε ο κύκλος της εξέτασης των μαρτύρων, στη δίκη για τη δολοφονική επίθεση, με οπαδικά κίνητρα, εναντίον του 19χρονου φοιτητή, τα ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου 2022.
Κάνοντας επίκληση στην ιδιότητά του ως πρώην στρατιωτικός και αναφερόμενος στον τρόπο που ενήργησαν οι δώδεκα κατηγορούμενοι, ο Αριστείδης Καμπανός χρησιμοποίησε εκφράσεις, όπως «επιχείρηση ανορθόδοξου πολέμου», «φάλαγγα» και «σιγή ασυρμάτου». «Ήθελαν να σκοτώσουν», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Αριστείδης Καμπανός, υπογραμμίζοντας ότι μαζί με τη ζωή του Άλκη κατέστρεψαν τη ζωή όλης της οικογένειάς του.
Συγκινησιακά φορτισμένος, ο μάρτυρας αναφέρθηκε στα τελευταία λόγια του Άλκη, όταν ο άτυχος πρωτοετής φοιτητής εκλιπαρώντας τους κατηγορούμενους φώναξε «μη με χτυπάτε άλλο», σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «δεν ξέρω πώς είναι ο ψυχισμός του ανθρώπου και πώς φτάσαμε στο σημείο αυτό».
Ανέφερε δε, ότι ουδέποτε έχει πάει στο σημείο της δολοφονίας, ενώ για τη συγγνώμη που ζήτησαν κάποιοι εκ των κατηγορουμένων, ο Αριστείδης Καμπανός τόνισε: «Άλλο η συγγνώμη κι άλλο η συγχώρηση. Ας ζητήσουν συγχώρηση από το Θεό».
Περιγράφοντας τον χαρακτήρα του γιου του, ο μάρτυρας είπε ότι ήταν ένα παιδί ήσυχο, ήρεμο που δεν έκανε ποτέ φασαρίες και δεν δημιούργησε κανένα πρόβλημα. «Δεχόμασταν ευμενείς σχολιασμούς για την ποιότητα του χαρακτήρα του», κατέθεσε, αποκαλύπτοντας πως ο 19χρονος υπήρξε πνευματικός του πατέρας. «Πιθανόν να ακουστεί ειρωνικό. Ήταν ο πνευματικός μου πατέρας, η φωνή της συνείδησης», ανέφερε και εξήγησε: «Εγώ ως στρατιωτικός συγχυζόμουν και θύμωνα. Δεν ήταν λίγες οι φορές που μου συνιστούσε να συμπεριφέρομαι φιλικά προς τους ανθρώπους, να μην συγχύζομαι, να μην θυμώνω».
Απαντώντας σε ερώτηση της εισαγγελέως της έδρας για το εάν ο γιος του ήταν οπαδός, ο Αριστείδης Καμπανός κατέθεσε: «Ήταν απλός φίλαθλος του Άρη, αγαπούσε τον Άρη. Ζήτημα να είχε πάει πέντε φορές στο γήπεδο. Δεν ανήκε σε κανέναν σύνδεσμο», σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει ούτε στιγμή τους 12 κατηγορούμενους, κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του, ο μάρτυρας, στην εισαγωγική του τοποθέτηση, αναφέρθηκε στην τελευταία επικοινωνία που είχε με τον γιο του, λέγοντας τα εξής: «Η τελευταία επικοινωνία μας ήταν στις 31 Ιανουαρίου, στις 8.15 το βράδυ. Προσπάθησα να επικοινωνήσω μέσω εφαρμογής και μου είπε ότι βρισκόταν στην φοιτητική λέσχη και θα επέστρεφε για να συνεχίσει το διάβασμα καθώς έγραφε την επόμενη μέρα μάθημα. Απ’ ό,τι πληροφορήθηκε βγήκε για βόλτα με τους φίλους του στη Χαριλάου. Ο αδελφός μου επικοινώνησε τηλεφωνικά μαζί μου, για να μού πει για το περιστατικό».