Συγκλονίζουν όσα λέει η 14χρονη για την σεξουαλική παρενόχληση που δέχτηκε από τον 47χρονο προπονητή πυγμαχίας στην Πάτρα. Οι δικαστές λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους και την αναφορά της παιδοψυχιάτρου με ψήφους 2 έναντι 1 (η πρόεδρος Πρωτοδικών ζήτησε να μην προφυλακιστεί ο προπονητής) αποφάσισαν την προφυλάκισή του.
Η ανήλικη ανέφερε ότι ο 47χρονος «την ακουμπούσε σε όλες τις περιοχές του σώματός της». Ερωτηθείς αν τα εν λόγω αγγίγματα ήταν στο πλαίσιο της προπόνησης, εκείνη κατηγορηματικά απάντησε αρνητικά, αιτιολογώντας ότι «την ακουμπούσε κάτω από τη μέση και ήταν πιο έντονο». Όπως είπε, σύμφωνα με το pelop.gr «αρχικά τη χάιδευε παντού και εν συνεχεία την πίεζε με το χέρι του σκοπεύοντας πάνω από τα ρούχα στα γεννητικά όργανα και στην περιοχή του πρωκτού ακόμη πιο έντονα, ενώ κάποια στιγμή επιχείρησε να της αφαιρέσει την μπλούζα. Ταυτόχρονα, δε, τη θώπευε σε όλο της το σώμα στα γεννητικά όργανα και στην περιοχή του πρωκτού και είχε κολλήσει το σώμα του πάνω της ανέφερε ότι έχει πάρα πολύ ωραίο σώμα».
Η ανήλικη στην κατάθεσή της επισημαίνει ότι «καθ’ όλη τη διάρκεια που τη θώπευε είχε κολλήσει το σώμα του πάνω της, ενώ η ίδια δεν έβλεπε το πρόσωπό του γιατί αυτός βρισκόταν από πίσω της και την άγγιζε», διευκρινίζοντας ότι τη θώπευε για περίπου μισή ώρα. Μάλιστα, ανέφερε ότι «κάθε φορά που ερχόταν κάποιος στον χώρο ή ανεβοκατέβαιναν οι γυναίκες που έκαναν γυμναστική, εκείνος απομακρυνόταν από αυτή και εν συνεχεία μετά την αποχώρηση των οποίων τρίτων προσώπων την ξαναπλησίαζε». Το προαναφερθέν συνέβη περίπου τρεις ή τέσσερις φορές.
Η 14χρονη τρομοκρατημένη από το συμβάν αυτό δεν ήξερε πώς να αντιδράσει, προσποιείτο ότι δεν αντιλαμβανόταν τι ακριβώς συμβαίνει και περίμενε μέχρι να ολοκληρωθεί το μάθημα για να αποχωρήσει. Ενώ βρισκόταν καθοδόν άρχισε να κλαίει και τηλεφώνησε στον συνομήλικο φίλο της αναφέροντας το συμβάν. Εκείνος την παρότρυνε να ηρεμήσει και να μιλήσει στη μητέρα της, μολονότι αυτή φοβόταν ότι η μητέρα της μόλις πληροφορηθεί το συμβάν δεν θα της επιτρέψει να συνεχίσει το άθλημα της πυγμαχίας. Όμως ο φίλος της τής επεσήμανε ότι αν δεν το αναφέρει στη μητέρα της, θα την ενημερώσει εκείνος.
Ακολούθως η μαθήτρια επικοινώνησε τηλεφωνικά με τη μητέρα της, η οποία αντιλήφθηκε ότι η κόρη της δεν ήταν καλά, την πήγε μια βόλτα με το αυτοκίνητό της, όπου κλαίγοντας είπε στη μητέρα της ότι θέλει να αλλάξει γυμναστήριο και της εξιστόρησε τι ακριβώς είχε συμβεί κατά τη διάρκεια της προπόνησης.
Η 14χρονη, στο τέλος της κατάθεσής της, εξέφρασε τους φόβους της μήπως ο κατηγορούμενος, ο οποίος την είδε έξω απ’ το Αστυνομικό Τμήμα και την έδειξε και σε άλλους από τη σχολή, υπάρχει περίπτωση να τη βλάψει, ενώ επιπλέον εξέφρασε την επιθυμία της να μην τον ξαναδεί ποτέ.
Η πραγματογνωμοσύνη της παιδοψυχιάτρου
Η παιδοψυχίατρος του Καραμανδανείου η οποία εξέτασε την ανήλικη αναφέρει: «Πρόκειται για καλά ανεπτυγμένο σωματικά για την ηλικία του κορίτσι με φυσικό νοητικό δυναμικό περιποιημένο και συμπαθητικό με καλή συναισθηματική και βλεμματική επαφή. Ο λόγος της ανήλικης είναι αυθόρμητος, πλούσιος και η ροή του συνεχής, ενώ η σκέψη της είναι συγκροτημένη και αντιληπτική ικανότητα πολύ καλή, γνωστική, μνημονική, γλωσσική ικανότητα ικανότητα διάκρισης της αλήθειας από το ψέμα και δεν παρουσιάζει ψυχοπαθολογία.
Τα αναφερόμενα γεγονότα ή καταστάσεις από την ανήλικη δεν παρουσιάζουν ανακρίβειες. Η μη λεκτική συμπεριφορά της ανήλικης κατά τη διάρκεια των διαφορετικού τύπου ερωτήσεων, φανερώνει την αμηχανία και την αγωνία της να ανακαλέσει πάλι στη μνήμη της, τα δυσάρεστα για αυτήν γεγονότα. Μίλησε όμως για τις αναφερόμενες καταγγελλόμενες πράξεις εις βάρος της με αυθόρμητο λόγο, σταθερή φωνή και ελεύθερη αφήγηση και ανάκληση, πράγμα που παράγει τις πιο αξιόπιστες πληροφορίες.
Οι λεπτομέρειες που αναφέρει η ανήλικη κρίνονται επαρκείς για την τεκμηρίωση των καταγγελομένων πράξεων. Τα λεγόμενά της σε σχέση με τα αναφερόμενα γεγονότα ή καταστάσεις κρίνονται αξιόπιστα».