Το δρόμο για τη φυλακή «έδειξαν» ανακριτής και εισαγγελέας στην 77χρονη η οποία κατηγορείται για απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος της 36χρονης Μαρίας την οποία φέρεται ότι κρατούσε σε άθλιες συνθήκες στο σπίτι της στην Καλλιθέα.
Ο 55χρονος συγγενής της, ο οποίος είναι επίσης κατηγορούμενος, μετά την απολογία του αφέθηκε ελεύθερος με τους περιοριστικούς όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της υποχρεωτικής εμφάνισης στο αστυνομικό τμήμα.
Η 77χρονη που είχε επιφορτιστεί με την φροντίδα της Μαρίας και ο 55χρονος συγγενής της, σύμφωνα με το κατηγορητήριο ,ήταν υπεύθυνοι για την περιπέτεια της κοπέλας που χαρακτηρίστηκε «νέο Κωσταλέξι» και κλήθηκαν να αντικρούσουν τις κατηγορίες ότι εκμεταλλεύτηκαν και βασάνισαν την 36χρονη η οποία, μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο κυριολεκτικά νεκροζώντανη, όπως πιστοποιούσε και η ιατροδικαστική έκθεση.
Η 77χρονη στην απολογία της υποστήριζε ότι:
Φρόντιζε τη Μαρία επί 14 χρόνια. Δεν είχε πρόθεση να της κάνει κακό. Η κοπέλα δεν ζούσε στο φωταγωγό. Την είχε βγάλει στο μπαλκόνι 35 τ.μ. για τους καλοκαιρινούς μήνες επειδή έκανε ζέστη. Εκεί κοιμόταν και η ίδια, όπως στο διπλανό μπαλκόνι κοιμόταν και η γειτόνισσα που τους κατήγγειλε.
Για το διαμέρισμα που η νεαρή κοπέλα έγραψε στην 77χρονη, η κατηγορούμενη υποστήριξε:
Είχε δικό της σπίτι, δεν είχε ανάγκη να πάρει το ακίνητο. Της το έγραψε για την ευχαριστήσει για τις υπηρεσίες της. Η ίδια δεν ήξερε τι σημαίνει επικαρπία αλλά γνώριζε ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι με το σπίτι. Η κατάσταση της Μαρίας ήταν τέτοια επειδή βρισκόταν σε κατάκλιση 16 χρόνια.
Σύμφωνα με τους συνηγόρους δεν υπάρχει κατάθεση της Μαρίας για όλα αυτά και η κοπέλα ρωτάει στο νοσοκομείο που βρίσκεται η 77χρονη και γιατί δεν την επισκέπτεται. Όσο για τον 55χρονο ισχυρίστηκε ότι δεν είχε τη φροντίδα της κοπέλας αλλά απλώς τους επισκεπτόταν.
Η άτυχη Μαρία, θα είχε χάσει τη ζωή της εάν δεν την έσωζαν οι γείτονες στην πολυκατοικία της Καλλιθέας, όταν αντιλήφθηκαν πόσο υπέφερε στα χέρια της 77χρονης και του 50χρονου συγγενή της, οι οποίοι αφού της απέσπασαν την ακίνητη περιουσία και εισέπρατταν την σύνταξη των 1.200 ευρώ, την κρατούσαν σε μπαλκόνι φωταγωγού, χωρίς φαγητό και νερό, με το σπασμένο πόδι της δεμένο σε ξύλο, όπως στα ζώα, αφήνοντας τη να σαπίζει από τις κατακλίσεις.
Η Μαρία, ένα χρόνο μετά τον θάνατο της μητέρας της, δώρισε το σπίτι στην κατηγορούμενη, κρατώντας – ευτυχώς – την επικαρπία, κάτι που της επιτρέπει να το πάρει πίσω.